Η συνάντηση με τους πρόσφυγες στη Λέσβο μας άλλαξε ως Χριστιανούς
Την μικρή καθολική εκκλησία, που χτίστηκε το 1843, είναι δύσκολο να τη βρει κανείς, κρυμμένη πίσω από καταστήματα στη Μυτιλήνη. Ο εφημέριος, ο π.Λέων, ζει σε άλλο νησί και καταφέρνει να έρθει στη Μυτιλήνη με το πλοίο μερικές φορές την εβδομάδα για να τελέσει τη Λειτουργία και να έρθει σε επαφή με τους ενορίτες. Ένας άλλος ιερέας, ο π.Μάρτιν, πρώην εκκλησιαστικός παραστάτης σε νοσοκομείο του Άμστερνταμ, από τον περασμένο Ιανουάριο αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Λέσβο επ’ αόριστον.
Η ζωή ενός άλλου ανθρώπου, του καθηγητή Αγγλικών Λεονάρδου Meachim, που ζει στο νησί εδώ και χρόνια, άλλαξε ριζικά το 2015. «Στον ελεύθερο χρόνο μου, μου άρεσε να πηγαίνω για τζόκινγκ, για ψάρεμα και κολύμπι. Τότε έβλεπα τους πρόσφυγες να βγαίνουν από τη θάλασσα και να περπατούν χιλιόμετρα για να φτάσουν στη Μυτιλήνη. Από εκείνη τη στιγμή και μετά δεν μπορούσα πλέον να κάνω τα πράγματα που έκανα μέχρι τότε». Μαζί με άλλους ενορίτες, τη Λουκία, τη Τζένη, τη Χριστίνα, τον π.Λέοντα, ο Λεονάρδος πήγαινε στην παραλία για μήνες, κάθε μέρα, για να καλωσορίσει τους πρόσφυγες, πολύ προτού φτάσουν οι ΜΚΟ στο νότιο μέρος του νησιού. «Θυμάμαι πόσο άβολα ένιωσα την πρώτη φορά που πρόσφερα ένα ποτήρι νερό σε ένα παιδί, μέχρι που είδα τη θετική αντίδραση των γονιών του», λέει ο Λεονάρδος. Δεν πρόκειται μόνο για την προσφορά φαγητού, νερού και ρούχων: «Στεκόμασταν εκεί, στην παραλία, τους περιμέναμε, γιατί έχει μεγάλη διαφορά να βρουν κάποιους που να τους καλωσορίζουν. Οι πιο ευάλωτοι μεταφέρονταν στον χώρο υποδοχής από τους ενορίτες, με τα αυτοκίνητά τους, παρόλο που αυτό επίσημα απαγορευόταν. Από την αρχή, η ενορία μας συνεργάστηκε ενεργά με τη “Συνύπαρξη”, μια ένωση εθελοντών της Μυτιλήνης που βοηθά επίσης τους πρόσφυγες». Ο Λεονάρδος άρχισε να διδάσκει αγγλικά στους πρόσφυγες, ενώ μια γυναίκα από την ενορία τους δίδασκε ελληνικά. «Τότε άρχισαν να έρχονται οι πρώτες ΜΚΟ στα νότια μέρη της Λέσβου. Σε αυτό το σημείο δεν υπήρχε πλέον ανάγκη για εμάς. Επίσης επειδή μας έβλεπαν σαν ερασιτέχνες και μερικές φορές είχαμε την αίσθηση ότι δεν ήμασταν ευπρόσδεκτοι».
Η μικρή καθολική κοινότητα της Μυτιλήνης άρχισε να ανοίγει την εκκλησία της στους πρόσφυγες ήδη από το 2015, για να τους επιτρέψει να έρθουν και να προσευχηθούν ή απλά να ανάψουν ένα κερί. Μερικοί μουσουλμάνοι έρχονταν επίσης εδώ συχνά, «για να είναι κοντά στον Θεό», όπως έλεγαν. «Για τους αιτούντες άσυλο, η εκκλησία αντιπροσωπεύει ένα μέρος για να βρουν την κανονικότητα, την ειρήνη και την ασφάλεια. Όμως όλο και πιο συχνά άρχισαν να ζητούν τη ν ποιμαντική μέριμνα». Ο Επίσκοπος κατοικεί σε άλλο νησί, στην Τήνο: ο Σεβασμιότατος Νικόλαος Πρίντεζης είναι Αρχιεπίσκοπος Νάξου, Άνδρου, Τήνου και Μυκόνου, και Αποστολικός Τοποτηρητής της Λέσβου, που είναι μέρος της Επισκοπής Χίου, και ο οποίος υποστηρίζει ενεργά την μικρή ενορία. Χειροθέτησε τον Λεονάρδο ως υποδιάκονο, ο οποίος, όταν λείπει ο ιερέας, προΐσταται της προσευχής και μεταδίδει τη Θεία Κοινωνία. «Χρειαζόμαστε Άγιες Γραφές, κυρίως στα γαλλικά, και ροδάρια – εξηγεί ο Λεονάρδος – . Μερικοί πρόσφυγες βρίσκονται στη Μυτιλήνη εδώ και χρόνια, κυρίως άνδρες. Άλλοι φεύγουν γρήγορα, ειδικά οι γυναίκες που λαμβάνουν άσυλο γρηγορότερα».
Την Κυριακή στις 11:00 τελείται η Θεία Λειτουργία για τους χριστιανούς πρόσφυγες. Λόγω των μέτρων κατά του κορωνοϊού, μόνο είκοσι άτομα επιτρέπεται να εισέλθουν στην εκκλησία. Οι υπόλοιποι κάθονται έξω στο προαύλιο του ναού, όπου υπάρχει χώρος για δέκα ακόμη άτομα. Πριν από την πανδημία, συμμετείχαν περισσότεροι από εκατό πρόσφυγες στη Θεία Λειτουργία. Μερικοί από τους σημερινούς αιτούντες άσυλο ζουν στην πόλη, ενώ άλλοι περπατούν δέκα χιλιόμετρα για να φτάσουν στην εκκλησία από το νέο κέντρο υποδοχής προσφύγων. «Μέχρι πέρυσι υπήρχε σύνδεση με το αστικό λεωφορείο και εμείς ως ενορία προσφέραμε τα εισιτήρια – λέει ο Λεονάρδος -. Όταν η μετακίνηση σταμάτησε λόγω του κορωνοϊού, νοικιάσαμε ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ για να παραλάβουμε τους πρόσφυγες. Έπειτα έκλεισε και ο ναός για τη συμμετοχη των πιστών. Στη συνέχεια, με το άνοιγμα τον Μάιο, η Θεία Λειτουργία τελείται δύο φορές την Κυριακή, ώστε να μην υπάρχει συγχρωτισμός».
Μερικοί πρόσφυγες βρίσκονται στη Μυτιλήνη εδώ και δύο χρόνια, λέει ο Λεονάρδος: «Όταν φτάνουν, είναι ήδη ψυχολογικά τραυματισμένοι. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους έχουν ταλέντα που θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα για την Ευρώπη. Γνωρίζω νοσηλευτές, ειδικούς σε θέματα πληροφορικής και τεχνολογίας. Αλλά πολλοί από αυτούς καταλήγουν να νιώθουν άχρηστοι», λέει ο Λεονάρδος, προσπαθώντας να καταπιεί τη δική του πικρία. «Η πραγματικότητα είναι ότι αυτή η εμπειρία μας έχει αλλάξει, έχουμε γίνει πιο πιστοί χριστιανοί με διαφορετικό τρόπο». Ο Λεονάρδος σιωπά για μια στιγμή. Και συνεχίζει: «Όλες αυτές οι συναντήσεις μου έδωσαν πολύ περισσότερα από όσα μπορούσα εγώ να δώσω. Αυτό που κάνουμε είναι φυσιολογικό, μόνο που το κάνουμε σε μια κατάσταση που δεν είναι φυσιολογική. Μου φαίνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι, μετά από όλα όσα έχουν βιώσει στη χώρα τους, και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, αντιμετωπίζουν τώρα μια απάνθρωπη κατάσταση στη Μόρια. Αλλά έρχονται στην εκκλησία και ψάλλουν με τόση ελπίδα και με τόση χαρά! Πριν από τον κορωνοϊό, είχε δημιουργηθεί μια αφρικανική χορωδία στο ναό: ο ενθουσιασμός αυτών των ύμνων έφτανε κατευθείαν στην καρδιά μου, με συγκινούσε κάθε φορά που τους άκουγα να ψάλλουν».
Κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας οι πρόσφυγες ψάλλουν. Ο ιερέας θυμιατίζει όσους είναι μέσα στο ναό και πηγαίνει προς την έξοδο για να κάνει το ίδιο στο κατώφλι της εκκλησίας στους πιστούς που βρίσκονται στο προαύλιο. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση.
(Αυτό το ρεπορτάζ του Hendro Munsterman δημοσιεύθηκε στην Ολλανδική εφημερίδα Nederlands Dagblad στις 23/9 και αναδημοσιεύθηκε στην Ιταλική Avvenire στις 24/9)
Πηγή: avvenire.it