Γιατί ο γάμος είναι Ιερό Μυστήριο.
Ιστορικού και θεολογικοί προβληματισμοί
(του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη Σπιτέρη)
Μέρος 3ο
Έχει σημασία να υπογραμμίσουμε εδώ ότι αυτή η λύση που επικρατεί μέχρι και σήμερα στην Καθολική Εκκλησία, είναι καρπός νομοθετικής πράξης και όχι συμπέρασμα θεολογικών αρχών και προϋποθέσεων. Σήμερα, οι θεολόγοι διδάσκουν πως με το αμοιβαίο συζυγικό δόσιμο, με το οποίο ολοκληρώνεται ο γάμος «consumatio», πρέπει να εννοούμε όχι μόνο τη σαρκική ένωση, αλλά και την ψυχική ένωση, δηλαδή τη συνάντηση δύο προσώπων και, επομένως, την ωριμότητα που προϋποθέτει μια τέτοια πράξη. Πρόκειται για το ολοκληρωτικό δόσιμο του άντρα και της γυναίκας που αφορά ολόκληρη τη ψυχοσωματική τους σύνθεση.
Σήμερα πάντως, κανείς πια δεν χαρακτηρίζει το γάμο απλά σαν μια νομική «συμφωνία», αλλά με βάση μια πιο βιβλική και θεολογική ερμηνεία, χαρακτηρίζεται ως «συμφωνία αγάπης» μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας. Επομένως, στην ουσία του γάμου μπαίνει και η αγάπη. Για τη Β’ Σύνοδο του Βατικανού, αυτό που χαρακτηρίζει το γάμο είναι η «βαθιά εσωτερική κοινωνία ζωής και συζυγικής αγάπης, που ιδρύθηκε από τον Δημιουργό» (Gaudium et Spes, αρ. 48). Βέβαια, για τη Σύνοδο, η αμοιβαία αγάπη των συζύγων φανερώνεται και «βασίζεται πάνω στη συζυγική συμφωνία, δηλαδή πάνω στην αμετάκλητη προσωπική συναίνεση» με την οποία οι δύο, άνδρας και γυναίκα, αποφασίζουν να ενωθούν ο ένας με τον άλλον «μέχρι ο θάνατος να τους χωρίσει» (βλ. ό.π.). Ο γάμος, λοιπόν, δεν συνίσταται απλώς σε μια συναίνεση, δεν είναι απλώς κοινωνία ζωής, αλλά μια κοινωνία αγάπης, και αυτό εισχωρεί μέσα στην εννοιολογική σημασία του γάμου. Η σύνοδος έφτασε σε αυτό το τόσο προφανές συμπέρασμα για τα σημερινά δεδομένα μετά από βαθιές βιβλικό-θεολογικές μελέτες.
(συνεχίζεται)