ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

6

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Την περίοδο της πανδημίας, παρακολουθήσαμε και συνεχίζουμε να παρακολουθούμε μια έντονη πολεμική αναφορικά με τη σχέση θρησκείας και επιστήμης. Ο ορθός προβληματισμός πάντως θα αφορούσε το: «τι σχέση μπορεί να έχει η πίστη και η επιστήμη;». «Υπάρχει αντίθεση μεταξύ πίστης και επιστήμης;».

Θα προσπαθήσουμε, στις γραμμές που ακολουθούν, να δώσουμε μια κάποια απάντηση σε αυτό το ερώτημα, καθώς, τουλάχιστον για εμάς τους χριστιανούς, δεν μπορεί να υπάρχει μία ουσιαστική αντίθεση μεταξύ επιστήμης και πίστης. Αυτό το κείμενο, επομένως, απευθύνεται σε αυτούς που πιστεύουν. Προφανώς δεν έχει σκοπό να πείσει αυτούς που έχουν αντίθετη γνώμη.

Το αντικείμενο της πίστης

Ο χριστιανισμός ενδιαφέρεται για το άφατο Πρόσωπο, που εμείς στη γλώσσα μας, ονομάζουμε Θεό. Επίσης, η πίστη ασχολείται με τη σχέση του Θεού προς τα πλάσματά του και κυρίως με τον άνθρωπο και όλα αυτά, σύμφωνα με όλα όσα μας φανερώνει η Θεία Αποκάλυψη. Μιλάμε για έναν προσωπικό Θεό και όχι για κάποιο ανώτερο Ον, που μας χρησιμεύει ως εξήγηση των άγνωστων αιτιών.

Αυτό το Πρόσωπο αποτελεί το Απόλυτο Μυστήριο που κυριεύει και δεσπόζει σε όλη τη θρησκευτική πραγματικότητα και με αυτό το Πρόσωπο ασχολείται η Θεολογία. Η Θεολογία δεν προέρχεται από τις πολλαπλές εμπειρίες που αποκτά ο άνθρωπος από τον κόσμο, αλλά από μία πραγματικότητα που προηγείται του ίδιου του κόσμου. Το αντικείμενο της είναι ακριβώς, το Απόλυτο Μυστήριο έξω από τον κόσμο, ο εντελώς Άλλος, ο υπερβατικός Θεός ο οποίος ταυτόχρονα είναι και «ενδοκόσμιος», με την έννοια που Αυτός δεν εγκαταλείπει τα πλάσματά του. Είναι ένας Θεός που βρίσκεται στη ρίζα κάθε ύπαρξης, η αιτία κάθε άλλης αιτίας, το εσωτερικό στήριγμα, όχι μόνο κάθε όντος, αλλά και κάθε πράξης του.

Οι αρχές της Θεολογίας αφορούν την αλήθεια στην ολότητά της. Αυτή η αλήθεια μπορεί να εκφραστεί με διάφορους τρόπους ανάλογα με τον πολιτισμό κάθε λαού, όμως την ουσία της δεν μπορεί να την αλλάξει ο άνθρωπος, γιατί δεν εξαρτάται απ’ αυτόν. Η αλήθεια που αναλύει η Θεολογία αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο, ωστόσο, η Αλήθεια αυτή δεν είναι αφηρημένη, αλλά είναι ένα Πρόσωπο μπροστά στο οποίο πρέπει ο καθένας να πάρει μία θετική ή αρνητική θέση. Το να δεχθείς ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός έχει ουσιαστικές συνέπειες για τον βασικό προσανατολισμό του ανθρώπου.

Αυτή η απόλυτη αντίληψη του Θεού ως Πρόσωπο, σε αγαπητική σχέση με τον άνθρωπο, δεν αποκαλύφθηκε μόνο στη συνείδηση του ανθρώπου, στην εσωτερικότητά του, αλλά πήρε ιστορικές διαστάσεις στο πρόσωπο του Ιησού από την Ναζαρέτ. Ο Χριστός είναι ο συνδετικός κρίκος του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, η αληθινή εξήγηση του σύμπαντος, η απάντηση όλων αυτών των ερωτήσεων.

Το αντικείμενο της επιστήμης

Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται στους επιστήμονες σαν μία απλή ποιητική εξήγηση του κόσμου και της ανθρώπινης ύπαρξης, όμως δεν μπορούν ούτε να το αποδείξουν, ούτε και να απορρίψουν την Αλήθεια με την οποία ασχολείται η Θεολογία, γιατί αυτή η Αλήθεια βρίσκεται έξω από το πεδίο της έρευνας των επιστημόνων.

Πράγματι, οι θετικές επιστήμες ασχολούνται με την αντικειμενική και συγκεκριμένη πραγματικότητα. Η μέθοδος με την οποία εργάζονται οι επιστήμονες είναι διαφορετική από αυτήν της Θεολογίας. Η επιστήμη αναζητεί τις τακτικές και επαναλαμβανομένας συνδέσεις μεταξύ των συγκεκριμένων φαινομένων, τα οποία εκφράζει με μαθηματικές εξισώσεις (χρόνος – μήκος κλπ.). Η τακτική σχέση μεταξύ αιτιών και αιτιατών εκφράζεται με τους νόμους της φύσης. Και αυτοί οι νόμοι μπορούν πάντα να επαναληφθούν όταν βρίσκονται κάτω από κατάλληλες συνθήκες πάντοτε μέσα στο χρόνο και το χώρο.

Ωστόσο, οι φυσικοί νόμοι δεν είναι πάντοτε γενικοί, γιατί ένα γενικό σύνολο αλλαγών μπορεί να δημιουργήσει την ανάγκη να επεκταθούν, να εφαρμοστούν βάση άλλων κριτηρίων ή ακόμη να γίνει μία αλλαγή στη γενική θεώρηση του κόσμου. Έτσι π.χ. η κλασσική μηχανική είναι ακόμη χρήσιμη για να σχεδιαστεί και να πραγματοποιηθεί μία γέφυρα, όμως δεν είναι πια χρήσιμη για την περιγραφή ενός ατόμου, για το οποίο χρειάζεται η μηχανική των Κβάντ (η κβαντομηχανική). Με τη σειρά της, αυτή η μηχανική είναι κατάλληλη για τις μικρές ενέργειες και τις μικρές ταχύτητες, όμως για τις μεγάλες ταχύτητες και ενέργειες χρειάζεται η μηχανική της σχετικότητας.

Επομένως, το πεδίο όπου συναντάται η πίστη και η επιστήμη είναι διαφορετικό. Η δραματική παρεξήγηση αρχίζει από τη στιγμή που η κάθε μία από αυτές δεν παραμένει στο δικό της πεδίο δράσης, αλλά «μπαίνει στα χωράφια της άλλης». Έτσι όταν η θεολογία θέλησε να κρίνει την επιστήμη, είχαμε την τραγική περίπτωση του Γαλιλαίου, που καθυστέρησε την επιστήμη στα καθολικά κράτη κατά εκατό χρόνια. Το ίδιο συμβαίνει και όταν η επιστήμη δεν παραμένει στο επίπεδο της συγκεκριμένης δικής της εμπειρίας και θέλει να δώσει μία απάντηση σ’ αυτό που εκ φύσεως την υπερβαίνει, ξεφεύγοντας τελείως από τα δικά της κριτήρια ανάλυσης.

Όταν η επιστήμη και η Θεολογία παραμένουν κάθε μία στο δικό της πεδίο, δεν θα μπορεί να υπάρχει αντίφαση και αντίθεση μεταξύ τους. Η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού αναγνωρίζει πως: «Η μεθοδική έρευνα κάθε επιστήμης εάν προχωρεί κατά τρόπο πραγματικά επιστημονικό και σύμφωνα με τους ηθικούς κανόνες, δεν θα είναι ποτέ σε πραγματική αντίθεση με την πίστη, διότι οι κοσμικές πραγματικότητες και εκείνες της πίστης προέρχονται από τον ίδιο Θεό». (Διάταξη περί Εκκλησίας στο Σύγχρονο Κόσμο αριθμός 36).

Εξάλλου ο Χριστιανισμός δεν φοβάται καθόλου την επιστήμη. Μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές Ακαδημίες του κόσμου έχει την έδρα της στο Βατικανό. Αμέτρητοι είναι οι επιστήμονες που πιστεύουν και δηλώνουν πεπεισμένοι, μάλιστα, χριστιανοί: Στο παρελθόν είχαμε τον Νικόλαο Κοπέρνικο (1473-1543), τον Ιωάννη Κέπλερ (1571-1630), τον Γαλιλαίο, τον Ισαάκ Νεύτωνα, τον Καρτέσιο τον Κορνήλιο Γκάους (1777-1855) τον μεγαλύτερο μαθηματικό όλων των εποχών Ernst Kummer (1810-1893) ο οποίος επαναλάμβανε: «Δεν μπορώ να φαντασθώ άλλο χώρο, παρά εκείνο που μας έδωσε ο αγαπητός Θεός».

Ο Γάλλος αστρονόμος P. Laplace (1749-1827) σ’ ένα γράμμα προς το γιο του έγραφε: «Προσεύχομαι στο Θεό για να φρουρεί τη ζωή σου. Έχε Τον πάντοτε παρόντα στον νου σου όπως τον πατέρα και την μητέρα σου».

Ο Μαξ Πλανκ που πέθανε το 1947 και θεωρείται ο θεμελιωτής της σύγχρονης φυσικής, σε μία διάλεξη του με θέμα «Θρησκεία και φυσικές επιστήμες» ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων: «Οπουδήποτε και όσο βαθιά και αν προσηλώσουμε το βλέμμα μας, πουθενά δεν βρίσκουμε καμία αντίφαση μεταξύ θρησκείας και φυσικών επιστημών. Αντίθετα μάλιστα, στα κρισιμότερα ακριβώς σημεία, βρίσκουμε πλήρη συμφωνία. Θρησκεία και φυσικές επιστήμες δεν αποκλείουν η μία την άλλη, όπως φοβούνται μερικοί, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται. Επιπλέον, χειροπιαστή απόδειξη αυτού του γεγονότος, είναι ότι οι μεγαλύτεροι επιστήμονες όλων των εποχών, ήταν εμποτισμένοι από βαθιά θρησκευτική πίστη».

Ο Γερμανός ατομικός φυσικός Werner Karl Heisenberg (1901-1976), κάτοχος του βραβείου Νόμπελ για την φυσική, εκφράστηκε λέγοντας πως: «Ποτέ στη ζωή μου δεν αμφέβαλα για την αλήθεια που μας παρουσιάζουν η επιστήμη και η πίστη». Και στο βιβλίο του «Το όλο και το μέρος» υποστηρίζει ότι όλα όσα βλέπουμε, όλα όσα αισθανόμαστε, όλα πρέπει να κατευθύνονται από μία «Κεντρική τάξη» δηλ. από το Θεό.

Όλα αυτά μας οδηγούν να βγάλουμε ένα πρώτο βασικό συμπέρασμα σχετικά με το θέμα ο Θεός και η επιστήμη.

Ο Θεός και η επιστήμη

Η Θεολογία λοιπόν και οι θετικές επιστήμες είναι διαφορετικές, όσον αφορά το αντικείμενο τους, τη μέθοδο, τις πηγές της γνώσης τους, τ’ αποτελέσματα των αναζητήσεων τους, την εφαρμογή και τη γενικότητα αυτών των αποτελεσμάτων, και αυτό κυρίως σε ότι αφορά στο μυστήριο του Θεού.

Ο άνθρωπος, με τις περιορισμένες δυνατότητές του, δεν μπορεί να «συλλάβει» τον Θεό, όπως μας φανέρωσε τον εαυτόν του ο ίδιος ο Θεός, αλλά και ούτε ν’ αποδείξει επιστημονικά, την ύπαρξη Του ή τη μη ύπαρξη Του. Εάν μπορούσαμε ν’ αποδείξουμε την ύπαρξη Του, ο Θεός θα γίνονταν αντικείμενο της εμπειρίας μας και επομένως περιορισμένος: Θα ήταν ένα είδωλο του Θεού και όχι το ανέκφραστο μυστήριο του Θεού.

Η επιστήμη συνεπώς δεν μπορεί ν’ αποδείξει ούτε την ύπαρξη του Θεού ούτε τη μη ύπαρξη Του. Ωστόσο, η επιστήμη μπορεί να βρει «ίχνη» του Θεού. Από τα τόσα παραδείγματα, επιστημόνων που αναφέρονται σε αυτό το θέμα, θ’ αναφερθούμε σ’ ένα πολύ συγκλονιστικό. Ο μεγάλος ρώσος μαθηματικός Ιγκόρ Ζιαφάρεβιτς, μέλος της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών του Γκέττιγκεν το 1973, δημοσίευσε στον «παράνομο τύπο» της Ρωσίας ένα βιβλιαράκι. Εξαιτίας αυτού του έργου, τον Οκτώβριο του 1976 απολύθηκε από την υπηρεσία του, μετά από τριάντα χρόνια ακαδημαϊκής θητείας. Σ’ αυτό το βιβλιαράκι ο Ζιαφάρεβιτς υποστηρίζει ότι ο μαθηματικός αισθάνεται, ότι στη δομή των μαθηματικών και εν γένει στους νόμους της επιστήμης, υπάρχει μία τάξη και ένας ενιαίος προσανατολισμός. Όμως η ίδια η επιστήμη δεν μπορεί να ξέρει ποια είναι η κατεύθυνση και ο τελικός προορισμός της εξέλιξης. Για τον καθορισμό και τη σωστή διατύπωση του σκοπού των νόμων της φύσης, ο επιστήμονας χρειάζεται το «κάτι άλλο». Στη θρησκεία βρίσκεται η διαλεύκανση του σκοπού της μαθηματικής επιστήμης. Η επιστήμη γίνεται με αυτό τον τρόπο «ο δρόμος» προς τον Θεό.

Η Αγία Γραφή και η επιστήμη σχετικά με τη δημιουργία.

Η Αγία Γραφή δεν είναι ένα επιστημονικό βιβλίο και η επιστήμη δεν είναι Αγία Γραφή. Γι’ αυτό, όσον αφορά τη Δημιουργία, πρέπει να διευκρινίσουμε δύο σημεία: Το γεγονός της Δημιουργίας και ο τρόπος της Δημιουργίας.

Όσον αφορά το πρώτο σημείο, το γεγονός της Δημιουργίας, για το από που δηλαδή κατάγεται ο κόσμος, ποια είναι η αρχή του, η επιστήμη δεν έχει να πει τίποτα και δεν μπορεί να πει τίποτα, αν θέλει να παραμείνει επιστήμη και να μη μετατραπεί σε φιλοσοφία ή θεολογία.

Πράγματι, η επιστήμη μελετά τον κόσμο από τη στιγμή που υπάρχει. Η Γεωλογία, η Φυσική, η Βιολογία, η Ανθρωπολογία, η Παλαιοντολογία είναι επιστήμες που μελετούν τα δεδομένα, αυτά που ήδη υφίστανται, αλλά δεν μπορούν να πάνε πέρα από αυτά. Όπως γνωρίζουμε σήμερα, η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» (Big Bang) είναι η πιο γνώστη θεωρία που επιχειρεί να ερμηνεύσει τη δημιουργία και την εξέλιξη του σύμπαντος. Αρχικά, πρόκειται ακόμα για μία θεωρία, η οποία δεν μπορεί να έχει την απαίτηση να «ερμηνεύσει» τη δημιουργία. Για τη θεολογία, η δημιουργία του σύμπαντος αναφέρεται στη δημιουργία «εκ του μηδενός», δηλαδή από τη μη ύπαρξη στην ύπαρξη. Η θεωρία του Big Bang προϋποθέτει μια «υπερβολικά πυκνή και θερμή μάζα, συγκεντρωμένη σε ένα και μοναδικό σημείο που εξεράγη, δημιουργώντας τους γαλαξίες». Η επιστήμη ξεκινά, λοιπόν, από αυτήν τη «θερμή μάζα». Πριν από αυτήν, η επιστήμη δεν έχει λόγο. Η επιστήμη αναφέρεται στην εξέλιξη μίας ήδη υπάρχουσας πραγματικότητας, αυτής με την οποία ασχολείται η θεολογία.

Σχετικά με αυτό το θέμα είναι σημαντική η μαρτυρία του μεγαλύτερου παλαιοντολόγου του 20ου του George Gaylord Simpson (1902 – 1984), που υπήρξε ένας από τους κυριότερους υποστηρικτές της θεωρίας της Εξελίξεως: «Το οριστικό μυστήριο της καταγωγής του κόσμου παραμένει πέρα από κάθε δυνατότητα επιστημονικής έρευνας και, πιθανόν, πέρα από κάθε δυνατότητα λογικής ανθρώπινης σύλληψης. Εδώ επεμβαίνει μόνο η Πρώτη Αρχή της Θεολογίας και της Φιλοσοφίας».

Μία διαμάχη μεταξύ Αγίας Γραφής και επιστήμης μπορεί να δημιουργηθεί μόνο γύρω από το πώς αναπτύχθηκε η δημιουργία από τη στιγμή που άρχισε να υπάρχει.

Πάνω σ’ αυτό το σημείο η Αγία Γραφή δεν έχει «επιστημονικές» απαντήσεις να μας δώσει. Οι περιγραφές που μας δίνει για το ΠΏΣ της δημιουργίας είναι ποιητικές και δεν μας δεσμεύουν. Αυτό που μας δεσμεύει είναι το θρησκευτικό μήνυμα που θέλουν να μας μεταδώσουν αυτά τα ποιητικά διηγήματα. Αυτό το μήνυμα είναι το εξής: «Ο άνθρωπος έχει από το Θεό ένα ανώτερο πεπρωμένο και ο κόσμος είναι πλασμένος από το μοναδικό Θεό, για να γίνει ο χώρος και το μέσο για την ανύψωση του ανθρώπου».
Μόνο αυτές οι θρησκευτικές αλήθειες αφορούν την πίστη μας. Για το πώς εξελίχθηκε ο κόσμος, αυτό είναι υπόθεση της επιστήμης.

Η θεωρία της εξελίξεως και η Αγία Γραφή.

Έμμεσα έχουμε δώσει ήδη την απάντηση και σ’ αυτό το ερώτημα. Αυτό που κάνει εντύπωση, όταν συσχετίζουμε την Αγία Γραφή και τη θεωρία της εξελίξεως, δεν είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τη θεωρία αυτή ο άνθρωπος προέρχεται από τον πίθηκο (για τη Βίβλο τα πράγματα είναι «χειρότερα» καθότι λέει ότι ο άνθρωπος προέρχεται από το χώμα) αλλά γιατί αυτή η θεωρία δεν αντιστοιχεί καθόλου με ότι μας διηγείται η Αγία Γραφή, γύρω από την καταγωγή και την εξέλιξη του ανθρώπου. Μας παρουσιάζει έναν άνθρωπο που βγαίνει από τα χέρια του Θεού, ήδη, τέλειος. Όμως, και εδώ ισχύει αυτό που είπαμε για τη δημιουργία: Οι περιγραφές της Γένεσης για το ΠΏΣ δημιουργήθηκε ο άνθρωπος είναι ποιητικές, όχι επιστημονικές. Ο Galileo Galilei, επαναλάμβανε: «Ο σκοπός της Αγίας Γραφής είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο στη σωτηρία», και «Αγία Γραφή και επιστήμη είναι δύο διαφορετικές φανερώσεις του Θεού». Η κατά γράμμα ερμηνεία των πρώτων κεφαλαίων της Γένεσης, αποτελεί φονταμενταλιστική ερμηνεία και είναι αντίθετη με τη διδασκαλία της Εκκλησίας.

Σε μία εκπομπή σε κάποιο κανάλι της ελληνικής τηλεόρασης τέθηκε ένα ερώτημα σε έναν επιστήμονα, καθηγητή κάποιου πανεπιστημίου της Αμερικής: «Υπάρχει αντίφαση ή αντίθεση μεταξύ πίστης και θεωρίας της εξέλιξης;». Η απάντηση ήταν: «Η διάσταση μεταξύ θρησκείας και επιστήμης όσον αφορά τη θεωρία της εξελίξεως είναι ξεπερασμένη, γιατί ο πιστός μπορεί να σκεφτεί ότι ο Θεός έφτιαξε τους νόμους με τους οποίους αναπτύσσεται η εξελικτική πορεία της ζωής και έδωσε την δυνατότητα στην ύλη να φτιάξει τη ζωή».

Η βάση λοιπόν, το στήριγμα της εξελίξεως, είναι η δημιουργική δύναμη του Θεού.

Ο επιστήμονας, βάσει των επιστημονικών του κριτηρίων, δεν μπορεί να αποδείξει το αδύνατο του ισχυρισμού που προέρχεται από την πίστη, μάλλον ο μη προκατειλημμένος επιστήμονας είναι αυτός που θα αντιληφθεί ότι η εξελικτική πορεία της φύσεως βαδίζει προς μία κατεύθυνση, προς ένα σκοπό. Αυτή η κατεύθυνση, αυτός ο σκοπός της εξελίξεως μας κάνει να σκεφτούμε ότι κάποιος χορηγεί στη φύση αυτή τη δυνατότητα να εξελιχθεί και την οδηγεί προς ένα Τέλος, προς ένα Σκοπό.

Το πιο χειροπιαστό παράδειγμα αυτής της πορείας της εξελίξεως προς ένα σκοπό είναι η ανακάλυψη του DNA.

Όπως έλεγε ο αμερικάνος καθηγητής Marshall Warren Niremberg (1927-2010), βραβείο Νόμπελ φυσιολογίας και ιατρικής το 1968: «Κάθε ζωντανό όν έχει το δικό του Βιογενετικό πρόγραμμα, χαραγμένο πάνω στην ταινία DNA. Βάσει αυτού του προγράμματος το ζωντανό όν αυτοδημιουργείται και μετά ζει. Ποιός όμως χάραξε, εκ των προτέρων, αυτό το πρόγραμμα στη βιογενετική ταινία;», διερωτάται ο γνωστός επιστήμονας βιοχημικός και γενετιστής, και την απάντηση τη δίνει η πίστη.

Εξωγήινη ζωή και η Πίστη.

Το θέμα αν υπάρχει ζωή ή όχι στους άλλους πλανήτες και κυρίως αν υπάρχουν ανθρώπινα όντα και σε ποια σχέση βρίσκονται με το Χριστό, έχει απασχολήσει, ήδη από προηγούμενους αιώνες τους διανοούμενους.

Πάντως το ν’ αποδειχθεί αν υπάρχει ζωή ή όχι στους άλλους πλανήτες αφορά την επιστήμη. Από θεολογική άποψη δεν υπάρχει καμία δυσκολία να παραδεχτούμε ότι μπορεί να υπάρχει ανθρώπινη ζωή στο Σύμπαν.

Γι’ αυτόν που πιστεύει, το Σύμπαν μέσα στην απεραντοσύνη του, είναι δημιούργημα του άπειρου Θεού, που γεμίζει με την παρουσία Του όλο αυτό το απέραντο Σύνολο. Για τον πιστό, λοιπόν, αν αποδειχθεί επιστημονικά η παρουσία ανθρώπινης ζωής σ’ αυτό το σύμπαν, θα έχει μία επιπλέον ευκαιρία να προσκυνήσει και να δοξάσει ακόμα περισσότερο αυτόν τον Άπειρο και Παντοδύναμο Θεό. Κι’ αυτό ισχύει ακόμα και αν οι άνθρωποι, αυτού του μακρινού πλανήτη, δεν πιστεύουν στο Θεό και λατρεύουν είδωλα φτιαγμένα με τα χέρια τους. Και πάνω στη γη μας, σε διάφορες περιοχές, υπήρξε και υπάρχει πολυθεϊσμός και αθεϊσμός, μαζί με την πραγματική πίστη στο Θεό.

Η πίστη στο Θεό και στη σωτηρία δεν χρειάζονται «πειραματικές» επαληθεύσεις σαν κι’ αυτές που μεταχειρίζεται η θετική επιστήμη. Η μοναδική της πηγή είναι η καρδιά του ανθρώπου και η αποκάλυψη του ίδιου του Θεού.

Όσον αφορά την σχέση των όντων με το Χριστό, ακόμα και των εξωγήινων αν υπάρχουν, η Αγία Γραφή μας δίνει μία απάντηση. Ο Χριστός δεν αφορά μόνο τη δική μας Γη αλλά αφορά ολόκληρο το Σύμπαν.

Ο Απόστολος Παύλος σε ένα συγκλονιστικό χριστολογικό ύμνο διδάσκει: «Αυτός (ο Χριστός) είναι η εικόνα του αοράτου Θεού, πρωτότοκος όλων των δημιουργημάτων γιατί δι’ αυτού δημιουργήθηκαν τα Πάντα, τα επουράνια και τα επίγεια, τα ορατά και τα αόρατα… Τα πάντα δι’ αυτού και δι’ αυτών έχουν δημιουργηθεί. Αυτός υπάρχει πριν απ’ όλα και όλα δι’ αυτού συγκρατούνται στην ύπαρξη» (Προς Κολ.1,15-17).

Ότι υπάρχει λοιπόν στο σύμπαν, από τα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων γαλαξιών, ως την ανθρώπινη ζωή, όπου και να βρίσκεται, έχει δημιουργηθεί μέσω του Χριστού και για το Χριστό. Ο Χριστός δεν είναι «προϊόν» της ανθρώπινης αμαρτίας, αλλά το Άλφα και το Ωμέγα, η Αρχή και το Τέλος του Σύμπαντος (Αποκάλυψη, 22,13).

Για τους ανθρώπους του πλανήτη μας, τυγχάνει να είναι και ο Λυτρωτής από την αμαρτία.

Για όλα τα ανθρώπινα όντα του Σύμπαντος, ο Χριστός αποτελεί την Αιτία και το Σκοπό της ύπαρξής τους.

† Ιωάννης Σπιτέρης

 

 

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

Mελέτη του Ευαγγελίου της ημέρας

ΣΑΒΒΑΤΟ  ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ ΤΕΣΣΡΑΚΟΣΤΗΣ 20 Απριλίου 2024 ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ Ανάγνωσμα από το κατά Ιωάννη Άγιο Ευαγγέλιο (7, 40-45) Τότε, εκείνοι απ’τον κόσμο που άκουσαν

Πρόγραμμα Θείων Λειτουργιών 20-21.4.2024

Οικισμός Ενορία  20 -21 Απριλίου 2024 Αγάπη Αγίου Αγαπητού 20/4 Σάββατο    18.00 Θεία Λειτουργία Αετοφωλιά Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου – Άνδρος Καθεδρικού Ναού Αγίου

Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου