Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού την έζησε ο Ιωάννης – Παύλος Α’
Σαν χθες, πριν από 42 χρόνια, ήταν η εκλογή του Ιωάννη-Παύλου Α’ ως Πάπας Ρώμης, ο οποίος ως Επίσκοπος είχε βιώσει το έργο της Β’ Συνόδου του Βατικανού και το εξήγησε με απλά λόγια στους πιστούς του. Μια μαρτυρία πιστότητας στην Εκκλησία πάρα πολύ επίκαιρη στις μέρες μας.
Το βράδυ πριν από 42 χρόνια, ο διάδοχος του Πάπα Παύλου Στ’ εμφανίστηκε χαμογελαστός από τον κεντρικό εξώστη της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Ο Αλμπίνο Λουτσιάνι, Πατριάρχης Βενετίας, στις 26 Αυγούστου 1978 εξελέγη κατά την τέταρτη ψηφοφορία με το διπλό όνομα Ιωάννης-Παύλος, προς τιμήν των αμέσων προκατόχων του, Ιωάννη ΚΓ’ και Παύλου Στ’. Ο πρώτος τον ονόμασε Επίσκοπο του Βιτόριο Βένετο, συμπεριλαμβάνοντάς τον μεταξύ των Πατέρων της Β’ Συνόδου του Βατικανού, ο δεύτερος τον μετέφερε στη Βενετία ως Πατριάρχη και τον ονόμασε Καρδινάλιο. Εκείνο το ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η παπική διακονία του Ιωάννη-Παύλου Α’, ενός μειλίχιου και ταπεινού ποιμενα με καταγωγή από το ορεινό Βένετο, θα ήταν από τις συντομότερες στην ιστορία. Σαράντα δύο χρόνια μετά από αυτό το γεγονός, σε μια εποχή που η Β’ Οικουμενική Σύνοδος του Βατικανού είναι αντικείμενο επιθέσεων και κριτικών, είναι σημαντικό να θυμηθούμε τον Πάπα Ιωάννη-Παύλο Α’ μέσα από τα λόγια του, που γράφτηκαν όταν ήταν Επίσκοπος και Συνοδικός Πατέρας, εξηγώντας στους πιστούς της Επισκοπής του τι συνέβαινε στη Ρώμη.
Ενάντια στη διαδεδομένη απαισιοδοξία
Στην προπαρασκευαστική φάση ο Πατριάρχης Βενετίας αναφέρει γραπτώς τη γνώμη του: ελπίζει ότι η μελλοντική Σύνοδος θα αναδείξει την «χριστιανική αισιοδοξία» που είναι εγγενής στη διδασκαλία του Αναστημένου Κυρίου, ενάντια στην «διαδεδομένη απαισιοδοξία» της σχετικιστικής κουλτούρας, καταγγέλλοντας μια ουσιαστική άγνοια των «στοιχειωδών πραγμάτων της πίστης» . Ο Πατριάρχης Βενετίας φεύγει για τη Ρώμη, συμμετέχει στις Συνάξεις της Συνόδου, ακούει προσεκτικά τις συζητήσεις. Δεν παίρνει ποτέ τον λόγο, αλλά γράφει δεκάδες σελίδες σημειώσεων. Διαβάζει ξανά τον θεολόγο Αντώνιο Ροσμίνι και μελετά σε βάθος πολλούς θεολόγους, συμπεριλαμβανομένων των Ντε Λουμπακ και Χανς Ουρς φον Μπαλτασαρ. Συχνά γράφει στους πιστούς της Επισκοπής του, τους ενημερώνει σχετικά με τα αποτελέσματα της Συνόδου και εξηγεί ευαίσθητα θέματα με το συνηθισμένο διδακτικό και κατηχητικό του ύφος, ενώ ταυτόχρονα αποφεύγει τις υπερβολικές απλοποιήσεις. Ο Πατριάρχης Βενετίας επισημαίνει αμέσως ποιος θα είναι ο κύριος πρωταγωνιστής της Συνόδου: «Το Άγιο Πνεύμα, παρόν επί το έργον, με τη βοήθειά Του στην πρόληψη δογματικών λαθών και αποκλίσεων». Μια βοήθεια, γράφει, η οποία δίνεται στα μέλη της Συνόδου συλλογικά ως «επικεφαλής Εκκλησιών και όχι ως άνδρες-ιδιώτες», οι οποίοι «θα παραμείνουν άνθρωποι με τη δικη τους ιδιοσυγκρασία».
Μια εμπειρία της καθολικότητας της Εκκησίας
Σε ένα μήνυμα για την Ημέρα των Ιεραποστολών, με ημερομηνία 14 Οκτωβρίου 1963, ο Πατριάρχης Βενετίας ενημερώνει του πιστούς της Επισκοπής του ότι αντικρίζει τις Ιεραποστολές στα πρόσωπα των Επισκόπων που συγκεντρώθηκαν από όλο τον κόσμο. Και μάλιστα γράφει: «Στην αίθουσα του Συνόδου, αρκεί να κοιτάξω τα σκαλιά μπροστά μου. Εκεί είναι: οι γενειάδες των Επισκόπων από της ιεραποστολικές χώρες, τα μαύρα πρόσωπα των Αφρικανών, τα προεξέχοντα ζυγωματικά των Ασιάτων. Και είναι αρκετό για μένα να ανταλλάξω λίγα λόγια μαζί τους: προοπτικές και ανάγκες ανοίγονται μπροστά μας, για τα οποίες δεν είχαμε καν την ιδέα». Μετά την πρώτη συνοδική περίοδο, ο Πατριάρχης επιστρέφει στην οικία του μαζί με τον «γείτονά του» στα συνοδικά έδρανα, τον Σεβασμιότατο Charles Msakila, Επίσκοπο της Καρέμα (Τανγκανίκα), φιλοξενούμενό του για λίγες μέρες: μια χειρονομία προσοχής, αλλά και ένας τρόπος να αναπνεύσει η Επισκοπή του τη διάσταση της καθολικότητας της Εκκλησίας. Η ιεραποστολική ώθηση προκύπτει επίσης από τα λόγια που ο Πατριάρχης Βενετίας αφιέρωσε στον Πάπα Ιωάννη ΚΓ’, τελώντας τον Ιούνιο του 1963 μια επιμνημόσυνη Θεία Λειτουργία για τον πρόσφατα αποθανόντα Πάπα. «Η ιδέα του Πάπα Ιωάννη, που εξέπληξε περισσότερο το πνεύμα μου, είναι αυτή: Ecclesia Christi, lumen gentium! Δηλαδή, η Εκκλησία του Χρίστου είναι το φως των εθνών!Η Εκκλησία πρέπει να το καταστήσει σαφές αυτό, όχι μόνο στους Καθολικούς, αλλά στους πάντες. Η Εκκλησία ανήκει σε όλους: πρέπει να προσπαθήσουμε να την φέρουμε πιο κοντά σε όλους».
Λειτουργική μεταρύθμιση
Δύο δείγματα από τα γραπτά του Πατριάρχη Βενετίας, για να καταλάβουμε πώς ο μελλοντικός Πάπας εξέτασε ορισμένα από τα κρίσιμα θέματα της Συνόδου. Το πρώτο αφορά τη Θεία Λατρεία. «Κατά τη διάρκεια της πρώτης σύναξης της Συνόδου το μεγάλο πρόβλημα, σχετικά με τη Θεία Λατρεία, ήταν: ποια βοηθήματα να προσφέρουμε στους πιστούς, ώστε να αποκομίσουν τον μέγιστο δυνατό καρπό από αυτήν, η οποία είναι “το αποκορύφωμα της χριστιανικής ζωής;”. Μια πρώτη βοήθεια προέρχεται από τη Βίβλο. Η Βίβλος είναι ο λόγος του Θεού, είναι θεμελιώδης στη διάπλαση μιας ατμόσφαιρας δίκαιης και ένθερμης θρησκευτικότητας. Η ανάγνωση του Αποστόλου και του Ευαγγελίου πρέπει να γίνεται απευθείας στα Ιταλικά, όταν οι πιστοί παρευρίσκονται στη Λειτουργία, και να τονιστεί περισσότερο. Μια επιπλέον βοήθεια είναι η χρήση της Ιταλικής γλώσσας. Στην Α’ Σύνοδο του Βατικανού, 81 Επίσκοποι είχαν ζητήσει τη χρήση της μητρικής γλώσσας για τη Θεία Λειτουργία. Άλλοι Επίσκοποι ήταν φοβισμένοι. Άλλοι επεσήμαναν ότι η Εκκλησία, στο παρελθόν, άλλαξε γλώσσα πολλές φορές, προσαρμοζόμενη στη γλώσσα των ανθρώπων. Ο ίδιος ο Ιησούς μιλούσε και προσευχόταν όχι στα Εβραϊκά, την εθνική γλώσσα της Παλαιστίνης, αλλά στα Αραμαϊκά, τη γλώσσα του λαού. Μια τρίτη βοήθεια συνίσταται στην απλοποίηση των Ιερών Ακολουθιών της Θείας Λατρείας. Για να είμαι ειλικρινής, ορισμένες ιεροτελεστίες, με την πάροδο των αιώνων, έχουν αλληλεπικαλυφθεί, άλλες δεν είναι κατανοητές από τους σημερινούς ανθρώπους, άλλες, για να γίνει κατανοητές, απαιτούν περίπλοκες εξηγήσεις. Μια ιεροτελεστία – ειπώθηκε στη Σύνοδο – δεν πρέπει να είναι θέμα συζήτησης και εξήγησης, αλλά μια ιερουργία που μιλά και εξηγείται από μόνη της. Σε κάθε περίπτωση, ας μην επιβάλουμε περιττές δυσκολίες στους πιστούς! Μια τέταρτη βοήθεια συνίσταται στην προώθηση και τη διευκόλυνση της συμμετοχής των πιστών».
Θρησκευτική ελευθερία
Ένα από τα πιο ευαίσθητα και περίπλοκα ζητήματα που εξέτασε η Σύνοδος ήταν αυτό της θρησκευτικής ελευθερίας. Για τον Πατριάρχη Βενετίας ήταν μια σημαντική αλλαγή σε σχέση με ό,τι διδάχτηκε στο Ιεροσπουδαστήριο. Να πώς εξηγεί εκείνη τη στιγμή: «Όλοι συμφωνούμε ότι υπάρχει μόνο μια αληθινή θρησκεία. Όμως, αφού το είπαμε αυτό, υπάρχουν και άλλα πράγματα που είναι σωστά και πρέπει να ειπωθούν. Δηλαδή, όσοι δεν πείθονται από τον Καθολικισμό, έχουν το δικαίωμα να ομολογήσουν τη θρησκεία τους για διάφορους λόγους. Ο φυσικός νόμος λέει ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να αναζητήσει την αλήθεια. Τώρα, δείτε ότι η αλήθεια, ειδικά η θρησκευτική αλήθεια, δεν μπορεί να αναζητηθεί κλειδώνοντας τον εαυτό μας σε ένα δωμάτιο και διαβάζοντας μερικά βιβλία. Επιδιώκεται σοβαρά μιλώντας με άλλους, συμβουλευόμενοι. Μην φοβάστε ότι χαστουκίζετε την αλήθεια, όταν δίνετε σε έναν άνθρωπο το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την ελευθερία του».
Σεβασμός στα δικαιώματα των μη Καθολικών
Ο Πατριάρχης Βενετίας γράφει: «Αν κάποιος έχει επίγνωση ότι αυτή είναι η θρησκεία του, έχει το δικαίωμα να τη διατηρήσει, να την εκδηλώσει και να την διαδώσει. Πρέπει να κρίνεται η θρησκεία κάποιου ως καλή, αλλά και αυτή των άλλων. Η επιλογή της θρησκείας πρέπει να είναι ελεύθερη. Όσο πιο ελεύθερη και πεπεισμένη είναι, τόσο περισσότερο αυτοί που την ασπάζονται αισθάνονται τιμημένοι. Αυτά είναι δικαιώματα, φυσικά δικαιώματα. Τώρα, δεν υπάρχει δικαίωμα στο οποίο να μην αντιστοιχεί επίσης ένα καθήκον. Οι μη Καθολικοί έχουν το δικαίωμα να ομολογούν τη θρησκεία τους, και εγώ έχω το καθήκον να σεβαστώ το δικαίωμά τους: εγώ ως ιδιώτης, ως ιερέας, ως Επίσκοπος, ως Κράτος».
Να κάνετε την κατήχηση καλύτερα
Τέλος, στα γραπτά του Πατριάρχη Βενετίας, ως Συνοδικού Πατέρα, βρίσκουμε επίσης αυτά τα λόγια αξιοσημείωτης σημασίας που αφορούν τη σχέση με τους πιστούς άλλων θρησκειών. Παρόλο που γράφτηκαν πριν από 56 χρόνια, εξακολουθούν να είναι επίκαιρα και εμφανίζονται σε αρμονία με τη φράση του Βενεδίκτου ΙΣΤ’, η οποία αναφέρεται συχνά από τον διάδοχό του Φραγκίσκο: «Η Εκκλησία δεν αναπτύσσεται δια του προσηλυτισμού, αλλά της έλξεως». Η χριστιανική πίστη υπάρχει και εξαπλώνεται εάν υπάρχουν Χριστιανοί που τη βιώνουν και τη μαρτυρούν μέσω της ζωής τους. «Μερικοί Επίσκοποι – γράφει ο Πατριάρχης Βενετίας – φοβήθηκαν: αλλά τότε αύριο οι Βουδιστές θα έρθουν και θα κάνουν την προπαγάνδα τους στη Ρώμη για να μετατρέψουν την Ιταλία. Ή θα υπάρχουν τέσσερις χιλιάδες μουσουλμάνοι στη Ρώμη: θα έχουν το δικαίωμα να χτίσουν ένα τζαμί. Πρέπει να τους αφήσουμε να το κάνουν. Αν θέλετε τα παιδιά σας να μην γίνουν βουδιστές ή να μην γίνουν μουσουλμάνοι, πρέπει να κάνετε την κατήχηση καλύτερα , ώστε να είναι πραγματικά πεπεισμένοι για την καθολική τους πίστη».
————————-
Πηγή: Vatican News
Μετάφραση: π.Λ