Αντιτρομοκρατική νομοθεσία. Επίσκοποι των Φιλιππίνων: «Σοβαρή απειλή»
Η ποιμαντική επιστολή της Συνόδου των Φιλιππίνων Επισκόπων (CBCP), υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο της, Σεβασμιότατο Pablo Virgilio David, προέρχεται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, που αφορά τις πρόσφατες κυβερνητικές πρωτοβουλίες που, σύμφωνα με τον ίδιο, απειλούν την ελευθερία των ανθρώπων: ο νέος αντιτρομοκρατικός νόμος και κλείσιμο του καναλιού ABS-CBN, του παλαιότερου τηλεοπτικού σταθμού στη Νοτιοανατολική Ασία και του μεγαλύτερου ραδιοτηλεοπτικού φορέα στις Φιλιππίνες.
Φόβοι για τον νόμο
Ο Πρόεδρος Duterte υπέγραψε τον αντιτρομοκρατικό νόμο τον Ιούνιο, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το σαββατοκύριακο, προκαλώντας μεγάλη ανησυχία μεταξύ νομικών εμπειρογνωμόνων και οργανώσεων υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίοι φοβούνται ότι θα μπορούσε να χρησιμεύσει για να διώξει τον πολιτικό ακτιβισμό βάσει υπόπτων της τρομοκρατίας. Εκτός από την παράταση της περιόδου σύλληψης χωρίς κατηγορίες από 3 ημέρες σε 24, ο νόμος επεκτείνει το φάσμα των εγκλημάτων που μπορούν να θεωρηθούν τρομοκρατικές πράξεις και περιλαμβάνει την υποκίνηση στην τρομοκρατία, μια κατηγορία που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την τιμωρία κάθε διαδήλωσης κατά της κυβέρνησης.
Οι Φιλιππινέζοι Καθολικοί προσεύχονται για την «θεραπεία» της χώρας: μια δοκιμασία πίστης
Στην επιστολή, που μεταφράστηκε σε αρκετές περιφερειακές γλώσσες (Ταγκαλόγκ, Ιλοκάνο, Ιλόγκγκο και Μπισάγια) και διαβάστηκε στις εκκλησίες των Φιλιππίνων, οι Επίσκοποι αναφέρουν μια επιστολή που έλαβε από τον καρδινάλιο του Μιανμάρ Charles Maung Bo, στην οποία – αναφέρουν – ο καρδινάλιος κάνει «ένθερμο αίτημα για προσευχές υπέρ του Χονγκ Κονγκ».
«Πριν από λίγες μέρες – διαβάζουμε στο κείμενο -, λάβαμε μια επιστολή από την Εκλαμπρότητά του, τον Καρδινάλιο Charles Maung Bo. Ήταν ένα ένθερμο αίτημα για προσευχές υπέρ του Χονγκ Κονγκ, λόγω της υπογραφής ενός νέου νόμου περί της εθνικής ασφάλειας», που αποτελεί απειλή για τις ελευθερίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα του λαού του Χονγκ Κονγκ. «Γιατί αυτό ακούγεται περίεργα για εμάς τους Φιλιππινέζους;» προσθέτουν οι ιεράρχες. «Επειδή βρισκόμαστε σε μια παρόμοια κατάσταση» και «σαν αυτούς, και εμείς ανησυχούμε και για την πρόσφατη έναρξη ισχύος του αντιτρομοκρατικού νόμου».
Οι νομοθέτες ενέκριναν αυτόν τον νόμο – η επιστολή συνεχίζεται – ενώ οι Φιλιππίνες επικεντρώθηκαν στην πανδημία κορωνοϊού και «φάνηκε σχεδόν ότι δεν είχε σημασία ότι πολλοί από τους ανθρώπους που εκπροσωπούν ήταν αντίθετοι – οι σύλλογοι των δικηγόρων, οι ακαδημαϊκοί, ο εμπορικός τομέας, οι ομάδες εργασίας, οι οργανώσεις νεολαίας, οι ΜΚΟ, τα πολιτικά κινήματα, οι θρησκευτικές κοινότητες και ακόμη και η κυβέρνηση του Bangsamoro». Οι έντονες και διαφορετικές φωνές, επομένως, παρέμειναν ανεπιθύμητες και η πολιτική πίεση από ψηλά «ζύγιζε περισσότερο από τις φωνές των πιο χαμηλών».
Η απόφαση για την τηλεόραση
Εκφράζοντας μεγάλη ανησυχία ενόψει της σοβαρής απειλής που θέτει ο νέος νόμος για τις θεμελιώδεις ελευθερίες όλων των Φιλιππινέζων, οι επίσκοποι ομολόγησαν πως έχει επάνω τους «το δυσάρεστο αποτέλεσμα, του κλεισίματος του μεγαλύτερου τηλεοπτικού δικτύου της χώρας», το ABS-CBN, αφού του αρνήθηκαν την ανανέωση του franchising του». «Δεν είναι σαφές για εμάς – υπογράμμισαν – πώς αυτή η μορφή εκφοβισμού δημιουργεί μια ατμόσφαιρα επιβλαβής για την ελευθερία της έκφρασης στη χώρα μας;»
«Ο νόμος – καταλήγουν – έχει χρησιμοποιηθεί πάρα πολλές φορές ως όπλο για την καταστολή της νόμιμης διαφωνίας και αντιπολίτευσης, δεν μπορούμε να μην μοιραστούμε τις ανησυχίες που εξέφρασαν οι δικηγόροι και οι απλοί πολίτες που υπέβαλαν την αναφορά τους κατά του προαναφερθέντος περίφημου νόμου στο Ανώτατο Δικαστήριο».
Μετάφραση: π. Ιωάν. Σκλ.