Η αδ. Ελισάβετ και η μάχη κατά του κορωνοϊού και της πείνας
Σε μια από τις αφρικανικές χώρες που επλήγησαν λιγότερο από τον Covid-19, το Τσαντ, φοβούνται περισσότερο το κλείσιμο υπηρεσιών που επέβαλε η κυβέρνηση παρά την πιθανή άφιξη της πανδημίας. Οδοιπορικό στο νοσοκομείο Άγιος Ιωσήφ, που διευθύνεται από τις αδελφές ιεραπόστολους της Ιεράς Καρδίας του Ιησού, ενός ιεραποστολικού Τάγματος που ιδρύθηκε το 1871 από τον Άγιο Δανιήλ Κομπόνι.
Τώρα που σε ορισμένες χώρες ο Covid-19 φαίνεται να έχει κάπως οπισθοχωρήσει, τόσο αναφορικά με τις μολύνσεις όσο και και σε σχέση με τους θανάτους, το “άγνωστο πεδίο” για τον επιστημονικό κόσμο παραμένει η Αφρική, με τον αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει ο κορωνοϊός στην ήπειρο αυτή, εάν η πανδημία προχωρήσει εκεί σε επίπεδα ευρωπαϊκά και αμερικανικά. Η πιο πληγείσα χώρα παραμένει η Νότια Αφρική, ακολουθούμενη από την Αλγερία, το Καμερούν, τη Γκάνα, την Ακτή Ελεφαντοστού, τον Νίγηρα, τη Μπουρκίνα Φάσο και τη Νιγηρία: κράτη με αριθμούς πολύ υψηλότερους από εκείνους του Τσαντ, μιας από τις φτωχότερες χώρες της αφρικανικής ηπείρου, όπου η βρεφική θνησιμότητα κάτω των 5 ετών και η μητρική θνησιμότητα είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Εδώ οι επίσημες πηγές μιλούν για λίγο περισσότερες από 70 περιπτώσεις κορωνοϊού, με 33 αποθεραπευμένους και 5 νεκρούς.
Στο Τσαντ αυτό που φοβίζει είναι η ελονοσία, η φυματίωση και ο υποσιτισμός
Δεν υπάρχει μετάδοση στην περιοχή της Ανατολικής Logone, όπου ζει και εργάζεται η αδ. Ελισάβετ Raule, κομπονιανή ιεραπόστολος, χειρουργός, διευθύντρια του νοσοκομείου Άγιος Ιωσήφ της Επισκοπής Doba, στην πόλη Bebedjia, ένα κομβικό σημείο στον δρόμο που έρχεται από το Καμερούν και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, 650 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Ντζαμένα. Ένα μέρος όπου, λόγω του ξηρού κλίματος της ερήμου, εμφανίζονται ασθένειες με συμπτώματα πολύ παρόμοια με αυτά του Covid-19, κάτι που δεν είναι εύκολο να εντοπιστεί, ειδικά λόγω της έλλειψης διαγνωστικών εργαλείων. “Μέχρι στιγμής – λέει στο Vatican News – δεν έχω συναντήσει περιπτώσεις κορωνοϊού στο νοσοκομείο μας, αν και τα συμπτώματα, όπως ο πυρετός και ο βήχας, είναι αρκετά κοινά σε πολλές ιογενείς ασθένειες, και σε ασθένειες όπως η ελονοσία, οι αναπνευστικές λοιμώξεις ακόμη και στη φυματίωση, που εδώ, στο Τσαντ, προκαλούν μεγάλο φόβο, επειδή έχουν πολύ υψηλή θνησιμότητα, μαζί, δυστυχώς, με τον υποσιτισμό, που είναι πολύ διαδεδομένος ειδικά στην περιοχή μας”.
Για τον Άγιο Ιωσήφ δεν υπάρχουν προστατευτικά υλικά ή διαγνωστικά τεστ
Με τη βοήθεια του ΠΟΥ, η κυβέρνηση του Τσαντ έλαβε προληπτικά μέτρα, αρκετά πριν φτάσει η επιδημία στην Αφρική, μέσω του ελέγχου των χερσαίων συνόρων, ειδικά με το Καμερούν, και με το κλείσιμο του αεροδρομίου. Οι κομπονιανές αδελφές του νοσοκομείου Άγιος Ιωσήφ προσπάθησαν να εκπαιδεύσουν και να ενημερώσουν το υγειονομικό και μη ιατρικό προσωπικό σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση, ενώ προσπάθησαν να φτιάξουν υφασμάτινες μάσκες για όλους, αφού δεν είχαν διαθέσιμο υλικό προστασίας. Η πιο σοβαρή πτυχή, ωστόσο, είναι να μην υπάρχουν διαθέσιμα διαγνωστικά μέσα, γεγονός που καθιστά αδύνατη την εξακρίβωση μετάδοσης της λοίμωξης. Η κυβέρνηση κάλεσε επίσης νοσοκόμους και γιατρούς στην πρωτεύουσα, που αποσπάστηκαν από τα νοσοκομεία της περιφέρειας, με αποτέλεσμα τα κρατικά νοσοκομεία της επαρχίας να αδειάσουν σχεδόν όλα από τα μέλη του προσωπικού υγείας, με την επακόλουθη μεταφορά των ασθενών στο νοσοκομείο Άγιος Ιωσήφ.
Το κλείσιμο των συνόρων και η απαγόρευση της κυκλοφορίας θέτουν σε κίνδυνο τον πληθυσμό
“Τα μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας – εξηγεί ακόμη η αδ. Ελισάβετ – τα αισθανόμαστε πολύ έντονα βιώνοντας σε αυτό το πλαίσιο. Δεν διαθέτουμε προστατευτικό υλικό, ό,τι λίγο έχουμε δεν είναι κατάλληλο για να αντιμετωπίσουμε την πιθανή άφιξη ασθενών με κορωνοϊό, αν και οι αδελφές μας προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας εφοδιάσουν με μάσκες, γάντια και με διαγνωστικά τεστ”. Το άλλο σοβαρό πρόβλημα στο οποίο αναφέρθηκε η ιεραπόστολος είναι το πρόβλημα των συνεπειών της έκτακτης υγειονομικής κατάστασης: το πλήρες κλείσιμο των συνόρων “εκθέτει τον πληθυσμό σε έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο πείνας, επειδή το περισσότερο εμπόριο έχει σταματήσει, η κυκλοφορία των οχημάτων είναι περιορισμένη, και το Τσαντ είναι μια χώρα που δεν έχει διέξοδο στη θάλασσα, βρίσκεται στη μέση της ερήμου της Σαχάρας και, έχοντας μπλοκάρει τα σύνορά του, η άφιξη των βασικών αναγκών είναι πολύ δύσκολη”. Σε αυτό πρέπει να προστεθεί η απαγόρευση κυκλοφορίας, ξεκινώντας από τις 7 μ.μ., η οποία προκάλεσε το κλείσιμο όλων των μικρών δραστηριοτήτων στα χωριά. Εμείς – καταλήγει η αδ. Ελισάβετ – φοβόμαστε πολύ έντονες συνέπειες για τον πληθυσμό σε επίπεδο πείνας, λόγω και της συγκεκριμένης γεωγραφικής ιδιορρυθμίας της χώρας, που βρίσκεται σε μια έρημο χωρίς πρόσβαση, με λίγες πρώτες ύλες και επίσης με λίγες δραστηριότητες. Ο πληθυσμός ζει λίγο από τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το περιορισμένο εμπόριο, τις μικρές υπηρεσίες μεταφορών, δραστηριότητες που επαναλαμβάνονται καθημερινά, γι’ αυτό και το lockdown είναι για εμάς μια πολύ οδυνηρή εμπειρία”.
——————————–
Πηγή: Vatican News
Μετάφραση: π.Λ