ΓΙΑΤΙ ΤΟΣΗ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑ;
Η ιστορία της χριστιανοσύνης είναι γεμάτη από γεγονότα εντελώς αντίθετα με τη διδασκαλία και το παράδειγμα του Χριστού, επομένως και του Ευαγγελίου. Στο όνομα του Χριστού διαπράχθηκαν θρησκευτικοί πόλεμοι, που άφησαν πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς και αφάνταστες συμφορές. Καλλιεργήθηκε το μίσος και η μισαλλοδοξία ενάντια σε χριστιανούς που θεωρήθηκαν αιρετικοί, σχισματικοί και συχνά αλλόθρησκοι. Ενίοτε μια εσφαλμένη ερμηνεία της Αγίας Γραφής δικαιολόγησε εγκλήματα μέσα στην Εκκλησία, όπως συνέβη για παράδειγμα με τη διαβόητη Ιερά Εξέταση. Στην ευαγγελική παραβολή του μεγάλου δείπνου στο οποίο ο Κύριος καλεί όλους να πάρουν μέρος, μετά την άρνηση των καλεσμένων να πάρουν μέρος στο γαμήλιο τραπέζι, ο κύριος της παραβολής, απευθυνόμενος στο δούλο του, τον προστάζει: «Πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια κι ανάγκασε τους να έλθουν» (ανάγκασον εισελθείν – compelle intrare) (Λκ. 14, 23). Αυτή η λέξη: «ανάγκασον – compelle», στο Μεσαίωνα, ερμηνεύτηκε κατά γράμμα και συνέβαλε στο να δικαιολογηθεί «θεολογικά» η άσκηση βίας ενάντια σε συνανθρώπους που θεωρήθηκαν έξω από την ορθή πίστη και το χειρότερο, αυτά τα εγκλήματα διαπραχτήκαν στο όνομα του Χριστού.
Ακόμα και σήμερα ακόμα και στην ίδια τη χώρα μας, συναντάμε μια έξαρση φανατισμού, φονταμενταλισμού, μισαλλοδοξίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο δεν κατηγορούνται και δεν καταδικάζονται μονάχα οι «διαφορετικοί», αλλά ακόμα και εκείνοι που απλά δεν ανήκουν στη δική τους χριστιανική ομολογία. Στα λόγια τους φανερώνεται εμπάθεια, μίσος, στάζει φαρμάκι. Για τη δική τους «αλήθεια» θυσιάζεται η Αγάπη που προέρχεται από το Χριστό. Μερικοί φθάνουν στο σημείο να συκοφαντήσουν με τους πιο απίστευτους και αναληθείς τρόπους τους θρησκευτικούς τους «αντιπάλους». Μία πρόσφατη περίπτωση, από επίσημα μάλιστα χείλη ήταν ενός ιεράρχη (που δεν είναι ο μόνος) που σε συνέντευξή του δήλωσε τα κάτωθι: «Στη Δύση δεν καταλαβαίνουν τα δικά μας μυστήρια γιατί στα δικά τους δεν έχουν ιερά αποτελέσματα. Στον δικό τους αγιασμό βάζουν αλάτι!!! για να διατηρηθεί ο δικός μας δεν παθαίνει τίποτα. Δεν θα μπορούσαν στη Γερμανία που δεν έχουν θεία μυστήρια να καταλάβουν την έννοια της Θείας Κοινωνίας».
Συχνά δικαιολογούν αυτήν την «ιδεολογική» αντιπαράθεση παραθέτοντας επιλεκτικά (;;;) εδάφια της Αγίας Γραφής ή φράσεις των Πατέρων της Εκκλησίας, ξεχνώντας πως υπάρχουν και άλλα κείμενα, από τα οποία κανείς, μπορεί να βγάλει διαφορετικά συμπεράσματα. Πόσες διενέξεις, πόσες συγκρούσεις, πόσο μίσος μεταξύ των χριστιανών, γιατί μερικοί υπερεκτιμούν και προβάλλουν με υπερβάλλοντα ζήλο μερικά εδάφια της Αγίας Γραφής, παραμερίζοντας άλλα, εξίσου σπουδαία.
Έτσι στο Ευαγγέλιο διαβάζουμε και άλλες φράσεις, πολύ γνωστές σε όλους μας, στις οποίες εμείς οι χριστιανοί δεν δώσαμε και δεν δίνουμε την ίδια απαιτούμενη αξία και σπουδαιότητα που δίνουμε σε μερικές άλλες. Για παράδειγμα διαβάζουμε τα λόγια του Ιησού: «Αλλά εγώ σας λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας και προσεύχεστε για εκείνους που σας καταδιώκουν, ώστε να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς» (Μτ. 5,44-45), ή τα ακόλουθα που αποτελούν και τη διαθήκη που ο Ιησούς άφησε στους μαθητές του πριν το σταυρικό του θάνατο: «Πατέρα δε σε παρακαλώ μόνο γι’ αυτούς, αλλά και για κείνους που με το λόγο τους θα πιστέψουν σε μένα, ώστε όλοι να είναι ένα, όπως εσύ, Πατέρα, μαζί μου κι εγώ μαζί σου, για να είναι κι αυτοί μαζί μας, ώστε ο κόσμος να πιστέψει πως εσύ με απέστειλες» (Ιω. 17, 20-21).
Εδώ ακούω ήδη τις αντιρρήσεις κάποιων στις παραπάνω σκέψεις. «Και τι θα γίνει με την αλήθεια, με την ορθοδοξία (στην κυριολεκτική έννοια της λέξης), όταν στο όνομα της αγάπης διακηρύττουμε μια σχετικοποίηση της αλήθειας;»
Εδώ θα μου επιτρέψετε να επαναλάβω κάτι στο οποίο έχω συχνά αναφερθεί. Κάθε Εκκλησία, (ή κάθε «δόγμα») είναι πεπεισμένη ότι κατέχει την αλήθεια, τη σωστή πίστη, την ορθοδοξία. Ενώ, στον αντίποδα οι άλλες Εκκλησίες πλανώνται στο λάθος, δηλαδή στη μη αποδοχή του σωστού δόγματος, στην αίρεση. Η πιστότητα λοιπόν της μίας Εκκλησίας για την αλήθεια και η απομάκρυνση από την ορθή πίστη της άλλης είναι η αιτία που διατηρεί τους χριστιανούς χωρισμένους και συχνά σε εχθρική αντιπαράθεση. Θα τολμούσαμε να πούμε ότι η «αγάπη» για την «αλήθεια» χωρίζει τους χριστιανούς και δημιουργεί εχθρότητες.
Η αγάπη για την σωστή πίστη, όπως την αντιλαμβάνεται η κάθε Εκκλησία, καλλιέργησε μισαλλοδοξίες, φανατισμούς, ακόμη και πολέμους μεταξύ των χριστιανών. Αυτό σημαίνει πως οι χριστιανοί έχουν προβάλλει ως ρυθμιστικό κριτήριο της πίστης τους μόνο την ορθοδοξία (ορθή πίστη) και έχουν ξεχάσει ότι η γνησιότητα του χριστιανισμού ρυθμίζεται από την Αγία Γραφή εξίσου και από την ορθοπραξία του (ορθή πράξη).
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο χριστιανός πρέπει να μένει πιστός στην «παρακαταθήκην πίστεως» (Α’ Τιμ. 6,20, Β’ Τιμ. 1,14). Δεν είναι ορθοδοξία, ούτε οποιαδήποτε διδασκαλία, και επομένως ούτε οποιαδήποτε ομολογία πίστης.
Ωστόσο η πίστη δεν σταματά μόνο στην απλή παραδοχή ορισμένων αφηρημένων αληθειών, αλλά στην ουσία της πίστης ανήκει επίσης και η έμπρακτη απάντηση του ανθρώπου στο Θεό, που δίνεται σ’ αυτόν και που εκφράζεται με την ορθή πράξη, δηλαδή με την ορθοπραξία. Ο άνθρωπος για να φτάσει στο φως «πράττοντας» την αλήθεια πρέπει να πληροί το εξής κριτήριο: «Όποιος κάνει το κακό, μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως για να μην ελεγχθούν τα έργα του. Αλλά εκείνος που πράττει την αλήθεια πηγαίνει προς το φως, για να φανερωθούν τα έργα του ότι έχουν γίνει σύμφωνα με το Θεό» (Ιω. 3, 21-22). Για τον Ευαγγελιστή Ιωάννη δεν υπάρχει «αλήθεια» χωρίς αγάπη, αγάπη και αλήθεια αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.. Η αλήθεια δεν είναι κάτι το αφηρημένο, είναι ένα πρόσωπο, είναι ο ίδιος ο Ιησούς: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6).
Για την Αγία Γραφή η πίστη αφορά σ’ ολόκληρο τον προσανατολισμό του ανθρώπου. «Αλλά πίστις δι’ αγάπης ενεργούμενη» (Γαλ. 5,6). Ο Ιησούς προειδοποιεί ότι «δεν θα μπει στη βασιλεία του Θεού όποιος μου λέει: “Κύριε, Κύριε”, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που βρίσκεται στους ουρανούς» (Μτ. 7,21). Εν τέλει η τελική κρίση θα γίνει βάσει της έμπρακτης αγάπης για τους αδελφούς (Μτ. 25, 31-46).
Εάν οι χριστιανοί, χάρη της «αφηρημένης αλήθειας», σκοτώνουν τη χριστιανική αγάπη με τη μισαλλοδοξία τους, τους φανατισμούς, τον απολυταρχισμό και την εύκολη καταδίκη, τότε ταυτόχρονα σκοτώνουν και την ίδια την αλήθεια, γιατί αλήθεια χωρίς αγάπη είναι ανύπαρκτη. Μόνο «πράττοντας» την αλήθεια θα φτάσουμε σ’ όλη την Αλήθεια, που είναι ο Χριστός. Η πίστη έχει αντικείμενο την αλήθεια του Θεού που έγινε γεγονός, συμβάν στην ανθρώπινη ιστορία και που η ύψιστη εμφάνισή της υπήρξε το πρόσωπο του Χριστού. Παραμένει στην αλήθεια όποιος είναι σε «κοινωνία» με τον Πατέρα και τον Υιόν και τους αδελφούς (Α’ Ιω. 1, 4.6). Γι’ αυτό ένας «γνωρίζει την αλήθεια», όταν είναι σε κοινωνία αγάπης με το Πρόσωπο του Ιησού και με αυτό των αδελφών του.
Η φανατική προσκόλληση στην αλήθεια, ταπεινώνοντας και περιφρονώντας τους αδελφούς που πιστεύουν και αυτοί στο Χριστό, αλλά διαφέρουν σε κάποια επιμέρους διδασκαλία του, εκφράζει περισσότερο αλαζονεία και μισαλλοδοξία, παρά αγάπη για την αλήθεια. Έτσι δεν δίνουμε μαρτυρία για την αλήθεια, αλλά αντιμαρτυρία. Ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο ανήγγειλε: «Εγώ γι’ αυτό γεννήθηκα και γι’ αυτό έχω έλθει στον κόσμο, για να δώσω μαρτυρία για την αλήθεια» (Ιω. 18,36). Έδωσε μαρτυρία για την αλήθεια, θυσιάζοντας τη ζωή του από αγάπη.
Έτσι λοιπόν όσο περισσότερο οι χριστιανοί συσπειρωθούν στο Χριστό και στο «Χριστώ εν υμίν» (Κολ. 1,27), τόσο περισσότερο θα ενωθούν και μεταξύ τους, τόσο περισσότερο θα πραγματοποιήσουν το πλήρωμα της Εκκλησίας. Υπό αυτήν την έννοια όχι μόνο είναι δυνατή η σύγκληση των διαφόρων χριστιανικών δογμάτων, αλλά και επιτακτική, γιατί δεν πρόκειται να ενωθούν τα δόγματα αν πρώτα δεν ενωθούν οι άνθρωποι με το να πιστεύουν αγαπώντας. Οι χριστιανοί πρέπει να εμπνέονται στις μεταξύ τους διαφορές από το σύνολο της Αγίας Γραφής και όχι μόνο από μερικές μεμονωμένες της φράσεις. Το Άγιο Πνεύμα που εμπνέει την Αγία Γραφή ενώνει και δεν χωρίζει, ο διάβολος «διαβάλλει», χωρίζει ακόμα και εξαιτίας της προσκόλλησης στην αλήθεια, αλλά σε μία αλήθεια χωρίς αγάπη.
Εύχομαι σε όλους εμάς, έστω και αν ακόμα βρισκόμαστε μακριά από το να λύσουμε τις δογματικές μας διαφορές, να μην ξεχάσουμε τα λόγια του Αποστόλου Παύλου προς τους Εφεσίους: «Ο Χριστός, είναι η ειρήνη μας, αυτός είναι που ένωσε τους δυο σε ένα. Αυτός γκρέμισε το μεσότοιχο του χωρισμού, κατήργησε την έχθρα στην ίδια του τη σάρκα … ώστε, στο πρόσωπό του, οι δυο να βρεθούν πλασμένοι σε ένα νέον άνθρωπο, φέροντας την ειρήνη, να συμφιλιώσει και τους δυο με το Θεό σε ένα σώμα, μέσω του σταυρού, καταστρέφοντας στο σώμα του την έχθρα» (Εφ. 2, 2, 14-16).
† Ιωάννης Σπιτέρης