Η περιπέτεια του Αγίου Βαλεντίνου στη Λέσβο
Το άρθρο στην «Ελευθεροτυπία» της 14ης Ιανουαρίου 2009 που αποκάλυψε τη ύπαρξη των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου και οδήγησε στην επιστροφή τους
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 12/2/2020
Σχεδόν επί έναν ολόκληρο αιώνα οι χιλιάδες των κατοίκων ή των περαστικών της Μυτιλήνης, Οθωμανοί ή Έλληνες ή φραγκολεβαντίνοι, χριστιανοί ορθόδοξοι και μη, αλλά και μουσουλμάνοι, «παρήλαυναν» μπροστά από τα λείψανα ενός Αγίου που αν μη τι άλλο, εκτός από προστάτης των ερωτευμένων, θα μπορούσε να είναι και προστάτης της λεσβιακής οικονομίας.
Ο λόγος για τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου, που βρίσκονταν μέχρι το 1990 στην Καθολική Εκκλησία της Μυτιλήνης, τη γνωστή σε όλους μας «Φραγκοκκλησιά» στην οδό Ερμού, κάτω από την Αγία Τράπεζα. Το 1990 μεταφέρθηκαν από τον τότε εφημέριο της Καθολικής Εκκλησίας της Μυτιλήνης, φραγκισκανό μοναχό π. Τορκουάτο Μορίνη, μια και ελλείψει πληρώματος της Εκκλησίας δεν διέμενε πια στο νησί αλλά στην Αθήνα και περιστασιακά εξυπηρετούσε και τη Μυτιλήνη.
Κάποια τμήματα από αυτά τα λείψανα τοποθετήθηκαν στο παρεκκλήσι του Τάγματος των Καπουτσίνων, το αφιερωμένο στους Αγίους Φραγκίσκο και Κλάρα, στην οδό Γκιλφόρδου 7 στην πλατεία Βικτωρίας στην Αθήνα, και κάποια άλλα λέγεται πως στάλθηκαν στην έδρα της Καθολικής Εκκλησίας στη Ρώμη, από όπου και είχαν ξεκινήσει το ταξίδι τους στην Ανατολή πριν από δύο αιώνες…
Σύμφωνα με την αγιολογία των καθολικών, ο πιθανότατα πρεσβύτερος Βαλεντίνος συνελήφθη στη Ρώμη όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος Β', ο επονομαζόμενος και Γότθος. Αφού βασανίστηκε, εκτελέστηκε διά αποκεφαλισμού στις 14 Φεβρουαρίου του 268 στην οδό Φλαμίνια. Οι σύντροφοί του τότε περισυνέλεξαν το αίμα του σε ένα γυάλινο φιαλίδιο και έθαψαν το σώμα του μαζί με το γυάλινο φιαλίδιο στις κατακόμβες της Αγίας Πρισκίλλας.
«Λησμονήθηκε»
Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Παπαδάκης – Περιθωράκης, που έχει γράψει και σχετική μελέτη, το νεκρό σώμα του Αγίου Βαλεντίνου με την πάροδο του χρόνου κατά κάποιον τρόπο «λησμονήθηκε» σαν λείψανο, δεδομένου ότι σχεδόν καθημερινά ενταφιάζονταν σε αυτές τις κατακόμβες και νέοι μάρτυρες και για αρκετούς αιώνες.
Η ανάμνηση, όμως, του μαρτυρίου του Αγίου Βαλεντίνου παρέμεινε ζωηρή, ιδιαίτερα στην τοπική Εκκλησία της Ρώμης.
Το έτος 1815 τη γαλήνη των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου, που «ξεχασμένα» αναπαύονταν στη νεκρούπολη των κατακομβών, διέκοψαν τα βήματα του φύλακα των κατακομβών π. Πέτρου Κόμπι, που έφτασε ακριβώς μπροστά στον σκαλισμένο στο τοίχωμα των κατακομβών τάφο με τη μισοσβησμένη επιγραφή: ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ.
Στις 22 Σεπτεμβρίου του 1815, όταν Πάπας στη Ρώμη ήταν ο Πίος ο 7ος, ο τότε βικάριός του καρδινάλιος Ιούλιος ντι Σομάλια κατόπιν εντολής του ποντίφικα, επέτρεψε την αφαίρεση των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου από τις κατακόμβες της Αγίας Πρισκίλλας. Τα συγκεκριμένα λείψανα δωρήθηκαν στον ιερέα ευγενή Ιωάννη-Βαπτιστή Longarini di S. Costanzo από το δουκάτο του Ουρμπίνο. Ο ιερέας αυτός ήταν παρεκκλησιάρχης και υμνωδός στο βασιλικό παρεκκλήσι του καθεδρικού ναού του Ispali στη Σεβίλλη της Ισπανίας.
Στη λειψανοθήκη, εκτός από τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου, τοποθετήθηκε και το φιαλίδιο στο οποίο οι σύντροφοί του είχαν περισυλλέξει και τοποθετήσει το αίμα του από τον αποκεφαλισμό. Στην ίδια λειψανοθήκη τοποθετήθηκε και μια συνοδευτική περγαμηνή αυθεντικότητας. Στη συνέχεια, δε, ασφαλίστηκε με ειδικές μεταξωτές κόκκινες κορδέλες, στερεωμένες και σφραγισμένες με βουλοκέρια της αρμόδιας εκκλησιαστικής αρχής.
Εκτός από την προαναφερθείσα εσωτερική περγαμηνή, ας σημειωθεί πως υπάρχουν και εξωτερικά συνοδευτικά έγγραφα. Κάπως έτσι άρχισε το ταξίδι του συγκεκριμένου αγίου Βαλεντίνου, ενός από τους 18 Αγίους της καθολικής Εκκλησίας με το ίδιο όνομα.
Για δεύτερη φορά μετά το 1815 τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου τα συναντάμε το 1907 στη Μυτιλήνη. Η Κοινότητα των Καθολικών της Μυτιλήνης ήταν ευάριθμη τότε με μέλη που εκκλησιάζονταν ανελλιπώς στον καθολικό ναό της Θεοτόκου στην οδό Ερμού. Η Καθολική Κοινότητα της Μυτιλήνης τότε εκκλησιαστικά υπαγόταν στον καθολικό επίσκοπο Χίου και αυτός με τη σειρά του στον καθολικό αρχιεπίσκοπο Σμύρνης.
Κληροδοτήθηκαν
Πώς έφτασαν τα λείψανα στη Μυτιλήνη παραμένει άγνωστο. Θεωρείται πως με τον θάνατο του παρεκκλησιάρχη και ευγενούς Ιωάννου-Βαπτιστού Longarini di S. Costanzo, τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου κληροδοτήθηκαν σε κάποιον από τους οικείους του, ο οποίος με τη σειρά του τα κληροδότησε σε κάποιον απόγονό του, που πιθανότατα θα μετανάστευσε στη Μυτιλήνη περί τα τέλη του 19ου αιώνα.
Γεγονός, και μάλιστα βασιζόμενο σε επίσημα έγγραφα, είναι ότι στις 26 Απριλίου του 1907 ο τότε καθολικός αρχιεπίσκοπος Σμύρνης Δομήνικος Μαρέγκος, στη διάρκεια μιας ποιμαντικής του επίσκεψης στη Μυτιλήνη, προέβη -ίσως και ύστερα από αίτημα- σε αυτοψία και αυθεντικοποίηση των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου. Τα λείψανα είχαν τοποθετηθεί κάτω από το κεντρικό ιερό βήμα του καθολικού ναού της Μυτιλήνης, τα οποία πιθανότατα είχαν δοθεί προς φύλαξη από τον κάτοχό τους στον τότε εφημέριο της Μυτιλήνης.
Εκτός, όμως, απ' αυτό το επίσημο αρχιεπισκοπικό ντοκουμέντο αυθεντικοποίησης, σώζεται και ιδιόχειρο σημείωμα του τότε καθολικού εφημερίου Μυτιλήνης π. Βίτου-Ροβέρτου, όπου μεταξύ των άλλων επιβεβαιώνεται με ημερομηνία «Μυτιλήνη 1.5.1907» η πραγματοποιηθείσα αυτοψία. Τελευταία κάτοχος των τιμίων λειψάνων ήταν η Λουκία Θεοφανοπούλου Bongigli, η οποία τα δώρησε στον καθολικό ναό της Μυτιλήνης. Και τα λείψανα ξεχάστηκαν μέχρι το 1990.
Στην Αθήνα
Όπως γράψαμε πριν, το έτος 1990, όταν εφημέριος του καθολικού ναού της Μυτιλήνης, υπερήλικας πια, ήταν ο φραγκισκανός μοναχός π. Τορκουάτο Μορίνι, αποφάσισε τη μετακομιδή των τιμίων λειψάνων από τον ναό της Μυτιλήνης στον ναό Αγίων Φραγκίσκου και Κλάρας των Ιταλών, στην οδό Γκιλφόρδου 7, στην Αθήνα. Για πολλούς παραμένει ανεξήγητη η «εχεμύθεια» του τότε εφημερίου Μυτιλήνης π. Τορκουάτου σχετικά με την ύπαρξη αυτών των λειψάνων στον ναό της Μυτιλήνης, την οποία δεν είχε κοινοποιήσει σε κανένα, και μάλιστα σε μια εποχή που η φήμη του Αγίου Βαλεντίνου σαν προστάτη των ερωτευμένων είχε αρχίσει να φτάνει στα πέρατα του κόσμου.
Κάτι που, αν μη τι άλλο, θα αποτελούσε και δόξα για τον άδειο και ξεχασμένο καθολικό ναό του στη Μυτιλήνη. Ίσως και να ήθελε ο μοναχός να μη συνδεθεί ο άγιος με την εμπορικοποίηση που τότε είχε αρχίσει να αναπτύσσεται. Έφερε, λοιπόν, κυριολεκτικά κρυφά τα λείψανα από τη Μυτιλήνη στην Αθήνα. Με κάθε «μυστικότητα» τα τοποθέτησε κάτω από την Αγία Τράπεζα του εσωτερικού παρεκκλησίου του ναού των Ιταλών στην πλατεία Βικτωρίας στην Αθήνα, που έχει τη μορφή ροτόντας και είναι ολομάρμαρη, παρεκκλήσι που τώρα είναι αφιερωμένο στον Άγιο Βαλεντίνο.
Το 1994 και μετά τον θάνατο του π. Τορκουάτου η λειψανοθήκη βρέθηκε επιμελώς «κρυμμένη» από τον Δημήτριο Παπαδάκη – Περιθωράκη. Ακόμα και το τζάμι της λειψανοθήκης ήταν καλυμμένο με ύφασμα και το κιβώτιο με τα λείψανα έδινε την εντύπωση ότι περιείχε μάλλον κάποια ιερά σκεύη παρά τα λείψανα του πασίγνωστου πλέον σε όλο τον κόσμο μάρτυρα Βαλεντίνου!
Όποιοι -λίγοι- ξέρουν την ύπαρξή τους περνούν στις 14 Φεβρουαρίου από το καθολικό παρεκκλήσι στην πολύβουη πλατεία Βικτωρίας και παίρνουν κάτι σαν «δώρο», ένα τριαντάφυλλο. Στη Μυτιλήνη η καθολική «φραγκοκκλησιά» όπου ο Αγιος Βαλεντίνος αναπαύθηκε επί έναν αιώνα παραμένει κλειστή κι έρημη.
* Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 2009 στην αθηναϊκή εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» όπου τότε εργαζόμουν. Ακολούθησε πλήθος συζητήσεων και παρεμβάσεων, η επισκευή της Καθολικής Εκκλησίας, η επιστροφή των λειψάνων και τέλος οι εκδηλώσεις που γινόταν με μεγαλοπρέπεια κάθε χρόνο μαζί με τις ολοένα και λιγότερες αντιδράσεις. Φέτος η δημοτική αρχή επέλεξε να μην πραγματοποιήσει αυτές τις εκδηλώσεις για λόγους που δεν έγιναν γνωστοί. Παρά ταύτα η ουσιαστική προβολή της όλης υπόθεσης παραμένει ζητούμενο.
Στρατής Μπαλάσκας, 11 χρόνια μετά.