Η ανάπτυξη της διδασκαλίας: αυξάνουμε συνεχώς στην κατανόηση της πίστεως

4

Η ανάπτυξη της διδασκαλίας: αυξάνουμε συνεχώς στην κατανόηση της πίστεως

Ορισμένες κριτικές στην ποντιφική διακονία του Πάπα Φραγκίσκου, ουσιαστικά αμφισβητούν τη Β’ Σύνοδο του Βατικανού και καταλήγουν να λησμονούν τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννη-Παύλου Β’ και του Βενεδίκτου ΙΣΤ’.
Κάποιες κριτικές που ασκούνται στη διδασκαλία του σημερινού Ποντίφικα, δείχνουν μια σταδιακή αλλά ολοένα και πιο σαφή απομάκρυνση από τη Β’ Οικουμενική Σύνοδο του Βατικανού. Δεν πρόκειται για μια διαφοροποίηση από την ερμηνεία ορισμένων Συνοδικών κειμένων, αλλά για μια αποστασιοποίηση από τα ίδια τα Συνοδικά κείμενα. Ορισμένες αναγνώσεις που επιμένουν να αντιπαραθέτουν τον Πάπα Φραγκίσκο στους άμεσους προκατόχους του, καταλήγουν ανοιχτά να ασκούν κριτική στον Άγιο Ιωάννη-Παύλο Β’ και στον Βενέδικτο ΙΣΤ’ ή να προσπερνούν σιωπηλά κάποιες θεμελιώδεις πτυχές της ποντιφικής διακονίας τους, οι οποίες αντιπροσωπεύουν εμφανείς αναπτύξεις της τελευταίας Οικουμενικής Συνόδου.

Η διορατικότητα του διαλόγου
Ένα παράδειγμα αυτού που μόλις ειπώθηκε, ήταν η 25η επέτειος της Εγκυκλίου “Ut Unum sint” (“Ἵνα ἕν ὦσιν”), στην οποία ο Πάπας Ιωάννης-Παύλος Β’ λέει ότι η οικουμενική δέσμευση και ο διάλογος με τους μη καθολικούς αποτελούν προτεραιότητα της Εκκλησίας. Η επέτειος αγνοήθηκε από εκείνους που σήμερα προτείνουν μια μειωτική ερμηνεία της Παράδοσης, κλειστή σε αυτόν τον «διάλογο της αγάπης», εκτός από τον δογματικό, που προωθήθηκε από τον Πολωνό Πάπα σε υπακοή στην ένθερμη επιθυμία του Κυρίου μας για ενότητα.

Η διορατικότητα της συγχώρεσης
Εξίσου παραβλέφθηκε μια άλλη σημαντική επέτειος: το αίτημα συγχώρεσης κατά το ιωβηλαίο έτος 2000, το οποίο θέλησε έντονα ο Άγιος Ιωάννης-Παύλος Β’ στις 12 Μαρτίου πριν από είκοσι χρόνια. Eίναι συγκλονιστική η προφητική δύναμη ενός Ποντίφικα που ζητά συγχώρεση για τις αμαρτίες που διαπράχθηκαν από τα τέκνα της Εκκλησίας. Και όταν πρόκειται για “τέκνα”, σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και οι Πάπες. Είναι γνωστό: αυτός που ζητά συγχώρεση για τα διαπραχθέντα λάθη, θέτει τον εαυτό του σε μια ριψοκίνδυνη κατάσταση αναθεώρησης. Ο Ιωάννης-Παύλος Β’ επέλεξε προφητικά τον δρόμο της αλήθειας. Η Εκκλησία δεν μπορεί και δεν πρέπει να φοβάται την αλήθεια. Ο τότε καρδινάλιος Ιωσήφ Ράτζιγκερ, Πρόεδρος της Ρωμαϊκής Συνόδου για τη Διδασκαλία της Πίστεως, είχε υπογραμμίσει την «καινοτομία αυτής της αξιέπαινης πράξης», μια «δημόσια πράξη μετάνοιας της Εκκλησίας για τις αμαρτίες του παρελθόντος και του παρόντος»: «ένα “mea culpa” του Πάπα εξ ονόματος της Εκκλησίας», «μια πραγματικά νέα χειρονομία, αλλά εντούτοις σε βαθιά συνέχεια με την ιστορία της Εκκλησίας, με την αυτογνωσία της».

Ιερά Εξέταση και βία: μια αυξανόμενη συνείδηση
Πολλοί μακάβριοι θρύλοι έχουν υποδαυλίσει την Ιερά Εξέταση, τις πυρές και τις διάφορες “δυσανεξίες” της Εκκλησίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, υπερβάλλοντας, παραποιώντας, συκοφαντώντας και βγάζοντας εκτός ιστορικού πλαισίου, για να εξαλείψουν από τη μνήμη τη μεγάλη και αποφασιστική συμβολή του Χριστιανισμού στην ανθρωπότητα. Και οι ιστορικοί έχουν εντοπίσει πάρα πολλές παραμορφώσεις και μυθοποιήσεις της πραγματικότητας. Αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να κάνουμε μια σοβαρή εξέταση της συνείδησης για να «αναγνωρίσουμε – λέει ο Ιωάννης-Παύλος Β’ – τις αποκλίσεις του παρελθόντος» και «να αφυπνήσουμε τις συνειδήσεις μας ενόψει των συμβιβασμών του παρόντος». Εξ ου και το αίτημα για συγχώρεση το έτος 2000 «για τις διαιρέσεις που συνέβησαν μεταξύ των Χριστιανών, για τη χρήση βίας που έκαναν ορισμένοι από αυτούς θέλοντας να υπηρετήσουν την αλήθεια, και για τις στάσεις δυσπιστίας και εχθρότητας που έλαβαν μερικές φορές έναντι των οπαδών άλλων θρησκειών». «Με την πάροδο του χρόνου – λέει ο Πάπας το 2004 – η Εκκλησία, καθοδηγούμενη από το Άγιο Πνεύμα, αντιλαμβάνεται με ολοένα και πιο ζωντανή συνείδηση ποιες είναι οι προϋποθέσεις της συμμόρφωσής της προς το Ευαγγέλιο, το οποίο απορρίπτει την έλλειψη ανεκτικότητας και τις βίαιες μεθόδους, οι οποίες στην ιστορία αλλοίωσαν το πρόσωπό της».

Η υπόθεση Γαλιλαίος
Μια ιδιαίτερα σημαντική περίπτωση ήταν αυτή του Γαλιλαίου, του μεγάλου Ιταλού επιστήμονα, ενός Καθολικού, ο οποίος – είχε πει ο Ιωάννης Παύλος Β’ – «υπέφερε πολύ, δεν μπορούμε να το αποκρύψουμε, από ανθρώπους και θεσμούς της Εκκλησίας». Ο Πάπας εξετάζει την υπόθεση «υπό το φως του ιστορικού πλαισίου της εποχής εκείνης» και «της νοοτροπίας της εποχής εκείνης». Η Εκκλησία, παρόλο που ιδρύθηκε από τον Χριστό, «ωστόσο, παραμένει απαρτιζόμενη από ανθρώπους περιορισμένους και συνδεδεμένους με την πολιτισμική εποχή τους». Και η Εκκλησία επίσης «μαθαίνει από την εμπειρία», και η ιστορία του Γαλιλαίου «επέτρεψε μια πιο δίκαιη ωρίμανση και κατανόηση της εξουσίας της». Αυξάνει η κατανόηση της αλήθειας: δεν δίνεται μια φορά για πάντα.

Μια κοπερνίκεια επανάσταση
Ο Ιωάννης-Παύλος Β’ υπενθυμίζει ότι «η γεωκεντρική παράσταση του κόσμου ήταν κοινώς αποδεκτή στον πολιτισμό της εποχής ως απόλυτα σύμφωνη με τη διδασκαλία της Βίβλου, στην οποία ορισμένες εκφράσεις, αν τις έπαιρνε κανείς κατά γράμμα, φαίνονταν να αποτελούν διατυπώσεις γεωκεντρισμού. Το πρόβλημα που έθεσαν οι θεολόγοι της εποχής, επομένως, ήταν αυτό της συμβατότητας του ηλιοκεντρισμού και της Αγίας Γραφής. Έτσι, η νέα επιστήμη, με τις μεθόδους της και την ελευθερία της έρευνας που προϋποθέτουν, ανάγκασε τους θεολόγους να αναρωτηθούν σχετικά με τα κριτήρια ερμηνείας της Γραφής. Οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να το κάνουν. Παραδόξως, ο Γαλιλαίος, ένας ειλικρινής πιστός, έδειξε πως είναι πιο προσεκτικός σε αυτό το σημείο από τους αντιπάλους του θεολόγους», οι οποίοι έπεσαν σε σφάλμα προσπαθώντας να υπερασπιστούν την πίστη. «Η αναστροφή που προκλήθηκε από το σύστημα του Κοπέρνικου» προκαλούσε έτσι «επιπτώσεις στην ερμηνεία της Βίβλου»: Ο Γαλιλαίος, όχι ένας θεολόγος, αλλά ένας καθολικός επιστήμονας, «εισάγει την αρχή μιας ερμηνείας των ιερών βιβλίων, πέρα από την κυριολεκτική έννοια, αλλά σύμφωνη με την πρόθεση και το είδος της έκθεσης που είναι κατάλληλες για καθένα από αυτά», σύμφωνα με τα λογοτεχνικά είδη στα οποία ανήκουν. Μια θέση που επιβεβαιώθηκε από τον Πάπα Πίο ΙΒ’ το 1943 με την Εγκύκλιο “Divino Afflante Spiritu”.

Η θεωρία της εξέλιξης
Μια παρόμοια αύξηση της ευαισθητοποίησης της Εκκλησία συνέβη με τη θεωρία της εξέλιξης, η οποία φαινόταν να έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της Δημιουργίας. Ένα πρώτο άνοιγμα ήταν εκείνο του Πίου ΙΒ’ με την Εγκύκλιο “Humani generis” το 1950: μάλιστα στις 12 Αυγούστου συμπληρώνονται 70 χρόνια από την συγγραφή της. Ο Ιωάννης-Παύλος Β’ δηλώνει ότι «η δημιουργία τίθεται υπό το φως της εξέλιξης ως ένα γεγονός που εκτείνεται στον χρόνο – ως μια συνεχής δημιουργία – στην οποία ο Θεός γίνεται ορατός στα μάτια του πιστού ως Δημιουργός του Ουρανού και της Γης». Ο Πάπας Φραγκίσκος υπογραμμίζει ότι «όταν διαβάζουμε στη Γένεση την αφήγηση της Δημιουργίας, διατρέχουμε τον κίνδυνο να φανταστούμε ότι ο Θεός ήταν ένας ταχυδακτυλουργός, έτοιμος με ένα μαγικό ραβδί να δημιουργήσει τα πάντα. Αλλά δεν είναι έτσι. Αυτός δημιούργησε τα όντα και επέτρεψε σε αυτά να αναπτυχθούν σύμφωνα με τους εσωτερικούς νόμους που Αυτός έδωσε στο καθένα, ώστε να εξελιχθούν, ώστε να φθάσουν στην πληρότητά τους […]. Το Big-Bang, που σήμερα τίθεται στην αρχή του κόσμου, δεν αντιβαίνει στη θεία δημιουργό επέμβαση, αλλά την απαιτεί. Η εξέλιξη στη φύση δεν έρχεται σε αντίθεση με την έννοια της Δημιουργίας, διότι η εξέλιξη προϋποθέτει τη δημιουργία των όντων που εξελίσσονται».

Η ανάπτυξη της έννοιας της ελευθερίας
Στην Καινή Διαθήκη, αλλά όχι μόνο εκεί, υπάρχουν βαθύτατες αναφορές στην ελευθερία, που έχουν αλλάξει την ιστορία: αλλά ανακαλύπτονται σταδιακά. Ο Πάπας Βονιφάτιος Η’ με τη Βούλα “Unam sanctam”, το 1302, αναφερόταν στην ανωτερότητα της πνευματικής εξουσίας έναντι της κοσμικής. Ήταν μια άλλη εποχή. Σχεδόν 700 χρόνια αργότερα, ο Ιωάννης-Παύλος Β’, μιλώντας στο Στρασβούργο ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, παρατηρεί ότι ο μεσαιωνικός Χριστιανισμός δεν διέκρινε ακόμη «μεταξύ της σφαίρας της πίστεως και της σφαίρας της πολιτικής ζωής». Η συνέπεια αυτής της θέασης του κόσμου ήταν ο «ζηλωτικός πειρασμός να αποκλειστούν από την εγκόσμια κοινότητα εκείνοι που δεν ομολογούσαν την αληθινή πίστη». Ακόμη το 1791, σε επιστολή του προς τους Γάλλους Επισκόπους, ο Πίος Στ’ επέκρινε το Σύνταγμα που είχε ψηφιστεί από την Εθνοσυνέλευση, το οποίο καθιέρωνε «ως αρχή του φυσικού δικαίου ότι ο άνθρωπος που ζει στην κοινωνία πρέπει να είναι πλήρως ελεύθερος, δηλαδή στο θέμα της Θρησκείας δεν πρέπει να ενοχλείται από κανέναν, και μπορεί ελεύθερα να σκέφτεται όπως του αρέσει, να γράφει και να δημοσιεύει ακόμη και στον Τύπο οτιδήποτε σχετίζεται με τη Θρησκεία». Και το 1832, η Εγκύκλιος “Mirari vos” του Γρηγορίου ΙΣΤ’ μιλά για την ελευθερία της συνείδησης ως «δηλητηριώδες σφάλμα» και «ψευδαίσθηση», ενώ ο Πίος Θ’ στον “Σύλλαβο” το 1864 καταδικάζει «μεταξύ των κυριοτέρων λαθών της εποχής μας» την ιδέα ότι δεν πρέπει πλέον «η καθολική θρησκεία να θεωρείται η μόνη θρησκεία του κράτους, αποκλειομένων όλων των άλλων θρησκειών» και το γεγονός πως «σε ορισμένες καθολικές χώρες ορίστηκε δια νόμου ότι σε όσους μεταβαίνουν εκεί, είναι νόμιμο να υπάρχει δημόσια άσκηση της λατρείας του καθενός εξ αυτών». Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού, με τις Δηλώσεις “Dignitatis humanae” (“Η αξιοπρέπεια του ανθρώπου”) για τη θρησκευτική ελευθερία και “Nostra aetate” (“Στην εποχή μας”) για τον διάλογο με τις μη χριστιανικές θρησκείες, κάνει ένα άλμα που θυμίζει τη Σύνοδο της Ιερουσαλήμ της πρώτης χριστιανικής κοινότητας, η οποία ανοίγει την Εκκλησία σε όλη την ανθρωπότητα. Μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις, ο Ιωάννης-Παύλος Β’ είχε πει ότι «ο ποιμένας πρέπει να είναι έτοιμος για αυθεντική τόλμη».

Να σταματήσουμε, αλλά σε ποιο έτος;
Το 1988 με την Αποστολική Επιστολή “Ecclesia Dei adflicta” επιβεβαιώνεται το σχίσμα των παραδοσιαρχικών Λεφεβριανών. Απορρίπτουν τις εξελίξεις που επέφερε η Β’ Σύνοδος του Βατικανού: λένε ότι έχει δημιουργηθεί μια νέα Εκκλησία. Ο Βενέδικτος ΙΣΤ’ χρησιμοποιεί μια ισχυρή εικόνα όταν τους παροτρύνει: «μην καταψύχετε το διδακτικό κύρος της Εκκλησίας στο έτος 1962». Είχε ήδη συμβεί το 1870: οι “Παλαιοκαθολικοί” καταδικάζουν την Α’ Σύνοδο του Βατικανού για το δόγμα του ποντιφικού αλαθήτου. Η Καθολική Εκκλησία βάδισε μέσα στην ιστορία διαμέσω 21 Οικουμενικών Συνόδων: κάθε φορά υπήρχε κάποιος που δεν δεχόταν τις νέες εξελίξεις και σταματούσε. Ο Πίος Θ’ το 1854 διακήρυξε το δόγμα της Αμιάντου Συλλήψεως της Θεοτόκου. Αλλά ένας μεγάλος Άγιος, ο Βερνάρδος του Κλαιρβώ, παρόλο που ήταν ένας από τους πιο ένθερμους ευλαβείς της Παναγίας, μερικούς αιώνες πριν είχε εκφράσει την αντίθεσή του σε αυτήν την αλήθεια: «Ανησυχώ πολύ, καθώς βλέπω ότι πολλοί από εσάς έχετε αποφασίσει να αλλάξετε τις συνθήκες σημαντικών γεγονότων, όπως την εισαγωγή αυτής της εορτής άγνωστης στην Εκκλησία, που δεν δικαιολογείται από την αρχαία Παράδοση. Μήπως εμείς είμαστε πιο μορφωμένοι και ευσεβείς από τους αρχαίους πατέρες μας;». Βρισκόμαστε στο 12ο αιώνα. Από τότε, η Εκκλησία έχει εισαγάγει άλλες άγνωστες εορτές που πιθανόν θα είχαν σκανδαλίσει πολλούς από τους πιστούς που έζησαν τους προηγούμενους αιώνες.

Η οδός του Ιησού: νέοι και παλαιοί θησαυροί
Ο Ιησούς είπε ότι δεν ήρθε να καταργήσει τον Νόμο, αλλά να δώσει «πλήρη ολοκλήρωση» (Μτ 5,17). Δίδαξε να μην παραβιαστεί ούτε «ούτε ένα γιώτα ή ένα κόμμα» (Μτ 5,19). Ωστόσο, κατηγορήθηκε ότι παραβίαζε τους κανόνες του Μωσαϊκού Νόμου, όπως την ανάπαυση του Σαββάτου ή την απαγόρευση της συναναστροφής δημοσίων αμαρτωλών. Και οι Απόστολοι κάνουν το μεγάλο άλμα: καταργούν την ιερή υποχρέωση της περιτομής, που χρονολογείται από τον Αβραάμ και είχε ισχύ για αιώνες, και ανοίγουν την Εκκλησία στα παγανιστικά έθνη, κάτι που ήταν αδιανόητο εκείνη την εποχή. «Ιδού – λέει ο Κύριος – κάνω τα πάντα νέα» (Απ 21,5). Είναι ο «νέος οίνος» της ευαγγελικής αγάπης που πάντα υφίσταται τον κίνδυνο να τοποθετηθεί στα «παλαιά ασκιά» των θρησκευτικών μας βεβαιοτήτων, που τόσες πολλές βάζουν φίμωτρο στον ζωντανό Θεό, ο οποίος δεν σταματά ποτέ να μας μιλάει. Είναι η σοφία του «μαθητή της βασιλείας των ουρανών» ο οποίος επιζητεί την πληρότητα του Νόμου, τη δικαιοσύνη που υπερβαίνει εκείνη των Γραμματέων και των Φαρισαίων, εξάγοντας «από το θησαυροφυλάκιό του καινούργιους και παλαιούς θησαυρούς» (Μτ 13,52). Όχι μόνο καινούργιους, όχι μόνο παλαιούς.

————————-
Πηγή: Vatican News
Μετάφραση: π.Λ

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

Mελέτη του Ευαγγελίου της ημέρας

ΤΡΙΤΗ  ΤΗΣ 4ης  ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ ΤΕΣΣΡΑΚΟΣΤΗΣ 16 Απριλίου 2024    Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.  Αμήν Επικαλούμαι το 

Βασίλισσα του Ουρανού, 14 Απριλίου 2024

ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ Πλατεία Αγίου ΠέτρουΓ’ Κυριακή του Πάσχα, 14 Απριλίου 2024   Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα και καλή Κυριακή! Σήμερα το

Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου