«Ο Ιησούς δέχεται με ευσπλαχνία όποιον απορρίπτεται από την κοινωνία»
Για να συναντήσουμε τον Ιησού και τη σωτηρία που Εκείνος μας δίνει είναι απαραίτητο, μερικές φορές, λίγη «πανουργία» και η ικανότητα να αμφισβητούμε τις κοινωνικές συμβάσεις. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, κανένας από εμάς δε θα είναι πια έναν «απορριπτέος».
Είναι το Ευαγγέλιο της ίασης της αιμορροφιλικής (Μτ. 9,20-22) που ενέπνευσε τον Πάπα Φραγκίσκο κατά τη διάρκεια της Γενικής Ακρόασης. Ο Άγιος Πατέρας υπενθύμισε πως ο πόνος αυτής της γυναίκας ίσως δεν οφειλόταν μόνο στη νόσο της, αλλά και στην «ακαθαρσία» που της αποδιδόταν από τον πολιτισμό της εποχής.
Γι αυτό, η ίδια θέλησε με θάρρος να ζητήσει την ίασή της από τον Ιησού. «Αν καταφέρω μόνο να αγγίξω τον μανδύα του θα σωθώ» (v.21), λέει στον εαυτό της.
«Πόση πίστη, είχε αυτή η γυναίκα!», σχολίασε ο Πάπας. Κινούμενη από «τόση πίστη και τόση ελπίδα» αλλά και από ένα άγγιγμα υγιούς «πανουργίας» εκείνη «πραγματοποιεί αυτό που έχει στην καρδιά της», προχωρώντας πέρα από «κάθε προδιαγραφή που είχε θεσπιστεί από το νόμο του Μωυσή».
«Ακάθαρτη» όπως την επονόμαζαν, εξαιτίας των αιμορραγιών της, αυτή η γυναίκα «ως εκ τούτου είχε αποβληθεί από τις λειτουργίες, από την έγγαμη ζωή, από τις καθημερινές σχέσεις με τους άλλους». Ήταν, με άλλα λόγια, «μια γυναίκα απορριπτέα από την κοινωνία», υπογράμμισε ο Ποντίφικας. Παρόλα αυτά, «εκείνη αισθάνεται ότι ο Ιησούς μπορεί να την ελευθερώσει από την ασθένεια και από την κατάσταση της περιθωριοποίησης και της αναξιότητας όπου για χρόνια βρίσκεται» και ότι τελικά, «μπορεί να τη σώσει».
Αυτό το ευαγγελικό επεισόδιο, παρατήρησε ο Φραγκίσκος, «μας κάνει να σκεφτούμε τον τρόπο που θεωρείται και παρουσιάζεται συχνά μια γυναίκα». Ακόμη και οι «χριστιανικές κοινότητες» συχνά κυριαρχούνται από «εικόνες θηλυκότητας επηρεασμένες από προκαταλήψεις και επιβλαβείς καχυποψίες για την άυλη αξιοπρέπειά της». Τα Ευαγγέλια, όμως, καταφέρνουν να «αποκαταστήσουν την αλήθεια και να οδηγήσουν σε μια απελευθερωτική άποψη». Από την πλευρά του, «Ο Ιησούς θαύμασε την πίστη αυτής της γυναίκας που όλοι απέφευγαν και μετέτρεψε την ελπίδα της σε σωτηρία».
Όπως προκύπτει από το Ευαγγέλιο, η αιμορροφιλική ενήργησε «κρυφά», λόγω της «απορριπτέας κατάστασης της». Στον Ιησού, όμως, δεν βρίσκει ένα «επιτιμητικό βλέμμα», ούτε ακούει λίγο πολύ να λέει: «Είσαι μια λεπρή, φύγε μακριά!». Για εκείνη ο Ιησούς έχει μόνο «ευσπλαχνία και τρυφερότητα»: Όχι μόνο την καλωσόρισε αλλά και τη θεώρησε «άξια γι αυτή την συνάντηση σε σημείο να της χαρίσει τον λόγο του και την προσοχή του».
Τρεις φορές σε αυτό το Ευαγγέλιο, σημείωσε ο Πάπας, αναφέρεται η λέξη «σωτηρία», η οποία αποδίδει μια σειρά από χαρακτηριστικά: την ανάρρωση της φυσικής «υγείας», την απελευθέρωση από τις κοινωνικές και θρησκευτικές διακρίσεις», τη νίκη όλων των «φόβων» και της «απελπισίας». Τέλος την επανένταξη στην κοινότητα και την απελευθέρωση από την «ανάγκη να ενεργεί στα κρυφά», την επιστροφή σε αυτή τη γυναίκα της «πλήρης αξιοπρέπειάς» της.
Δεν ήταν ο «μανδύας» που της έδωσε τη σωτηρία αλλά «ο λόγος του Ιησού, που έγινε αποδεκτός με πίστη, ικανός να την παρηγορήσει, να τη θεραπεύσει και να την αποκαταστήσει στη σχέση της με το Θεό και με τον λαό του».
Είναι πράγματι ο Ιησούς, «η μοναδική πηγή ευλογίας από την οποία ρέει η σωτηρία όλων των ανθρώπων και η πίστη είναι η βασική διάταξη για να την αποκτήσουμε». Εκείνος επισημαίνει στην Εκκλησία, με τη «γεμάτη ευσπλαχνία συμπεριφορά του», τη διαδρομή που πρέπει να κάνουμε «για να συναντήσουμε κάθε άνθρωπο, επειδή ο καθένας μπορεί να θεραπευθεί σωματικά και πνευματικά και να ανακτήσει την αξιοπρέπειά των παιδιών του Θεού», κατέληξε στη συνέχεια ο Πάπας.
ρφ (μετάφραση)