Υπάρχει ένα όνομα που ακούγεται στις προσευχές μας αυτές τις μέρες της Μ. Εβδομάδας, το όνομα του Ιούδα, του προδότη. Όποιος προδίδει τον Κύριο, προδίδει την ψυχή του, προδίδει τα αδέλφια, προδίδει τη συνείδησή του, προδίδει το καθήκον του και γίνεται ένας δυστυχισμένος.
Ο Κύριος είναι παρών, είναι ο αποδέκτης του πόνου αυτής της προδοσίας, που θα πρέπει να προκάλεσε απεριόριστη ταλαιπωρία στην ψυχή του Κυρίου.
Καημένε Ιούδα!
Είναι ένα από τα πιο μυστήρια πρόσωπα που συναντάμε στα πάθη του Κυρίου. Περιορίζομαι σε τούτο: να ζητήσω έλεος για τον αδελφό μας τον Ιούδα.
Μην ντρέπεστε να δεχθείτε για τον εαυτό σας αυτή την αδελφική συγγένεια !
Εγώ δεν ντρέπομαι, γιατί ξέρω πόσες φορές πρόδωσα τον Κύριο, κανένας δεν πρέπει να ντρέπεται γι’ αυτόν. Και αποκαλώντας τον "αδελφό", είμαστε σύμφωνοι με την ορολογία του Κυρίου. Όταν δέχθηκε τον ασπασμό της προδοσίας, στη Γεσθημανή, ο Κύριος του απάντησε μ’ εκείνα τα λόγια που δεν πρέπει να τα ξεχνούμε: «Φίλε, μ’ έναν ασπασμό προδίδεις τον Υιό του Ανθρώπου;».
"Φίλε", αυτή η λέξη δείχνει την άπειρη τρυφερότητα της φιλανθρωπίας του Κυρίου, εξηγεί γιατί τον ονομάσαμε "αδελφό". Στο Δείπνο είχε πει: «Δεν θα σας αποκαλέσω υπηρέτες, αλλά φίλους».
Οι απόστολοι έγιναν φίλοι του Κυρίου, καλοί ή όχι, γενναιόδωροι ή όχι, πιστοί ή όχι, παραμένουν πάντα φίλοι.
Δεν μπορούμε να προδώσουμε τη φιλία του Χριστού, ο Χριστός δεν προδίδει ποτέ εμάς, τους φίλους Του. Ακόμη και όταν δεν το αξίζουμε, ακόμη και όταν στρεφόμαστε εναντίον Του, ακόμη και όταν Τον αρνούμαστε. Μπροστά στα μάτια Του, μπροστά στην καρδιά Του, εμείς είμαστε πάντα οι φίλοι του Κυρίου.
Ο Ιούδας, είναι ένας φίλος του Κυρίου, ακόμη και τη στιγμή που, φιλώντας Τον, πραγματοποιεί την προδοσία του Δάσκαλου.
Πως κατέληξε στην προδοσία; Γνωρίζουμε το μυστήριο του κακού;
Κανένας από εμάς δεν ανακάλυψε μέσα του το κακό. Το είδαμε το κακό να μεγαλώνει, δεν ξέρουμε γιατί εγκαταλείψαμε τον εαυτό μας στο κακό, γιατί γίναμε βλάσφημοι, αρνητές. Δεν ξέρουμε γιατί γυρίσαμε τις πλάτες στον Χριστό και στην εκκλησία. Σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή, προέκυψε το κακό. Από πού προέκυψε; Ποιος μας το δίδαξε; Ποιος μας αφαίρεσε τη δυνατότητα να πιστεύουμε στο καλό, να αγαπάμε το καλό, να δεχόμαστε το καθήκον, να αντιμετωπίζουμε τη ζωή ως αποστολή;
Κοιτάξτε τον Ιούδα, τον αδελφό μας, αδελφό σ’ αυτή την κοινή μιζέρια και σ’ αυτή την έκπληξη.
Κάποιος πρέπει να βοήθησε τον Ιούδα να γίνει προδότης.
Υπάρχει ένας λόγος στο Ευαγγέλιο, που δεν εξηγεί το μυστήριο του κακού στον Ιούδα, αλλά το θέτει μπροστά μας μ’ έναν εντυπωσιακό τρόπο: «Ο Σατανάς τον έχει κυριέψει», δημιούργησε κατοχή σ’ αυτόν. Κάποιος πρέπει να τον έχει εισαγάγει. Πόσος κόσμος έχει το επάγγελμα του Σατανά: καταστρέφοντας το έργο του Θεού, απομονώνοντας τις συνειδήσεις, διαδίδοντας την αμφιβολία, εισάγοντας την απιστία, αφαιρώντας την εμπιστοσύνη στον Θεό, σβήνοντας τον Θεό από την καρδιά τόσων πλασμάτων. Αυτό είναι το έργο του κακού: είναι το έργο του Σατανά. Ενήργησε στον Ιούδα, μπορεί να ενεργήσει και σ’ εμάς.
Γι’ αυτό ο Ιησούς, στον Κήπο, είπε: «Παραμένετε ξύπνιοι και προσεύχεστε, για να μην μπείτε στον πειρασμό».
Και ο πειρασμός ξεκίνησε με το χρήμα. Τα χέρια που μετράνε το χρήμα: Πόσα μου δίνετε αν σας τον παραδώσω; Στοιχίζει τριάντα νομίσματα…
Ορίστε το αντίτιμο. Τριάντα νομίσματα, το μικρό κέρδος… κατατάσσεται ο Ιούδας σαν ένας πολύ κακός επιχειρηματίας. Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι έχουν κάνει μια καλή επένδυση πουλώντας τον Χριστό, αρνούμενοι τον Χριστό, παίρνοντας θέση από την πλευρά των εχθρών. Το κέρδος: τριάντα νομίσματα!
Δεν έχουμε τη δύναμη να τα κρατήσουμε στα χέρια. Φεύγουν γιατί όπου η συνείδηση δεν είναι ήσυχη, το χρήμα γίνεται βασανιστήριο.
Μια χειρονομία υποδηλώνει ένα ανθρώπινο μεγαλείο: τους τα ρίχνει εκεί.
Εκείνος ο κόσμος καταλαβαίνει; Τα συγκεντρώνει και λέει: «Επειδή έχουν αίμα θα τα βάλουμε στο περιθώριο. Θα αγοράσουμε ένα κομμάτι γης και θα κάνουμε ένα κοιμητήριο για τους ξένους που πεθαίνουν στη διάρκεια του Πάσχα και στις άλλες μεγάλες γιορτές του λαού μας».
Και η σκηνή αλλάζει. Αύριο το βράδυ (Μεγάλη Παρασκευή), όταν θα υψώσουμε τα μάτια στον Σταυρό θα φανούν δύο αγχόνες: ο Σταυρός του Χριστού, και ένα δέντρο όπου απαγχονίστηκε ο προδότης.
Καημένε Ιούδα, καημένε αδελφέ μας!
Το πιο μεγάλο αμάρτημα δεν είναι να πουλήσεις τον Χριστό, είναι να απελπίζεσαι. Και ο Πέτρος είχε αρνηθεί τον Δάσκαλο και μετά, όταν Τον κοίταξε, άρχισε να κλαίει. Και ο Κύριος τον έβαλε πίσω στη θέση του: τον έκανε ποιμένα των προβάτων Του . Όλοι οι απόστολοι εγκατέλειψαν τον Κύριο και επέστρεψαν. Και ο Χριστός τους συγχώρησε. Και τους εμπιστεύθηκε και πάλι.
Θα υπήρχε μια θέση και για τον Ιούδα, αν αυτός το είχε θελήσει, αν είχε έρθει στον Γολγοθά, αν τον είχε κοιτάξει τουλάχιστον σε μια γωνία, σε μια στροφή του δρόμου της πορείας του Σταυρού. Η σωτηρία θα είχε φτάσει και γι’ αυτόν.
Καημένε Ιούδα!
Ένας σταυρός και το δέντρο ενός απαγχονισμένου, μερικά καρφιά και ένα σκοινί.
Θα πείτε: «Πεθαίνει ο ένας, πεθαίνει κι ο άλλος».
Αλλά ποιος είναι ο θάνατος που εμείς επιλέγουμε: θάνατο όπως του Χριστού με την ελπίδα του Χριστού ή απαγχονισμένοι, απελπισμένοι, δίχως τίποτα μπροστά μας;
Αλλά εγώ αγαπάω και τον Ιούδα: Είναι αδελφός μου, ο Ιούδας.
Θα προσευχηθώ γι’ αυτόν, γιατί εγώ δεν κρίνω, εγώ δεν καταδικάζω. Θα έπρεπε να κρίνω τον εαυτό μου, θα έπρεπε να καταδικάσω τον εαυτό μου.
Δεν μπορώ να μην σκεφτώ και για τον Ιούδα το έλεος του Θεού, αυτό το αγκάλιασμα φιλανθρωπίας, τη λέξη "φίλος" που ο Κύριος του είπε, καθώς εκείνος Τον ασπαζόταν για να Τον προδώσει, εγώ δεν μπορώ να σκεφτώ ότι αυτή η λέξη δεν έκανε τον δρόμο της στη φτωχή του καρδιά.
Ίσως, την τελευταία στιγμή, με τη θύμηση εκείνης της λέξης και της αποδοχής του ασπασμού του, ίσως και ο Ιούδας να κατάλαβε ότι ο Κύριος τον αγαπούσε ακόμη και ότι τον δεχόταν μεταξύ των δικών του.
Ίσως ο πρώτος απόστολος να μπήκε στην πορεία του Σταυρού μαζί με τους δύο ληστές. Μια πομπή που σίγουρα δεν είναι τιμητική για τον Υιό του Θεού, όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε, αλλά που στην πραγματικότητα είναι μια μεγαλειότητα του ελέους Του.
Στην αναπαράσταση του Νιπτήρα, φιλώντας εκείνα τα πόδια, εγώ σκέφτομαι για μια στιγμή τον Ιούδα που έχω μέσα μου, τον Ιούδα που ίσως και εσείς να έχετε μέσα σας.
Θα ήθελα να παρακαλέσω τον Ιησού, τον Ιησού που μας δέχεται όπως είμαστε, θα ήθελα να τον παρακαλέσω, ως μετοχή στην πασχαλινή χαρά, να μας επιτρέψει να Τον αποκαλέσουμε "φίλο". Γιατί το Πάσχα είναι αυτός ο λόγος, και αναφέρεται σε έναν καημένο Ιούδα σαν εμένα, και αναφέρεται σε πολλούς καημένους Ιούδες, σαν εσάς.
Αυτή είναι η χαρά, ότι ο Θεός μας αγαπάει, ότι ο Θεός μας συγχωρεί, ότι ο Χριστός δεν θέλει να απελπιζόμαστε. Ακόμη και όταν εμείς στρεφόμαστε κάθε στιγμή εναντίον Του, ακόμη και όταν τον βλασφημούμε, ακόμη και όταν αρνούμαστε την επίσκεψη του ιερέα την τελευταία στιγμή της ζωής μας, θυμηθείτε ότι γι’ αυτόν, εμείς θα είμαστε πάντα οι φίλοι.
(Bozzolo, Μεγάλη Πέμπτη 1958)
Μεταφ. Ελένη Βασιλειάδου