ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΒΡΥΣΙΩΤΙΣΣΑΣ

ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ Η  ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΒΡΥΣΙΩΤΙΣΣΑΣ

Σε μια φτωχιά «καλόγρια του σπιτιού», που ανήκε στο Τρίτο Τάγμα του Αγίου Φραγκίσκου, στο χωριό Ταραμπάδος, έλαχε η τύχη να βοηθήσει στην εύρεση της εικόνας της Παναγίας. Μια νύχτα, λέει ο θρύλος και η παράδοση, ενώ η καλόγρια κοιμόταν στο φτωχικό της σπιτάκι, στο όνειρό της φάνηκε η Παναγία που μ’ αγάπη της μίλησε και της είπε: «Κόρη μου, πήγαινε στον Πρε Ζάννε (τον εφημέριο του χωριού) και πες του, πως από πολλά χρόνια βρίσκομαι κρυμμένη κάτω από το χώμα και τώρα θέλω να βγω. Ας πάρει ανθρώπους μαζί του κι ας πάει στο τάδε μέρος, κοντά στη ρεματιά που οδηγεί προς τον Αγ. Ρωμανό και κει ας σκάψουν. Να πας και συ μαζί τους και κάτω από ένα σωρό παλιά καλάμια θα με βρείτε».

Όταν η καλόγρια ξύπνησε το πρωί, πήγε και βρήκε τον εφημέριό της και του διηγήθηκε το όνειρό της. Μ’ αγανάκτηση ο εφημέριος την άκουσε και τελικά την έδιωξε μ’ άσχημο τρόπο. Κι η φτωχιά καλόγρια έφυγε πιστεύοντας πως την ξεγέλασε η φαντασία της. Αλλά την επόμενη νύχτα είδε το ίδιο όνειρο κι άκουσε τα ίδια λόγια. Ξαναβρήκε τον Πρε Ζάννε που την δέχτηκε και πάλι μ’ άσχημο τρόπο.

Οι τρεις όμως επίμονες επισκέψεις της καλογριάς, δημιούργησαν μέσα στην ψυχή του Πρε Ζάννε, μια αμφιβολία. Κι επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να λύσει το πρόβλημά του, ξεκίνησε για το γειτονικό χωριό της Ξινάρας, όπου έμενε ο επίσκοπος της Τήνου. Του εξήγησε όσα άκουσε απ’ το στόμα της καλόγριας και πως δεν της έδωσε καμιά σημασία, αλλά τη θεωρεί ξεμωραμένη και ανόητη. Ο επίσκοπος δεν βρέθηκε σύμφωνος με τη διαγωγή του Πρε Ζάννε απέναντι στην μοναχή. Ο ίδιος γνώριζε την αρετή της και δεν μπορούσε να δεχτεί πως όσα είχε πει ήταν καρπός της ανοησίας της και της περασμένης ηλικίας της. Του ζήτησε, αντίθετα να ακολουθήσει τις υποδείξεις της και σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος όφειλε να δείξει την αποδοκιμασία του στη φτωχή καλόγρια.

Γύρισε στον Ταραμπάδο ο Πρε Ζάννε, φώναξε την καλόγρια, πήρε και δυο εργάτες και ξεκίνησαν για την τοποθεσία που τους έδειξε η μοναχή. Εκεί έβγαλαν τα παλιά καλάμια κι άρχισαν να σκάβουν. Πολύ γρήγορα, ο ένας εργάτης κτύπησε με την αξίνα του ένα ξύλο, το τράβηξε έξω, το καθάρισε και διέκρινε πάνω του ζωγραφισμένες τις μορφές της Παναγίας που κρατούσε τον Ιησού. Η έκπληξη στάθηκε μεγάλη. Γονάτισαν μπροστά στην Εικόνα, τη φίλησαν και είπαν όλοι μαζί μια μικρή προσευχή. Ύστερα την πήραν και τη μετέφεραν στον Ταραμπάδο, όπου μπόρεσαν οι χωριανοί να την ασπαστούν και να προσευχηθούν μπροστά της. Το νέο διαδόθηκε γρήγορα στα διπλανά χωριά και την άλλη κιόλας μέρα, από πολύ νωρίς είχε μαζευτεί κόσμος για να δει την εικόνα που είχε ανακαλυφθεί με τόσο θαυμαστό τρόπο.

Όταν όμως άνοιξαν την εκκλησιά, η εικόνα της Παναγίας δε βρέθηκε στη θέση της. Ύστερα από παράπονα και φωνές, σκέφτηκαν να την αναζητήσουν εκεί που την είχαν βρει. Πράγματι, η εικόνα βρίσκονταν όμορφα-όμορφα ακουμπισμένη μέσα στο λάκκο που είχαν σκάψει οι εργάτες την προηγούμενη μέρα. Με χαρά την ξανάφεραν πίσω, στον ενοριακό ναό του χωριού. Αλλά και τη δεύτερη νύχτα συνέβηκε το ίδιο θαυμαστό γεγονός: η εικόνα είχε επιστρέψει και πάλι στο μέρος που είχε βρεθεί. Και για τρίτη φορά, το ίδιο γεγονός.. Πείστηκαν πια όλοι, πως θέληση της Παναγίας ήταν να μένει  μόνιμα στον τόπο που είχε βρεθεί η εικόνα της. Έτσι, έχτισαν ένα μικρό ξωκλήσι σε κείνο το σημείο και αποφάσισαν να γιορτάζει κάθε χρόνο στη μέρα της Κοίμησης της Παναγίας, τον Δεκαπενταύγουστο.

πμφ

 

κοινοποίηση άρθρου:

Share on facebook
Share on twitter
Share on pinterest
Share on email

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

Mελέτη του Ευαγγελίου της ημέρας

ΤΕΤΑΡΤΗ  ΤΗΣ 3ης  ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ ΤΕΣΣΡΑΚΟΣΤΗΣ 22 Μαρτίου  2023    Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.  Αμήν Επικαλούμαι το 

Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου