Γενική Ακρόαση του Πάπα Λέοντα, 25 Ιουνίου 2025 

ΛΕΩΝ ΙΔ’

ΓΕΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ 

Τετάρτη, 25 Ιουνίου 2025 

 

Κύκλος – Ιωβηλαίο 2025. Ο Ιησούς Χριστός, η ελπίδα μας. IΙ. Η ζωή του Ιησού. Οι παραβολές. 11.  Η αιμορροούσα γυναίκα και η κόρη του Ιαείρου. «Εσύ μη φοβάσαι· μόνο πίστευε!» (Μκ 5,36)

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, 

και σήμερα θα στοχαστούμε τις θεραπείες του Ιησού ως ένδειξη ελπίδας. Σε Αυτόν υπάρχει μια δύναμη που μπορούμε κι εμείς να βιώσουμε όταν εισερχόμαστε σε μια σχέση με το Πρόσωπό Του.

Μια πολύ διαδεδομένη ασθένεια στην εποχή μας είναι η κόπωση της ζωής: η πραγματικότητα μας φαίνεται πολύ περίπλοκη, βαριά, δύσκολη στην αντιμετώπιση. Και έτσι απενεργοποιούμαστε, αποκοιμιόμαστε, με την ψευδαίσθηση ότι όταν ξυπνήσουμε τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Αλλά η πραγματικότητα πρέπει να αντιμετωπιστεί, και μαζί με τον Ιησού μπορούμε να το κάνουμε καλά. Μερικές φορές νιώθουμε ακινητοποιημένοι από την κρίση εκείνων που απαιτούν να βάζουν ταμπέλες στους άλλους.

Μου φαίνεται ότι αυτές οι καταστάσεις μπορούν να αντικατοπτριστούν σε ένα απόσπασμα του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, όπου δύο ιστορίες αλληλοσυνδέονται: εκείνη ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού, που είναι άρρωστο στο κρεβάτι και ετοιμοθάνατο, και εκείνη μιας γυναίκας, η οποία, για ακριβώς δώδεκα χρόνια, υποφέρει απόαιμορραγίες και περιμένει τον Ιησού να θεραπευτεί (βλ. Μκ 5,21-43).

Ανάμεσα σε αυτές τις δύο γυναικείες μορφές, ο Ευαγγελιστής τοποθετεί τη μορφή του πατέρα του κοριτσιού: αυτός δεν μένει στο σπίτι να παραπονιέται για την ασθένεια της κόρης του, αλλά βγαίνει και ζητάει βοήθεια. Αν και είναι επικεφαλής της συναγωγής, δεν έχει απαιτήσεις λόγω της κοινωνικής του θέσης. Όταν πρέπει να περιμένει, δεν χάνει την υπομονή του και περιμένει. Και όταν έρχονται να του πουν ότι η κόρη του πέθανε και είναι άσκοπο να ενοχλεί τον Διδάσκαλο, αυτός συνεχίζει να έχει πίστη και να ελπίζει.

Ο διάλογος αυτού του πατέρα με τον Ιησού διακόπτεται από την αιμορροούσα γυναίκα, η οποία καταφέρνει να πλησιάσει τον Ιησού και να αγγίξει το ιμάτιό του (στ. 27). Αυτή η γυναίκα με μεγάλο θάρρος πήρε την απόφαση που αλλάζει τη ζωή της: όλοι της έλεγαν να μείνει σε απόσταση, να μην βγει μπροστά. Την είχαν καταδικάσει να μένει κρυμμένη και απομονωμένη. Μερικές φορές κι εμείς μπορεί να είμαστε θύματα της κρίσης των άλλων, που προσπαθούν να μας φορέσουν ένα ρούχο που δεν είναι το δικό μας. Και τότε νιώθουμε άσχημα και δεν καταφέρνουμε να ξεφύγουμε από αυτό.

Αυτή η γυναίκα παίρνει τον δρόμο της σωτηρίας όταν η πίστη βλασταίνει μέσα της ότι ο Ιησούς μπορεί να την θεραπεύσει: τότε βρίσκει τη δύναμη να βγει έξω και να τον αναζητήσει. Θέλει να αγγίξει τουλάχιστον το ρούχο του.

Υπήρχε ένα μεγάλο πλήθος γύρω από τον Ιησού, και τόσοι πολλοί άνθρωποι τον άγγιζαν, όμως τίποτα δεν τους συνέβαινε. Αντιθέτως, όταν αυτή η γυναίκα αγγίζει τον Ιησού, θεραπεύεται. Πού είναι η διαφορά; Σχολιάζοντας αυτό το σημείο του κειμένου, ο Ιερός Αυγουστίνος λέει –εξ ονόματος του Ιησού–: «Το πλήθος με πιέζει ασφυκτικά, αλλά η πίστη με αγγίζει» (Λόγος 243, 2, 2). Είναι έτσι: κάθε φορά που κάνουμε μια πράξη πίστεως απευθυνόμενη στον Ιησού, δημιουργείται μια επαφή μαζί Του και αμέσως εξέρχεται από Αυτόν η χάρη Του. Μερικές φορές δεν το συνειδητοποιούμε, αλλά με έναν μυστικό και πραγματικό τρόπο η χάρη φτάνει σε εμάς και από μέσα μεταμορφώνει σιγά σιγά τη ζωή μας.

Ίσως και σήμερα πολλοί άνθρωποι πλησιάζουν τον Ιησού επιφανειακά, χωρίς να πιστεύουν πραγματικά στη δύναμή Του. Πατάμε το δάπεδο των ναών μας, αλλά ίσως η καρδιά είναι αλλού! Αυτή η γυναίκα, σιωπηλή και ανώνυμη, νικά τους φόβους της, αγγίζοντας την καρδιά του Ιησού με τα χέρια της που θεωρούνταν ακάθαρτα λόγω της ασθένειάς της. Και ιδού, αμέσως νιώθει θεραπευμένη. Ο Ιησούς της λέει: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε με ειρήνη» (Μκ 5,34).

Εν τω μεταξύ, φέρνουν στον πατέρα την είδηση ​​ότι η κόρη του πέθανε. Ο Ιησούς του λέει: «Εσύ μη φοβάσαι· μόνο πίστευε!» (στ. 36). Έπειτα πηγαίνει στο σπίτι του και, βλέποντας όλους να κλαίνε και να οδύρονται, λέει: «Το παιδί δεν πέθανε, αλλά κοιμάται» (στ. 39). Στη συνέχεια μπαίνει στο δωμάτιο όπου ήταν ξαπλωμένο το παιδί, το πιάνει από το χέρι και του λέει: «Ταλιθά κούμι», «Κοριτσάκι, σήκω!». Το κορίτσι σηκώνεται και αρχίζει να περπατάει (βλ. στ. 41-42). Αυτή η χειρονομία του Ιησού μας δείχνει ότι Αυτός όχι μόνο θεραπεύει από κάθε ασθένεια, αλλά ξυπνάει και από τον θάνατο. Για τον Θεό, ο οποίος είναι η Ζωή η αιώνια, ο θάνατος του σώματος είναι σαν ύπνος. Ο αληθινός θάνατος είναι εκείνος της ψυχής: αυτόν πρέπει να φοβόμαστε!

Μια τελευταία λεπτομέρεια: Ο Ιησούς, αφού ανέστησε το κοριτσάκι, λέει στους γονείς της να της δώσουν κάτι να φάει (βλ. στ. 43). Ιδού ένα ακόμη πολύ συγκεκριμένο σημάδι της εγγύτητας του Ιησού προς την ανθρώπινη φύση μας. Αλλά μπορούμε επίσης να το εννοήσουμε με μια βαθύτερη έννοια και να αναρωτηθούμε: όταν τα παιδιά μας βρίσκονται σε κρίση και χρειάζονται πνευματική τροφή, ξέρουμε να τους τη δώσουμε; Και πώς μπορούμε αν εμείς οι ίδιοι δεν τρεφόμαστε με το Ευαγγέλιο;

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, στη ζωή υπάρχουν στιγμές απογοήτευσης και αποθάρρυνσης, και υπάρχει επίσης η εμπειρία του θανάτου. Ας μάθουμε από εκείνη τη γυναίκα, από εκείνον τον πατέρα: ας πάμε στον Ιησού: Αυτός μπορεί να μας θεραπεύσει, μπορεί να μας αναγεννήσει. Ο Ιησούς είναι η ελπίδα μας!

———————

Μετάφραση: π.Λ

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

15η Κυριακή του Έτους (Γ)

15 η  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ (Γ)   ΑΝΤΙΦΩΝΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ Ψλ 17[16], 15                          Εγώ, Κύριε, μες στη δικαιοσύνη, θα δω το πρόσωπό Σου, θα χορτάσω όταν