Πρώτα το παράδειγμα και μετά ο λόγος
Πολλές φορές σκέπομαι, αν το παράδειγμα που δίνουμε εμείς οι χριστιανοί, των διαφόρων δογμάτων που: αποτελούμε τη μία πίστη στον Ένα και Τριαδικό Θεό, έχουμε ως θέμελιο της πίστης μας την Ανάσταση του Κυρίου, έχουμε βαπτιστεί στο όνομα της Αγίας Τριάδας και έχουμε ως χαρακτηριστικό την εντολή της διπλής, κάθετης και οριζόντιας αγάπης, που οδηγεί στο σωτήριο Σταυρό, αποτελεί παράδειγμα μίμησης για όλους τους άλλους ή παράδειγμα προς αποφυγήν!
Έχουν περάσει σχεδόν 963 χρόνια από τον ιστορικό χωρισμό Ανατολής και Δύσης και η απόσταση έχει σμυκρινθεί ελάχιστα των μεν από τους δε. Ο χωρισμός παραμένει και πολλές φορές οι λίγες, έστω και ουσιαστικές διαφορές, επισκιάζουν τις πολλές ομοιότητες.
Αυτό δεν οφείλεται στην έλειψη εμπνευσμένων προσπαθειών και από τις δύο πλευρές,, αλλά στην προσπάθεια άλλων δυστυχώς χριστιανών, να τορπιλίζουν με όπλο τον συντηριστισμό και τον φονταμενταλισμό.
Κάθε πρωτοβουλία που προέρχεται από την Ανατολή ή τη Δύση αντί να γίνεται δεκτή με χαρά και αισοδοξία , υπάρχουν δυστυχώς κληρικοί και λαϊκοί οι οποίοι την καταδικάζουν, διότι προτιμούν να βιώνουν, μόνο κηρύττοντας την αγάπη και όχι βιώνοντάς την. Η αγάπη τους γίνεται επιλεκτική και δεν έχει περιθώρια να αγκαλιάσει ούτε τους ίδιους τους χριστιανούς. Προσεύχονται «υπέρ της των πάντων ενώσεως», αλλά δεν εύχονται αυτή η προσευχή τους να εισακουστεί!
Δικαιολογούν αυτό το φόβο τους, υποστηρίζοντας ότι αυτή η ενότητα των χριστιανών μπορέι να οδηγηθεί στην ένωση και η ένωση να φέρει την απορώφηση. Αν γίνει κάτιν τέτοιο πρέπει να γίνει προς τη δική τους πλευρά, το αντίθετο θα ήταν αδιανότητο. Μα κάτι τέτοιο κανείς ουδεν το επιθιυμεί και ούτε το επιδιωκεί εκέινο που όλοι μας θα έπερεπε να επιθυμούμε είναι η μεταξύ μας ενότητα για να γίονυμε πιο πειστικοί και στο κήρυγμαά μας. Αν δεν βιώνουμε πρώτα αυτό που κηρύττουμε, δύσκολα ή μάλλον καθόλου δεν θα πείθουμε! Και βέβαια αν αυτό γινόταν προς την κατεύθυνση τη δικής τους, θα ήταν ευχής έργον, τότε θα δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα.
Διερωτώμαι: Τι παράδειγμα δίνουμε στα έθνη με το να αποφεύγουμε το διάλογο μεταξύ των Εκκλησιών. Γιατί τόση καταδίκη του οικουμενικού διαλόγου;
Που θα βρουν παράδειγμα προς μίμηση τα κράτη αν όχι στην Εκκλησία;
Πως τα κράτη θα πειστούν ότι ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουν τις όποιες, διαφορές, συγκρούσεις, εμφυλίους πολέμους, πολέμους με άλλα κράτη , και την τρομοκρατία, όταν βλέπουν τους Χριστιανούς μοιρασμένους και χωρισμένους μεταξύ τους; Όταν ακούνε και διαβάζουν ότι οι Χριστιανοί, αποφεύγουν το διάλογο;
Γιατί οι Χριστιανοί αποφεύγουν αυτό το τραπέζι; Γιατί κάθε φορά που χρησιμοποιείται αυτό το τραπέζι του οικουμενικού διαλόγου, υπάρχουν χριστιανιοί ανατολής και δύσης που προσπαθούν να υποβαθμίσουν την αξία του; Γιατί αμφισβητούν για το καλοπροαίρετο των όσων αναζητούν την ενότητα των Εκκλησιών μέσω ενός οικουμενικού διαλόγου;
Γιατί χάνουμε τον καιρό μας κρίνοντας και κατακρίνοντας τους άλλους, ενώ θα μπορούσαμε αυτό τον καιρό να τον διαθέσουμε σε διάλογο με τους άλλους, που ενώ πιστεύουν στις ίδιες αλήθειες της χριστιανικής πίστης, τις εκφράζουν με διαφορετικό τρόπο. Ποιός αμφιβάλλει πως ένας τέτοιος διάλογος, καλοπροαίρετος και χωρίς προκαταλήψεις σίγουρα θα συμβάλει στο να ξεπεραστούν οι λίγες, διαφορές και να προβληθούν οι πολλές ομοιότητες.
Αν σ’ αυτό το διάλογο παρακαθίσουν «αδελφοί εν Χριστώ» τότε είναι βέβαιο, ότι δεν θα είναι μόνοι τους αλλά μαζί τους θα είναι ο Χριστός, διότι «όπου είναι συγκετρωμένοι ένας δύο ή τρεις στο όνομά μου, εγώ θα είμαι ανάμεσά τους».
Αν είμαστε συναγμένοι εν Χριστώ και με τον Χριστό, τότε είναι βέβαιο ότι θα είναι αποτελεσματική αυτή η συνάντησή μας.
Οφείλουμε να διακρίνουμε και να δεχόμαστε ότι θετικό και νόμιμο υπάρχει στους αδελφούς μας, αλλά και να παίρνουμε αποστάσεις από τα λάθη, υπερβολές, και αποτυχίες, αναγνωρίζοντας τα αμαρτήματα που οδήγησαν στο χωρισμό. Σ’ αυτό ωφελεί η προσεκτική και αυστηρή μελέτη του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο ήρθε το σχίσμα της Ανατολής από τη Δύση.
Το να μιλάμε μεταξύ μας οι Χριστιανοί για τα λάθη του χθες σημαίνει να αγγίξουμε με τα χέρια μας τους καρπούς της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, το οποίο ξεπερνά κάθε εμπόδιο και μεταμορφώνει τις συγκρούσεις σε ευκαιρίες αύξησης της κοινωνίας.
Οι σοβαρές μελέτες που γίνονται εδώ και πενήντα χρόνια, με αφετηρία τη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού και την ιστορική αδελφική συνάντηση μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας του Χριστού Αειμνήστων: Πάπα Παύλου του 6ου και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, στους τόπους που έζησε, περπάτησε, κήρυξε, και θυσιάστηκε για όλους τους ανθρώπους, θα πρέπει να προχωρήσουν με πιο γοργό ρυθμό. Μπορεί να μην αισθανόμαστε ευθύνες για τον χωρισμό του χθες, ευθυνόμαστε όμως διότι και σήμερα ακόμη συνεχίζεται. με επίσημο τρόπο μεταξύ των διαφόρων δογμάτων της Μίας του Χριστού πίστης, ακόμη και η καλοπροαίρετη κριτική μπορεί να συμβάλει στο να ξεπεραστεί το αμοιβαίο κλίμα της δυσπιστίας και της αντιπαλότητας που δυστυχώς για πολλά χρόνια στο χαρακτήρισαν τις σχέσεις μεταξύ των Χριστιανών.
Παρόλο που αναγνωρίζουμε ότι το παρελθόν δεν είναι δυνατόν να αλλάξει, πιστεύουμε ότι μετά από πενήντα χρόνια οικουμενικού διαλόγου, είναι δυνατόν να κάνουμε μια κάθαρση της μνήμης μας, με σκοπό , όχι να πραγματοποιήσουμε μία ανεφάρμοστη διόρθωση όσων συνέβησαν πενήντα χρόνια πριν, αλλά να δούμε αυτή την ιστορία με διαφορετικό τρόπο”, χωρίς μνησικακίες για αμοιβαίες πληγές που προκαλέσαμε και που παραμορφώνουν την ιδέα που έχουμε οι μεν προς τους δε.
Ας ελευθερωθούμε επί τέλους από τις προκαταλήψεις για την πίστη που οι άλλοι ομολογούν με τόνο και λόγο διαφορετικό , ας ανταλλάξουμε αμοιβαία τη συγνώμη για τα λάθη που διέπραξαν οι πατέρες μας και ας επικαλεστούμε μαζί το Θεό να μας δώσει το δώρο της συμφιλίωσης και της ενότητας.
Τότε είναι βέβαιο ότι αληθινά η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, θα γίνει ένα καθημερινό παράδειγμα προς μίμηση, διότι θα μαθητεύει όλα τα έθνη της γης πρώτα με το παράδειγμά της και έπειτα με το λόγο της.