Μετανάστης, το θάρρος να τον αποκαλούμε αδελφό
Ένα χρόνο μετά τη Σύνοδο για τη νεολαία, νέοι και νέες του κόσμου έρχονται αντιμέτωποι με το «Christus vivit», την Αποστολική Παραίνεση του Πάπα Φραγκίσκου. Η μετανάστευση έχει νεανικό πρόσωπο. Για όποιον εγκαταλείπει τη γη του η οποία δεν είναι πλέον κατοικήσιμη εξαιτίας της βίας ή των καταστροφών, ο Πάπας βλέπει ένα «παράδειγμα των καιρών μας». Ο Φραγκίσκος γράφει σκεπτόμενος τους πολλούς νέους και νέες που αναζητούν νέες ευκαιρίες αλλού. Η Brenda, που εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α., αναφέρει με την αποφασιστικότητα της ηλικίας της: η μετανάστευση είναι ωραία, μια ευκαιρία να συναντήσεις κάτι νέο.
Πώς να μην θυμηθούμε τους τόσους πολλούς νέους που εμπλέκονται άμεσα στη μετανάστευση; Αυτοί «αντιπροσωπεύουν σε παγκόσμιο επίπεδο ένα διαρθρωτικό φαινόμενο και όχι μια μεταβατική έκτακτη ανάγκη. Οι μεταναστεύεις μπορούν να πραγματοποιηθούν στο εσωτερικό μιας χώρας ή μεταξύ διαφορετικών χωρών. Η ανησυχία της Εκκλησίας αφορά κυρίως εκείνους που φεύγουν από τον πόλεμο, τη βία, τις πολιτικές ή θρησκευτικές διώξεις, τις φυσικές καταστροφές που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή και την ακραία φτώχεια: πολλοί από αυτούς είναι νέοι. Γενικά βρίσκονται σε αναζήτηση ευκαιριών για τον εαυτό τους ή την οικογένειά τους. Ονειρεύονται ένα καλύτερο μέλλον και επιθυμούν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για το πραγματοποιήσουν». [44]. Οι μετανάστες «μας υπενθυμίζουν την πρωταρχική προϋπόθεση της πίστης, δηλαδή ότι είμαστε «ξένοι και προσκυνητές επάνω στη γη» (Εβ 11,13)»[45].
Άλλοι μετανάστες «προσελκύονται από τον δυτικό πολιτισμό, έχοντας μερικές φορές μη ρεαλιστικές προσδοκίες που τους εκθέτους σε σοβαρές απογοητεύσεις. Αδίστακτοι διακινητές, οι οποίοι συχνά συνδέονται με τα καρτέλ των ναρκωτικών και των όπλων, εκμεταλλεύονται την αδυναμία των μεταναστών οι οποίοι πολύ συχνά, κατά τη διάρκεια της πορείας τους, έρχονται αντιμέτωποι με τη βία, την εμπορία, την ψυχολογική και σωματική εκμετάλλευση καθώς και απερίγραπτα βάσανα. Αξίζει να σημειωθεί η ιδιαίτερη ευπάθεια των ασυνόδευτων ανήλικων μεταναστών και η κατάσταση εκείνων που αναγκάζονται να περάσουν πολλά χρόνια στα στρατόπεδα προσφύγων ή που παραμένουν μπλοκαρισμένοι για μεγάλο χρονικό διάστημα στις χώρες διέλευσης, χωρίς να είναι σε θέση να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους ούτε να εκδηλώσουν τα ταλέντα τους. Σε ορισμένες χώρες άφιξης, τα μεταναστευτικά φαινόμενα χτυπούν συναγερμό και φόβο, συχνά υποκινούμενο και εκμεταλλευόμενο για πολιτικούς σκοπούς. Με αυτόν τον τρόπο εξαπλώνεται μια ξενοφοβική νοοτροπία κλεισίματος και αναδίπλωσης στους εαυτούς μας για την οποία κάποιος θα πρέπει να δράσει αποφασιστικά». [45]
«Οι νέοι που μεταναστεύουν βιώνουν τον αποχωρισμό από το πλαίσιο καταγωγής τους και συχνά έναν πολιτιστικό και θρησκευτικό ξεριζωμό. Η διάσπαση αυτή αφορά επίσης, στις κοινότητες προέλευσης, που χάνουν τα πιο αξιόλογα και επιχειρηματικά στοιχεία και στις οικογένειες, ιδιαίτερα όταν μεταναστεύει ο ένας ή και οι δύο γονείς, αφήνοντας τα παιδιά τους στη χώρα καταγωγής. Η Εκκλησία διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο αναφορικά με τους νέους αυτών των διασπασμένων οικογενειών. Αλλά οι ιστορίες των μεταναστών αποτελούν επίσης ιστορίες συνάντησης μεταξύ ανθρώπων και πολιτισμών: για τις κοινότητες και τις κοινωνίες στις οποίες φθάνουν αποτελούν μια ευκαιρία εμπλουτισμού και πλήρους ανθρώπινης ανάπτυξης όλων. Οι πρωτοβουλίες για την υποδοχή τους που αναφέρονται στην Εκκλησία διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο από αυτή την άποψη και μπορούν να αναζωογονήσουν τις κοινότητες που είναι σε θέση να τις πραγματοποιήσουν». [47]
«Χάρη στη διαφορετική προέλευση των Πατέρων, αναφορικά με το θέμα των μεταναστών η Σύνοδος είδε τη συνάντηση πολλών προοπτικών, ιδίως μεταξύ των χωρών προέλευσης και των χωρών άφιξης. Επιπλέον, είναι ανησυχητική η κραυγή των Εκκλησιών των οποίων τα μέλη αναγκάζονται να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τις διώξεις και που βλέπουν σε αυτές τις αναγκαστικές μεταναστεύσεις μια απειλή για την ίδια τους την ύπαρξη. Το ίδιο το γεγονός στο οποίο περιλαμβάνονται όλες αυτές οι διαφορετικές προοπτικές, επιτρέπει στην Εκκλησία να ασκεί ένα προφητικό ρόλο σε σχέση με την κοινωνία, αναφορικά με το θέμα της μετανάστευσης» [48]. Ζητώ ιδιαίτερα από τους νέους να μην πέσουν στα δίκτυα εκείνων που θέλουν να τους στρέψουν εναντίον άλλων νέων που φτάνουν στις χώρες τους, χαρακτηρίζοντάς τους ως επικίνδυνα υποκείμενα, σαν να μην έχουν την ίδια αναφαίρετη αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπινου όντος.