Ιερουσαλήμ, πόλη για όλους τους λαούς
Η Αγία Έδρα ζητά να γίνουν σεβαστές οι Αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την Ιερουσαλήμ, ιερή πόλη για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες: μόνο ένα διεθνώς εγγυημένο καθεστώς μπορεί να διατηρήσει τον μοναδικό χαρακτήρα της και να αποτελέσει εγγύηση για την ειρήνη
Η Ιερουσαλήμ είναι μια ιερή πόλη για τους Εβραίους, τους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους. Ο βασιλιάς Δαβίδ την επέλεξε ως πρωτεύουσα του βασιλείου του Ισραήλ περίπου πριν από 3.000 χρόνια. Στην Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με την παράδοση του Κορανίου, πριν από περίπου 1.400 χρόνια, ο Μωάμεθ έκανε ένα μυστικιστικό ταξίδι στον ουρανό.
Το status quo της Ιερουσαλήμ
Η πολιτική ιστορία αυτής της πόλης συνδέεται αναπόσπαστα με τις αντιξοότητες αυτών των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1852 εξέδωσε διάταγμα για το «statusquo» το οποίο πάγωσε εκείνη την ημέρα το ζήτημα της ιδιοκτησίας των αμφισβητούμενων θρησκευτικών χώρων.
Το Ισραήλ ανακηρύττει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα
Το 1947, ο Ο.Η.Ε. με την 181 απόφαση, θέσπισε το σχέδιο διχοτόμησης της Παλαιστίνης με σκοπό την επίλυση της σύγκρουσης μεταξύ Εβραίων και Αράβων που εξερράγη κατά τη διάρκεια της βρετανικής εντολής, προτείνοντας τη συνύπαρξη δύο κρατών, ενός εβραϊκού και ενός άλλου αραβικού, με την Ιερουσαλήμ υπό διεθνή έλεγχο. Στις 14 Μαΐου του 1948, δηλώθηκε μονομερώς, η γέννηση του κράτους του Ισραήλ: ξέσπασε ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος. Η πόλη χωρίστηκε σε δύο μέρη: τη Δυτική Ιερουσαλήμ κατοικούμενη από Εβραίους και την Ανατολική Ιερουσαλήμ κατοικούμενη από Άραβες. Κατά τη διάρκεια του πολέμου των έξι ημερών το 1967, το Ισραήλ κατέλαβε και το ανατολικό τμήμα. Το 1980, η Κνεσέτ ανακηρύττει την Ιερουσαλήμ «πρωτεύουσα αιώνια, μοναδική και αδιαίρετη» του κράτους του Ισραήλ, χωρίς την αναγνώριση της διεθνούς κοινότητας.
Αγία Έδρα: να γίνουν σεβαστές οι αποφάσεις του Ο.Η.Ε.
Τον Δεκέμβριο του 2017, ο πρόεδρος των Η.Π.Α. Donald Trump αναγνωρίζει επίσημα την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Η Αντιπροσωπεία της Αγίας Έδρας στα Ηνωμένα Έθνη, επίσης τον Δεκέμβριο του 2017, παρεμβαίνει με μια δήλωση στη συζήτηση της Γενικής Συνέλευσης σχετικά με την απόφαση των Η.Π.Α., υπενθυμίζοντας «την υποχρέωση όλων των εθνών να σεβαστούν το ιστορικό status quo της Ιερής Πόλης, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Ο.Η.Ε». «Η μοναδική ταυτότητα της Ιερουσαλήμ, η οποία είναι παγκόσμιας σημασίας – τονίζεται – συνίσταται στην ιδιαίτερη φύση της ιερής πόλης, που είναι ιερή για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες και σύμβολο για εκατομμύρια πιστούς σε ολόκληρο τον κόσμο που την θεωρούν «πνευματική τους πρωτεύουσα». Η σημασία της υπερβαίνει το ζήτημα των συνόρων και αυτή η πραγματικότητα θα έπρεπε να θεωρείται προτεραιότητα σε κάθε διαπραγμάτευση για πολιτική λύση». Η αντιπροσωπεία του Βατικανού υπέβαλε το αίτημα για «μια ειρηνική απόφαση που θα σέβεται τη φύση της Ιερουσαλήμ, την ιερότητά της και την παγκόσμια αξία της», επαναλαμβάνοντας ότι «μόνο μια διεθνώς εγγυημένη κατάσταση μπορεί να διατηρήσει τον μοναδικό χαρακτήρα της και να αποτελέσει εγγύηση για διάλογο και συμφιλίωση για την ειρήνη στην περιοχή». Παρά τις διεθνείς διαμαρτυρίες, στις 14 Μαΐου 2018, η πρεσβεία των Η.Π.Α. μετακομίζει από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με τον σεβασμιότατο Giacinto Boulos Marcuzzo, πατριαρχικό βικάριο της Ιερουσαλήμ και της Παλαιστίνης, πρόκειται για «μια απόφαση που στρέφεται κατά της ιστορίας, κατά της δικαιοσύνης και του καλού του πληθυσμού της Ιερουσαλήμ. Σήμερα – δήλωσε – η ειρηνευτική διαδικασία που είχε ξεκινήσει πάγωσε».
Πάπας Φραγκίσκος: Ιερουσαλήμ, μια μοναδική πόλη
Πολυάριθμες είναι οι παρεμβάσεις του Πάπα Φραγκίσκου για την Ιερουσαλήμ. Στην ομιλία του προς το Διπλωματικό Σώμα στις 8 Ιανουαρίου 2018, απηύθυνε έκκληση προς τους Ισραηλινούς και τους Παλαιστινίους, προσκαλώντας τους «να αναλογιστούν κάθε πρωτοβουλία ώστε να αποφευχθεί η επιδείνωση των συγκρούσεων». Συνεπώς, επανειλημμένα επαναλαμβάνει τη θέση του Βατικανού επί του θέματος. Με την ευκαιρία της συνάντησης στο Μπάρι με τους επικεφαλείς των Εκκλησιών και των χριστιανικών κοινοτήτων της Μέσης Ανατολής στις 7 Ιουλίου 2018, ο Πάπας είπε:
«Ας στρέψουμε το βλέμμα μας προς την Ιερουσαλήμ, πόλη για όλους τους λαούς, πόλη μοναδική και ιερή για τους Χριστιανούς, τους Εβραίους και τους Μουσουλμάνους όλου του κόσμου, της οποίας η ταυτότητα και η κλήση πρέπει να διατηρηθούν πέρα από τις διάφορες διαμάχες και εντάσεις, και της οποίας το status quo θα πρέπει να γίνει σεβαστό όπως εγκρίθηκε από την Διεθνή Κοινότητα και όπως επανειλημμένα ζητήθηκε από τις χριστιανικές κοινότητες των Αγίων Τόπων. Μόνο μια λύση που θα έχει επιτευχθεί μέσω διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων, επιθυμητή και ευνοούμενη από την Κοινότητα των Εθνών, θα μπορέσει να οδηγήσει σε μια σταθερή και διαρκή ειρήνη και να εγγυηθεί τη συνύπαρξη δύο κρατών για δύο λαούς».
Σεβασμιότατος Auza: καμιά μονομερής τροποποίηση του status quo
Τον Οκτώβριο του 2018, ο σεβασμιότατος Bernardito Auza, μόνιμος παρατηρητής της Αγίας Έδρας στα Ηνωμένα Έθνη, παρέβηκε κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας, επαναλαμβάνοντας ότι η Αγία Έδρα «επιθυμεί να επιβεβαιώσει το ιστορικό status quo» της Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών και «απορρίπτει κάθε μονομερές μέτρο που ως στόχο του έχει την αλλαγή του». Η Ιερή Πόλη – δηλώνει – θα έπρεπε να είναι τόπος σύγκλισης και ειρήνης και θα έπρεπε να δοθεί εγγύηση προς τους πιστούς των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών για την ελεύθερη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στους Αγίου Τόπους. Ως εκ τούτου, «η αρχική πρόταση για μια διεθνή κατάσταση που θα εγγυάται από τα Ηνωμένα Έθνη εξακολουθεί να έχει μεγάλη σημασία για την εκπλήρωση της μοναδικής κλήσης της πόλης». Επομένως, υπογραμμίζει τη λύση των δύο κρατών ως «τον μοναδικό βιώσιμο τρόπο για να εκπληρωθούν οι φιλοδοξίες της ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων και το μόνο εφικτό ειρηνευτικό σχέδιο που θα επέτρεπε και στα δύο έθνη να ζήσουν μαζί με ασφαλή και διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα».
Η Συμφωνία Αγίας Έδρας – Ισραηλινού Κράτους
Τέλος, υπενθυμίζουμε τις δύο συμφωνίες που σύνηψε η Αγία Έδρα με το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Το 1993, με τη Θεμελιώδη Συμφωνία με την Αγία Έδρα, το Ισραηλινό κράτος δεσμεύτηκε για την ελευθερία θρησκείας και συνείδησης, για την προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των εθνών, την ανοχή μεταξύ των κοινοτήτων και το σεβασμό για τη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αναγνωρίζει το δικαίωμα της Καθολικής Εκκλησίας να εκτελεί τα θρησκευτικά, ηθικά, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά καθήκοντά της και να διαθέτει τα δικά της θεσμικά όργανα. Το Ισραήλ «επιβεβαιώνει τη μόνιμη δέσμευσή του να διατηρήσει και να σεβαστεί το status quo στους Ιερούς χώρους των χριστιανών» για τους οποίους είναι έγκυρη και τα σχετικά δικαιώματα των χριστιανικών κοινοτήτων που περιλαμβάνονται σ’ αυτούς, καθώς και τον σεβασμό και την προστασία «του χαρακτήρα των ιερών χώρων των Καθολικών, όπως εκκλησίες, μοναστήρια, μονές, νεκροταφεία και συναφή».
Η Συμφωνία Αγίας Έδρας – Παλαιστινιακού Κράτους
Το 2015, με τη Συμφωνία Αγίας Έδρας – Παλαιστινιακού κράτους, δίνεται εγγύηση για την ελευθερία συνείδησης και της θρησκείας, τα δικαιώματα οργάνωσης και προσωπικής δικαιοδοσίας, την ελευθερία μετακίνησης και της προσωπικής κατάστασης, την ελευθερία της λατρείας και των Ιερών χώρων, την ελευθερία δημιουργίας ιδρυμάτων, τη φιλανθρωπία, του πολιτισμού και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, μέχρι την αντίρρηση συνείδησης, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και στη διαχείριση. Επιπλέον, οι Χριστιανοί θεωρούνται ως «πολίτες με πλήρη δικαιώματα», «που σκοπεύουν να συνεχίσουν να παίζουν αυτό το ρόλο… μαζί με τους άλλους συμπολίτες που θεωρούνται αδέλφια». Το κείμενο της Συμφωνίας εκφράζει, τέλος, την ελπίδα για μια λύση για το παλαιστινιακό ζήτημα και για τη σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων στο πλαίσιο της λύσης των δύο κρατών, υποστηρίζει η Αγία Έδρα και των αποφάσεων της Διεθνούς Κοινότητας, όσον αφορά σε μια συμφωνία μεταξύ των μερών.