Νέα Ζηλανδία το δημοψήφισμα για την ευθανασία
Ανοιχτές θα είναι οι κάλπες στη Νέα Ζηλανδία, στις 17 Οκτωβρίου, για τις γενικές εκλογές και για δύο επιβεβαιωτικά δημοψηφίσματα: το ένα για τη νομιμοποίηση της κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς και το άλλο σχετικά με τον νόμο που αφορά το «τέλος της ζωής» (End of Life Choice Act 2019 – EOLC). Εάν εγκριθεί τελικά, θα καταστήσει δυνατή την ευθανασία για άτομα ηλικίας από 18 ετών και άνω, τα οποία έχουν διαγνωστεί με ανίατη ασθένεια ή που πιστεύεται ότι έχουν έξι ή λιγότερους μήνες ζωής, και που βρίσκονται σε προχωρημένη μη αναστρέψιμη κατάσταση, βιώνοντας – όπως λέει το νομοσχέδιο – «έναν αφόρητο πόνο ο οποίος δεν μπορεί να μετριαστεί με έναν τρόπο που ο ασθενής να θεωρεί ανεκτό». Ενόψη των ψηφοφοριών και, ειδικότερα, αυτό το τελευταίο δημοψήφισμα, το Κέντρο Βιοηθικής “Nathaniel”, που ανήκει στην Ιερά Σύνοδο των Επισκόπων της Νέας Ζηλανδίας, δημοσίευσε μια μακρά περίσκεψη στην οποία, καταρχάς, επαναλαμβάνει ότι «οποιαδήποτε βοήθεια για να πεθάνει κάποιος, ισοδυναμεί με τη νομιμοποίηση των διακρίσεων, διότι προϋποθέτει ότι κρίνεται η αξία ενός ατόμου και επομένως το δικαίωμά του στη ζωή». Οι κίνδυνοι που παρουσιάζει ο EOLC είναι διάφοροι και σοβαροί, εξηγεί το κείμενο: όσοι αποφασίζουν να κάνουν χρήση της ευθανασίας, δεν υποχρεούνται να το συζητήσουν με ένα μέλος της οικογένειας ή με ένα αξιόπιστο άτομο, δεν είναι απαραίτητη η παρουσία ανεξάρτητων μαρτύρων, δεν υπάρχουν εγγυήσεις για την εξακρίβωση περιπτώσεων εξαναγκασμού ή κατάθλιψης του νοσούντος, και λείπουν τα προαπαιτούμενα σχετικά με την επίγνωση του ασθενούς τη στιγμή που αυτός προσφεύγει σε αυτή την πρακτική.
Ένα σημείο χωρίς επιστροφή
Για τον λόγο αυτό, η Εκκλησία της Νέας Ζηλανδίας δηλώνει ότι «δεν είναι σοφό να θεσπιστεί ένας επικίνδυνος νόμος», που θα σήμαινε «να διασχίσουμε τον Ρουβίκωνα, δηλαδή να φθάσουμε σε ένα σημείο μη επιστροφής δημιουργώντας, τόσο στο δίκαιο όσο και στη νοοτροπία του πληθυσμού, μια επιμέρους κατηγορία: αυτή των ασθενών σε τελικό στάδιο, των οποίων η ζωή δεν θα θεωρείται πλέον άξια προστασίας όπως των άλλων». «Κατά ειρωνικό τρόπο – συνεχίζει η περίσκεψη των Επισκόπων – ο υποβοηθούμενος θάνατος θα διευκολυνθεί από τις Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, δηλαδή από αυτές από τις οποίες ζητείται να παρέχουν φροντίδα και συμπαράσταση στους ασθενείς τελικού σταδίου». Εάν, συνεπώς, η ευθανασία γίνει «μέρος του πολιτισμού της φροντίδας – υπογραμμίζουν οι Επίσκοποι της Νέας Ζηλανδίας – θα αλλάξει ο τρόπος που σκεφτόμαστε τους αρρώστους και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, επειδή θα περάσει η ιδέα ότι μερικές ζωές είναι ανάξιες για τις ζήσουν κάποιοι». Όχι μόνο αυτό: η οριστική έγκριση του EOLC θα σήμαινε μια γρήγορη μετάπτωση από «αυτό που είναι αποδεκτό σε αυτό που είναι επιθυμητό και ως εκ τούτου κάτι που πρέπει να ενθαρρυνθεί, ειδικά σε μια κοινωνία προσανατολισμένη προς τους ισχυρούς, υγιείς και ικανούς νέους».
Υπάρχει η παρηγορητική φροντίδα
Τέσσερα, λοιπόν, είναι τα χαρακτηριστικά του EOLC που το Κέντρο “Nathaniel” ορίζει ως “εντελώς εκτός τόπου”: το πρώτο είναι ότι το πεδίο εφαρμογής του νόμου είναι αρκετά μεγάλο και ανέρχεται σε «πάνω από 25 χιλιάδες άτομα ετησίως». Το δεύτερο είναι ότι αυτός ο νόμος δεν είναι «μια έσχατη λύση», διαφορετικά θα ήταν προσβάσιμος «μόνο σε άτομα για τα οποία η τυπική φροντίδα δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική με οποιονδήποτε τρόπο». Από αυτήν την άποψη, υπενθυμίζεται ότι ο πόνος και η ανυπόφορη ταλαιπωρία των ασθενών μπορεί να «αντιμετωπιστούν και να μετριαστούν μέχρι την καταστολή, εάν είναι απαραίτητο». Ως εκ τούτου «είναι απολύτως απαράδεκτο το γεγονός ότι σήμερα οι άνθρωποι πεθαίνουν με πόνο όταν υπάρχει η δυνατότητα ποιοτικής παρηγορητικής φροντίδας». Τρίτον, η σκέψη της ευθανασίας ως δικαιώματος δημιουργεί «ένα πρόσθετο βάρος για όσους δεν θέλουν να κάνουν χρήση αυτής, αφού θα πρέπει να δικαιολογήσουν την επιλογή τους να μην θέλουν να πεθάνουν και θα θεωρούνται όλο και περισσότερο ως αιτία σπατάλης οικονομικών πόρων». Τέλος, ο EOLC περιέχει από μόνος του πολλά στοιχεία που σηματοδοτούν την περαιτέρω επέκτασή του.
Τα ευάλωτα άτομα δεν προστατεύονται
Κοιτάζοντας, έπειτα, σε άλλα έθνη όπου οι πρακτικές ευθανασίας έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ, για παράδειγμα στην Ολλανδία, η Καθολική Εκκλησία της Νέας Ζηλανδίας επισημαίνει «τη συνεχή και εκθετική αύξηση του αριθμού των ατόμων που καταφεύγουν σε αυτήν», κάτι που δείχνει ότι, «σε σύντομο χρονικό διάστημα, η ευθανασία μετατράπηκε από μια ακραία πράξη στον προεπιλεγμένο τρόπο θανάτου για ένα άτομο που είναι άρρωστο σε τελικό στάδιο». Επιπλέον, «από τη δεκαετία του 1960, η Νέα Ζηλανδία έχει καταργήσει τη θανατική ποινή επειδή θεωρήθηκε άδικη και απαράδεκτη»: πώς να γίνει τότε, όταν θα υπάρξουν «περιπτώσεις αδικαιολόγητου θανάτου» λόγω ευθανασίας που ζητήθηκε μετά από «λάθος διάγνωση ή ανακριβής πρόγνωση;». Τέλος, το Κέντρο Βιοηθικής τονίζει ότι μια τέτοια νομοθεσία, η οποία εισάγει την έννοια της ευθανασίας ως «φυσιολογικό τρόπο θανάτου», «δεν θα προστατεύει πλέον τα ευάλωτα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, για τους οποίους η αρχή “καλύτεροι νεκροί” θα ισχύει πάντοτε».
————————-
Πηγή: Vatican News
Μετάφραση: π.Λ