Κυριακή του Θωμά
Η σημερινή περικοπή του Ευαγγελίου τελείωνε ως εξής: «όλα αυτά γράφηκαν για να πιστέψετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού και πιστεύοντας να έχετε ζωή στο όνομά του».
Ο Θωμάς για να πιστέψει θέλησε και προσωπικά να βεβαιωθεί για το γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου: «εάν δε δω, εάν δεν βάλω το δάχτυλό μου στην πλευρά του.., δεν θα πιστέψω!». Ο Ιησούς θέλοντας να καταστήσει και αυτόν τον Απόστολο, όπως όλους τους άλλους, αυτόπτη μάρτυρα της αναστάσεώς του, ικανοποιεί την απαίτηση του. Εμφανίζεται και πάλι μετά από οκτώ ημέρες και είναι τότε που ο Θωμάς αναφωνεί ενώπιον όλων: «Ο Κύριός μου και ο Θεός.
Τώρα όλοι οι Απόστολοι είδαν τον αναστημένο Ιησού. Πείστηκαν πως αυτός αληθινά είναι ο Απεσταλμένος του Θεού, ο ίδιος ο Υιός του Θεού. Αυτή την αλήθεια με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος με παρρησία κήρυξαν και στήριξαν με τη ζωή τους και επισφράγισαν με το μαρτυρικό θάνατό τους: «Εμείς δεν μπορούμε να σιωπήσουμε γι’ αυτό που είδαμε και ακούσαμε» (Πρ. 4,20). Οι Απόστολοι είναι για μας εγγύηση και σιγουριά γι’ αυτό και πιστεύουμε χωρίς να βλέπουμε.
Η πίστη μας είναι «αποστολική», βασισμένη στη συγκεκριμένη μαρτυρία εκείνων που «έφαγαν και ήπιαν μαζί με τον Ιησού, μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς» (Πρ. 10,41). Το περιεχόμενο της πίστης μας είναι το κήρυγμα των Αποστόλων: «Με μεγάλη δύναμη οι απόστολοι έδιναν μαρτυρία της αναστάσεως του Κυρίου και όλη έχαιραν μεγάλης εκτίμησης», ακούσαμε στο πρώτο σημερινό ανάγνωσμα.
Η πρώτη κοινότητα των μαθητών του Ιησού με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μετέτρεπε την πίστη σε ζωή : «όλοι οι αδελφοί προσκαρτερούσαν στη διδαχή των Αποστόλων και στην κοινωνία και τον τεμαχισμό του άρτου και στις προσευχές», ακούσαμε λίγο πριν.
Η Εκκλησία είναι η προέκταση μέσα στους αιώνες της ενσάρκωσης του Χριστού ο οποίος μέσα από τη σημερινή κοινότητα των μαθητών του συνεχίζει να δίνει, τη θεϊκή ζωή στους ανθρώπους. Μέσω της Εκκλησίας και την τέλεση των Μυστηρίων ο άνθρωπος αποκτά την «εν Χριστώ» και «εν Θεώ ζωή».
Η «εν Χριστώ ζωή» αλλάζει τη συμπεριφορά μας, όπως έγινε με τη ζωή της πρώτης χριστιανικής κοινότητας. Ήταν μια κοινότητα διαφορετική από τις άλλες. Είναι η σημερινή κοινότητα της Εκκλησίας που όμως έχει ανάγκη από μία ειλικρινή εξέταση της συνείδησης για να δει κατά πόσον η ζωή της ταυτίζεται. Το χαρακτηριστικό αυτής της κοινότητας ήταν η προσκαρτερία στη διδαχή των Αποστόλων, στην κοινή προσευχή, στον κοινό τεμαχισμό του άρτου, στην έμπρακτη αγάπη προς όλους.
Πως όμως σήμερα η Εκκλησία βιώνει αυτά τα χαρακτηριστικά της; Πριν ακριβώς από λίγες μέρες χωριστά οι χριστιανοί εόρτασαν το θεμέλιο της πίστεώς τους; Κοιτούσαμε τα ρολόγια μας για να μη συναντηθεί ο ένας επιτάφιος με τον άλλο. Δεν τολμούμε στον εικοστό πρώτο αιώνα να συμπροσευχηθούμε. Γιατί κάποιοι πατέρες της Εκκλησίας δεν το επέτρεπαν στην εποχή τους. Το ότι όχι μόνο το επιτρέπει ο Θεός αλλά και το θεωρεί προϋπόθεση δεν μας λέει τίποτε; Ποια ερμηνεία να δώσουμε στα λόγια του Ιησού που μας είπε: «Σας δίνω νέα εντολή να αγαπάτε ο ένας τον άλλο, όπως εγώ σας αγάπησα. Από αυτό θα γνωρίσουν ότι είστε μαθητές μου, αν αγαπάτε ο ένας τον άλλο». Πως δεχόμαστε να παραβαίνουμε το νόμο του Θεού «κατ’ οικονομία» σε άλλα θέματα και δεν τολμούμε να παραβούμε κατ’ οικονομία τους ανθρώπινους κανόνες; Μέχρι πότε θα διατηρούμε την σκληροκαρδία μας, και θα υπακούμε στους ανθρώπινους νόμους ενώ θα παραβιάζουμε τους θεϊκούς;
Μέχρι πότε οι ανθρώπινες σκέψεις του χθες που χρησιμοποιήθηκαν σε συγκεκριμένες ιστορικές καταστάσεις και στιγμές, θα τίθενται πάνω από τους θεϊκούς νόμους, το νόμο της αγάπης, της αδελφοσύνης;
Σήμερα ο μακαρισμός του Κυρίου: «μακάριοι όσοι δεν βλέπουν και πιστεύουν» είναι επίκαιρος περισσότερο παρά ποτέ, διότι σήμερα οι άνθρωποι όχι μόνο δεν βλέπουν τον Αναστημένο Χριστό, αλλά δυστυχώς δεν βλέπουν και την κοινότητα των σημερινών μαθητών του να αγαπιούνται και μαζί να κηρύττουν το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως. Να γιατί σήμερα υπάρχουν πολλοί Θωμάδες που θέλουν να δουν, αν όχι αναστημένο το Χριστό, τουλάχιστο την Εκκλησία του Xριστού να βιώνει όσα κηρύττει για να μην είναι απλώς μία κοινότητα που υπενθυμίζει τα γεγονότα που έγιναν δυο χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά να παραμένει πιστή στην αποστολή της, να πείθει και να σώζει, παραμένοντας μυστήριο σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους.