Βιβλιοθήκη του Αποστολικού Μεγάρου
Κατήχηση με θέμα την προσευχή – 32. Η ενορατική προσευχή
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα!
Συνεχίζουμε την κατήχηση με θέμα την προσευχή, και σήμερα θα ήθελα να σταθώ στην ενορατική προσευχή.
Η ενορατική διάσταση του ανθρώπου – η οποία δεν είναι ακόμη ενορατική προσευχή – είναι λίγο σαν το “αλάτι” της ζωής: δίνει γεύση στις μέρες μας. Μπορείς να κοιτάς ενορατικά αντικρίζοντας τον ήλιο που ανατέλλει το πρωί, ή τα δέντρα που ντύνονται με πράσινο την άνοιξη. Μπορείς να κοιτάς ενορατικά ακούγοντας μουσική ή το τραγούδι των πουλιών, διαβάζοντας ένα βιβλίο, όταν είσαι μπροστά σ’ ένα έργο τέχνης ή μπροστά σ’ αυτό το αριστούργημα που είναι το ανθρώπινο πρόσωπο… Ο Carlo Maria Martini, Αρχιεπίσκοπος Μιλάνου, είχε δώσει στην πρώτη ποιμαντική του επιστολή τον τίτλο «Η ενορατική διάσταση της ζωής»: πράγματι, όποιος ζει σε μια μεγάλη πόλη, όπου τα πάντα κατά κάποιο τρόπο είναι τεχνητά, όπου τα πάντα είναι επιφανειακά, κινδυνεύει να χάσει την ικανότητα να κοιτάζει ενορατικά. Η ενόραση δεν είναι κατ’ αρχάς ένας τρόπος να πράττουμε, αλλά ένας τρόπος να είμαστε: να είμαστε ενορατικοί.
Το να είμαστε ενορατικοί δεν εξαρτάται από τα μάτια, αλλά από την καρδιά. Και εδώ μπαίνει στο παιχνίδι η προσευχή, ως πράξη πίστεως και αγάπης, ως «αναπνοή» της σχέσης μας με τον Θεό. Η προσευχή καθαρίζει την καρδιά κα ταυτόχρονα φωτίζει το βλέμμα, επιτρέποντάς μας να δούμε την πραγματικότητα από άλλη οπτική γωνία. Η Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας περιγράφει αυτή τη μεταμόρφωση της καρδιάς χάρη στην προσευχή, παραθέτοντας μια περίφημη μαρτυρία του Αγίου Εφημερίου του Αρς: «Η ενόραση είναι το βλέμμα της πίστεως προσηλωμένο στον Ιησού. “Τον βλέπω και με βλέπει”, έλεγε στον Άγιο εφημέριό του ο χωρικός του Αρς, που προσευχόταν μπροστά στο ιερό Αρτοφόριο. […] Το φως της ματιάς του Ιησού φωτίζει τα μάτια της καρδιάς μας· μας μαθαίνει να βλέπουμε τα πάντα στο φως της αλήθειας Του και της ευσπλαχνίας Του για όλους τους ανθρώπους» (Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας, 2715). Όλα γεννιούνται από εκεί: από μια καρδιά που νιώθει ότι ο Κύριος την κοιτάζει με αγάπη. Τότε βλέπουμε την πραγματικότητα με διαφορετικά μάτια.
«Εγώ κοιτάζω Αυτόν, κι Αυτός κοιτάζει εμένα!». Έτσι είναι: στην αγαπητική ενόραση, η οποία είναι χαρακτηριστική της πιο μύχιας προσευχής, δεν χρειάζονται πολλές λέξεις: αρκεί μια ματιά, αρκεί να είμαστε πεπεισμένοι ότι η ζωή μας περιβάλλεται από μια μεγάλη και πιστή αγάπη, από την οποία τίποτα δεν μπορεί ποτέ να μας χωρίσει.
Ο Ιησούς υπήρξε διδάσκαλος αυτής της ματιάς. Στη ζωή του δεν έλειψε ποτέ ο χρόνος, ο χώρος, η σιωπή, η αγαπητική κοινωνία που επιτρέπει στην ύπαρξη να μην εξοντωθεί από τις αναπόφευκτες δοκιμασίες, αλλά να διατηρήσει ακέραιη την ομορφιά. Το μυστικό του ήταν η σχέση του με τον ουράνιο Πατέρα.
Ας σκεφτούμε το γεγονός της Μεταμόρφωσης. Τα Ευαγγέλια τοποθετούν αυτό το επεισόδιο στην κρίσιμη στιγμή της αποστολής του Ιησού, όταν αυξάνεται γύρω του η αμφισβήτησηκαι η απόρριψη. Ακόμη και μεταξύ των μαθητών του, πολλοί δεν τον καταλαβαίνουν και φεύγουν, ενώ ένας από τους Δώδεκα κάνει σκέψεις προδοσίας. Ο Ιησούς αρχίζει να μιλά ανοιχτά για τα δεινά και για τον θάνατο που τον περιμένουν στην Ιερουσαλήμ. Και εν μέσω αυτού του κλίματος ο Ιησούς ανεβαίνει σε ένα υψηλό όρος μαζί με τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο λέει: «Εκεί μεταμορφώθηκε μπροστά τους, τα ρούχα του έγιναν αστραφτερά, κατάλευκα σαν το χιόνι, τέτοια που κανένας βαφέας πάνω στη γη δεν μπορούσε να τα κάνει τόσο λευκά» (9,2-3). Ακριβώς τη στιγμή που ο Ιησούς δεν γίνεται κατανοητός – έφευγαν, τον άφηναν μόνο επειδή δεν τον καταλάβαιναν –, αυτή τη στιγμή που τον παρανοούν, ακριβώς όταν όλα μοιάζουν να θολώνουν μέσα σ’ έναν στρόβιλο παρανοήσεων, εκεί είναι που λάμπει ένα θεϊκό φως. Είναι το φως της αγάπης του Πατέρα, που γεμίζει την καρδιά του Υιού και μεταμορφώνει όλο το Πρόσωπό του.
Μερικοί διδάσκαλοι πνευματικότητας του παρελθόντος εξέλαβαν την ενόραση ως το αντίθετο της δράσης, και επαίνεσαν τις κλήσεις εκείνων των ανθρώπων που είχαν επιλέξει τη φυγή από τον κόσμο και από τα προβλήματά του για να αφιερωθούν εξ ολοκλήρου στην προσευχή. Στην πραγματικότητα, στον Ιησού Χριστό και στο Ευαγγέλιο δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στην ενόραση και τη δράση, όχι. Στο Ευαγγέλιο και στον Ιησού δεν υπάρχει αντίφαση. Αυτή μπορεί να προήλθε ίσως από την επιρροή κάποιου νεοπλατωνικού φιλοσόφου, αλλά ασφαλώς πρόκειται για έναν δυϊσμό που δεν αποτελεί μέρος του Χριστιανικού μηνύματος.
Υπάρχει ένα και μόνο μεγάλο κάλεσμα στο Ευαγγέλιο, και αυτό είναι να ακολουθήσουμε τον Ιησού στην οδό της αγάπης. Αυτή είναι η κορυφή, αυτό είναι το κέντρο των πάντων. Υπό αυτήν την έννοια, αγάπη και ενόραση είναι συνώνυμα, λένε το ίδιο πράγμα. Ο Άγιος Ιωάννης του Σταυρού υποστήριζε ότι μια μικρή πράξη καθαρής αγάπης είναι πιο ωφέλιμη στην Εκκλησία απ’ ό,τι όλα τα άλλα έργα μαζί. Αυτό που γεννιέται από την προσευχή και όχι από την αλαζονεία του «εγώ» μας, αυτό που καθαρίζεται από την ταπεινότητα, ακόμη κι αν είναι μια πράξη κρυφής και σιωπηλής αγάπης, είναι το μεγαλύτερο θαύμα που μπορεί να επιτελέσει ένας Χριστιανός.
Και αυτός είναι ο δρόμος της ενορατικής προσευχής: εγώ Τον κοιτάζω, Αυτός με κοιτάζει! Αυτή η πράξη αγάπης στον σιωπηλό διάλογο με τον Ιησού κάνει πολύ καλό στην Εκκλησία.
Σας ευχαριστώ.
Μετάφραση: π.Λ