Γενική Ακρόαση, 28 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ

                                                                         

Πλατεία Αγίου Πέτρου

Τετάρτη, 28 Σεπτεμβρίου 2022 

                                                                                                                                  

 

Κατήχηση περί Διακρίσεως: 3. Τα στοιχεία της διακρίσεως. Η οικειότητα με τον Κύριο

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα!

Επιστρέφουμε στις κατηχήσεις για το θέμα της διακρίσεως, – διότι το θέμα της διακρίσεως είναι πολύ σημαντικό για να γνωρίζουμε τι συμβαίνει μέσα μας. Τα συναισθήματα και οι ιδέες, πρέπει να διακρίνουμε από πού προέρχονται, πού με οδηγούν, σε ποια απόφαση -και σήμερα θα σταθούμε στο πρώτο από τα συστατικά στοιχεία της, δηλαδή την προσευχή. Για να διακρίνει κανείς είναι απαραίτητο να βρίσκεται σε ένα περιβάλλον, σε κατάσταση προσευχής.

Η προσευχή είναι ένα απαραίτητο βοήθημα για την πνευματική διάκριση, ειδικά όταν περιλαμβάνει τα συναισθήματα, επιτρέποντάς μας να στραφούμε στον Θεό με απλότητα και οικειότητα, καθώς μιλάμε σε έναν φίλο. Είναι να ξέρεις πώς να υπερβαίνεις τις σκέψεις, να εισέλθεις σε οικειότητα με τον Κύριο, με έναν στοργικό αυθορμητισμό. Το μυστικό της ζωής των Αγίων είναι η οικειότητα και η εμπιστοσύνη στον Θεό, που μεγαλώνει μέσα τους και καθιστά όλο και πιο εύκολο να αναγνωρίσουν εκείνο που είναι αρεστό σε Αυτόν. Η αληθινή προσευχή είναι οικειότητα και εμπιστοσύνη με τον Θεό. Δεν είναι να απαγγέλλεις προσευχές σαν παπαγάλος, μπλα μπλα μπλα, όχι. Η αληθινή προσευχή είναι αυτός ο αυθορμητισμός και η αγάπη με τον Κύριο. Αυτή η οικειότητα υπερνικά τον φόβο ή την αμφιβολία ότι η θέλησή Του δεν είναι για το καλό μας, ένας πειρασμός που μερικές φορές διαπερνά τις σκέψεις μας και κάνει την καρδιά ανήσυχη και αβέβαιη ή πικραμένη επίσης.

Η διάκριση δεν απαιτεί απόλυτη βεβαιότητα -δεν είναι χημικά μια καθαρή μέθοδος, όχι, απαιτεί απόλυτη βεβαιότητα, διότι αφορά τη ζωή, και η ζωή δεν είναι πάντα λογική, έχει πολλές πτυχές που δεν μπορούν να περικλείονται σε μια ενιαία κατηγορία σκέψης. Θα θέλαμε να γνωρίζουμε ακριβώς τι πρέπει να γίνει, ωστόσο, ακόμη και όταν συμβαίνει, δεν ενεργούμε πάντα ανάλογα. Πόσες φορές έχουμε κι εμείς την εμπειρία που περιγράφει ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος λέει: «Δεν κάνω το καλό που θέλω, αλλά το κακό που δεν θέλω» (Ρωμ 7,19). Δεν είμαστε μόνο λογική, δεν είμαστε μηχανές, δεν αρκεί να λαμβάνουμε οδηγίες για να τις εκτελούμε: τα εμπόδια, όπως και η βοήθεια, για να αποφασίσουμε για τον Κύριο, είναι πάνω απ’ όλα συναισθηματικά, της καρδιάς.

Είναι σημαντικό ότι το πρώτο θαύμα που έκανε ο Ιησούς στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο είναι ένας εξορκισμός (πρβλ. 1,21-28). Στη συναγωγή της Καπερναούμ ελευθερώνει έναν άνθρωπο από το δαιμόνιο, απελευθερώνοντάς τον από την ψεύτικη εικόνα του Θεού που προτείνει ο Σατανάς εξαρχής: την εικόνα ενός Θεού που δεν θέλει την ευτυχία μας. Ο δαιμονισμένος, εκείνης της ευαγγελικής περικοπής, ξέρει ότι ο Ιησούς είναι Θεός, αλλά αυτό δεν τον οδηγεί να πιστέψει σε Αυτόν. Λέει πράγματι: «Ήρθες να μας αφανίσεις» (στ. 24).

Πολλοί, συμπεριλαμβανομένων των Χριστιανών, σκέφτονται το ίδιο πράγμα: ότι δηλαδή ο Ιησούς θα μπορούσε να είναι ο Υιός του Θεού, αλλά αμφιβάλλουν ότι θέλει την ευτυχία μας. Πράγματι, κάποιοι φοβούνται ότι το να λάβουν στα σοβαρά την πρότασή Του, αυτό που μας προτείνει ο Ιησούς, σημαίνει ότι θα καταστραφεί η ζωή τους, θα καταστραφούν οι επιθυμίες τους, οι πιο δυνατές τους φιλοδοξίες. Αυτές οι σκέψεις μερικές φορές κρυφοπαίζουν μέσα μας: ότι δηλαδή ο Θεός μας ζητάει πάρα πολλά, φοβόμαστε ότι ο Θεός ζητάει πάρα πολλά από εμάς, ότι δεν μας αγαπά πραγματικά. Αντιθέτως, στην πρώτη μας συνάντηση είδαμε ότι το σημείο της συνάντησης με τον Κύριο είναι η χαρά. Όταν συναντώ τον Κύριο στην προσευχή, είμαι χαρούμενος. Ο καθένας μας γίνεται χαρούμενος, είναι όμορφο πράγμα αυτό. Η θλίψη, ή ο φόβος, αντιθέτως, είναι σημάδια απομάκρυνσης από τον Θεό: «Εάν θέλεις να μπεις στη ζωή, τήρησε τις εντολές», λέει ο Ιησούς στον πλούσιο νέο (Μτ 19,17).

Δυστυχώς για εκείνον τον νεαρό, κάποια εμπόδια δεν του επέτρεψαν να κάνει πράξη την επιθυμία που είχε στην καρδιά του, να ακολουθήσει από πιο κοντά τον «καλό διδάσκαλο». Ήταν ένας ενδιαφερόμενος νέος, είχε πάρει την πρωτοβουλία να συναντήσει τον Ιησού, αλλά ήταν επίσης πολύ διχασμένος στα συναισθήματά του, τα πλούτη ήταν πάρα πολύ σημαντικά για αυτόν. Ο Ιησούς δεν τον αναγκάζει να αποφασίσει, αλλά το κείμενο σημειώνει ότι ο νεαρός απομακρύνεται από τον Ιησού «λυπημένος» (στ. 22). Όποιος απομακρύνονται από τον Κύριο δεν είναι ποτέ ικανοποιημένος, παρότι έχει στη διάθεσή του μια μεγάλη αφθονία αγαθών και δυνατοτήτων. Ο Ιησούς ποτέ δεν σε αναγκάζει να τον ακολουθήσεις, ποτέ. Ο Ιησούς σου κάνει γνωστό το θέλημά του, με πολλή καρδιά σου κάνει γνωστά τα πράγματα αλλά σε αφήνει ελεύθερο. Και αυτό είναι το πιο όμορφο στην προσευχή με τον Ιησού: η ελευθερία που Αυτός μας αφήνει. Αντιθέτως, όταν απομακρυνόμαστε από τον Κύριο, μας μένει κάτι λυπηρό, κάτι άσχημο στην καρδιά.

Το να διακρίνουμε τι συμβαίνει μέσα μας δεν είναι εύκολο, διότι τα φαινόμενα απατούν, αλλά η οικειότητα με τον Θεό μπορεί να διαλύσει απαλά τις αμφιβολίες και τους φόβους, κάνοντας τη ζωή μας όλο και πιο δεκτική στο «ευγενικό φως» του, σύμφωνα με την όμορφη έκφραση του Αγίου Ιωάννη Ερρίκου Newman. Οι Άγιοι λάμπουν με αντανακλώμενο φως και δείχνουν με τις απλές πράξεις της ημέρας τους τη στοργική παρουσία του Θεού, που κάνει το αδύνατο δυνατό. Λέγεται ότι δύο σύζυγοι που έχουν ζήσει μαζί για πολύ καιρό αγαπώντας ο ένας τον άλλον, καταλήγουν να μοιάζουν μεταξύ τους. Κάτι παρόμοιο μπορεί να ειπωθεί για την αγαπητική προσευχή: με βαθμιαίο αλλά αποτελεσματικό τρόπο μας κάνει όλο και πιο ικανούς να αναγνωρίζουμε αυτό που μετράει για τη φύση μας, ως κάτι που πηγάζει από τα βάθη της ύπαρξής μας. Το να είσαι σε προσευχή δεν σημαίνει να λες λόγια, λόγια, όχι. Το να είσαι σε προσευχή σημαίνει να ανοίξεις την καρδιά σου στον Ιησού, να πλησιάσεις τον Ιησού, να αφήσεις τον Ιησού να μπει στην καρδιά σου και να σε κάνει να νιώσεις την παρουσία Του. Και εκεί μπορούμε να διακρίνουμε πότε είναι ο Ιησούς και πότε είμαστε εμείς, με τις σκέψεις μας, πολλές φορές μακριά από αυτό που θέλει ο Ιησούς.

Ας ζητήσουμε αυτή τη χάρη: να ζήσουμε μια σχέση φιλίας με τον Κύριο, όπως μιλάει ένας φίλος σε έναν φίλο (πρβλ. Αγ. Ιγνάτιος Λογιόλα, Πνευματικές Ασκήσεις, 53). Γνώριζα έναν ηλικιωμένο αδελφό που ήταν θυρωρός ενός κολεγίου και όποτε μπορούσε πήγαινε στο παρεκκλήσι, κοίταζε την αγία τράπεζα και έλεγε: «Γεια σου», διότι είχε εγγύτητα με τον Ιησού. Δεν χρειαζόταν να πει μπλα μπλα μπλα, όχι: «γεια σου, είμαι κοντά σου κι εσύ είσαι κοντά μου». Αυτή είναι η σχέση που πρέπει να έχουμε στην προσευχή: εγγύτητα, αγαπητική εγγύτητα, ως αδέλφια, εγγύτητα με τον Ιησού. Ένα χαμόγελο, μια απλή πράξη και όχι να λέμε λέξεις που δεν φτάνουν στην καρδιά.

Όπως έλεγα, να μιλάμε στον Ιησού όπως ένας φίλος μιλάει στον άλλο φίλο. Είναι μια χάρη που πρέπει να ζητάμε ο ένας για τον άλλον: να βλέπουμε τον Ιησού σαν τον φίλο μας, τον μεγαλύτερο φίλο μας, τον πιστό μας φίλο, που δεν εκβιάζει, κυρίως που δεν μας εγκαταλείπει ποτέ, ακόμη κι όταν εμείς αποστασιοποιούμαστε από Αυτόν. Αυτός μένει στην πόρτα της καρδιάς. «Όχι, δεν θέλω να μάθω τίποτα για σένα», λέμε εμείς. Κι Αυτός μένει σιωπηλός, μένει εκεί δίπλα, δίπλα στην καρδιά, διότι είναι πάντα πιστός. Ας πάμε μπροστά με αυτή την προσευχή, ας πούμε την προσευχή του «γεια σου», την προσευχή να χαιρετούμε τον Κύριο με την καρδιά, με την προσευχή της αγάπης, την προσευχή της εγγύτητας, με λίγα λόγια αλλά με καλές πράξεις και έργα. Ευχαριστώ.

———————-

Μετάφραση: π.Λ

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου