Έχασα το τραίνο
Αυτή την εμπειρία που σου διηγούμαι, μπορεί να σε βοηθήσει και να σε απομακρύνει από τον φόβο που μας συνοδεύει. Κάθε στιγμή μπορεί να είναι η τελευταία. Όμως χρησιμοποιώντας πάντα και παντού την πιστωτική κάρτα που Εκείνος σου έβαλε στην τσέπη, θα εμπλουτίσεις τη ζωή σου με την συγκινητική ευγνωμοσύνη που δίνει ελευθερία και αξία σε κάθε αναπνοή σου.
Όπως συμβαίνει, πάω στο σταθμό πεπεισμένος ότι έχω το εισιτήριο. Συχνά φθάνω την τελευταία στιγμή. Μένουν λίγα λεπτά και ο εκφωνητής ήδη αναγγέλλει ότι το τραίνο αναχωρεί.
Ψάχνω το εισιτήριο στην τσέπη… σε όλες τις τσέπες, ψάχνω παντού μέσα στις διάφορες τσάντες που φέρνω μαζί μου. Όμως πουθενά το εισιτήριο. Τι να κάνω;
Κάποιος κύριος, που είδε τον εκνευρισμό μου, και την ανησυχία μου, με χαιρετά εγκάρδια και μου λέει: Που πηγαίνετε; – στη Ρώμη – Και εγώ στη Ρώμη πηγαίνω. Πρέπει όμως να βιαστούμε, το τραίνο σχεδόν αναχωρεί. – Λυπούμαι – του απαντώ καταστεναχωρημένος, αλλά εγώ δεν προλαβαίνω να βγάλω εισιτήριο….. υπάρχει μια μεγάλη ουρά στη θυρίδα της έκδοσης των εισιτηρίων.… δυστυχώς έχασα το τραίνο!….
Μετά από λίγο αυτός ο προνοητικός κύριος μου λέει: μην ανησυχείς, ανέβα. Για το εισιτήριό σου θα φροντίσω εγώ. Πράγμα που έκανε σε λίγο. Μου δίνει στο χέρι το εισιτήριο του γιού του που δεν μπόρεσε να ταξιδέψει. Ανεβαίνω μαζί του στο τραίνο και μάλιστα στην πρώτη θέση.
Αυτός ο προνοητικός κύριος είναι ο Ιησούς.
Μπορεί να συμβεί να χάσει κάποιος το εισιτήριο, αλλά δεν χάνει την πιστωτική κάρτα που είναι απεριόριστη και εντυπωσιακή και συνοδευομένη από την εμπιστοσύνη του: Εκείνος σου είναι πιστός μέχρι την τελευταία σου αναπνοή… Φθάνει, με απόλυτη εμπιστοσύνη να τον ενημερώνεις πάντοτε και παντού, σε περίπτωση που χάσεις το εισιτήριο, που ο ίδιος σου έδωσε την ημέρα της γέννησής σου.
Το εισιτήριο είναι Εκείνος ο ίδιος. Είναι άπειρη η αγάπη του για σένα, είναι το εισιτήριο του ταξιδιού σου.
Όσο αναπνέεις κοντά του και ταξιδεύεις στην ευσπλαχνία του, θα είσαι πάντα στην ώρα σου. Να γιατί ο καλός ληστής είναι «καλός» : δεν έχασε καιρό να απογοητευθεί λέγοντας: «δεν προλαβαίνω πια ».