Από μάρτυρας Καρδινάλιος
Στη λίστα των 40 μαρτύρων που στις 5 του επόμενου Νοεμβρίου θα γίνουν μακάριοι στο Scutariστην Αλβανία, θα έπρεπε να βρίσκεται και εκείνος: ο ErnestSimoniTroshani. Αλλά αντιθέτως, το όνομά του κατέληξε σε μια άλλη λίστα, αυτή που διάβασε χτες ο Πάπας Bergoglio για να ανακοινώσει τους καρδιναλίους που θα ορίσει στις 19 Νοεμβρίου, το τρίτο της ποντιφικής του διαδρομής.
Ο ιερέας είχε συγκινήσει τον κόσμο, ακόμη και τον Πάπα, στις 21 Σεπτεμβρίου 2014, διηγούμενος την δραματική ιστορία του, βίας και κακομεταχείρισης που υπέστη, κατά τα σκοτεινά χρόνια της κομμουνιστικής δικτατορίας του EnverΧότζα, ο οποίος είχε διακηρύξει τον αθεϊσμό του Κράτους, καταδιώκοντας χριστιανούς Καθολικούς και Ορθοδόξους αλλά και Μουσουλμάνους.
Η συνάντηση μεταξύ του Πάπα και του Δον Ernest έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Εσπερινού που τελέστηκε από τον Φραγκίσκο μαζί με τον κλήρο και τους μοναχούς που συγκεντρώθηκαν στον καθεδρικό ναό των Τιράνων, τον αφιερωμένο στον Άγιο Παύλο, στα πλαίσια της ποιμαντικής επίσκεψης του στην Αλβανία. Όπως συνήθως, της ομιλίας του Πάπα, προηγήθηκαν μερικές μαρτυρίες: Αυτή του δον Ernest, αμέσως, και μιας επιζήσασας, της αδελφής Maira Kaleta.
Ακούγοντας αυτές τις διηγήσεις, ο Bergoglioάφησε στην άκρη το γραπτό του. Οποιαδήποτε λέξη θα φαινόταν περιττή μπροστά από τέτοιες μαρτυρίες πίστης και μαρτυρίου. «Σήμερα, αγγίξαμε τους μάρτυρες», είπε με αυτή την ευκαιρία, ο Ποντίφικας. Και εκμυστηρεύτηκε: «Μέσα σε αυτούς τους δύο μήνες, ετοιμάστηκα γι αυτή την επίσκεψη, διαβάζοντας την ιστορία των διώξεων στην Αλβανία. Και για μένα ήταν μια έκπληξη: Δεν ήξερα ότι ο λαό σας υπέφερε τόσο πολύ… Η Αλβανία είναι ένας τόπος ιερομαρτύρων!»
Στη συνέχεια, τη στιγμή που ο Simoniτον πλησίασε για να ασπαστεί το δαχτυλίδι του ψαρά, ο Πάπας απέσυρε το χέρι του για να φιλήσει αντ’ αυτού το δικό του. Το χέρι ενός μάρτυρα του Χριστού, το χέρι ενός «ιερομάρτυρα», όπως είπε. Μια κίνηση που ακολουθήθηκε από έναν ένθερμο εναγκαλισμό ο οποίος αποθανατίστηκε από μια φωτογραφία του Osservatore Romanoη οποία έγινε ιστορική.
Πάντα με χειροφίλημα, ο Φραγκίσκος υποδέχτηκε, τον δον Simoni, στις 20 Απριλίου, στην πλατεία του Αγίου Πέτρου, όπου είχε έρθει για να τον χαιρετίσει μετά από τη γενική ακρόαση της Τετάρτης και να του παραδώσει ένα βιβλίο των εκδόσεων Paoline πάνω στη ζωή του. «Θυμάμαι αυτό που είπατε στον Καθεδρικό Ναό των Τιράνων», του είπε ο Άγιος Πατέρα συγκινημένος.
Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει, πράγματι, τις διηγήσεις αυτού του ηλικιωμένου ιερέα ο οποίος με ηρεμία, ανακαλεί τα 27 χρόνια που πέρασε πίσω από τα κάγκελα. Μαστιγώθηκε, ξυλοκοπήθηκε, κακοποιήθηκε ψυχολογικά με τις συνεχείς πιέσεις να απαρνηθεί τον όρκο του και φυσικά, υποβαλλόμενος σε καταναγκαστικά έργα.
Το φταίξιμό του; Είναι ένας ιερέας, επομένως ένας «εχθρός του λαού». Γι’ αυτό τον συνέλαβαν, το βράδυ των Χριστουγέννων του 1963 και τον έριξαν στην απομόνωση. Σύντομα έλαβε την καταδίκη του σε θάνατο: «Είπα στο εαυτό μου: θα απαγχονιστείς ως εχθρός επειδή είπες στο λαό ότι εάν πρέπει, θα πεθάνουμε όλοι για το Χριστό», διηγήθηκε.
Τον σύντροφό του στην απομόνωση, τον διέταξαν να καταγράφει «την προβλέψιμη οργή» εναντίον του καθεστώτος, αλλά από το στόμα του ιερέα έβγαιναν πάντα, μόνο λόγια συγχώρεσης και προσευχής για τους βασανιστές του. Ως εκ τούτου, η ποινή του μετατράπηκε σε 25 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας στις σκοτεινές σήραγγες των ορυχείων του Spac και στη συνέχεια στο αποχετευτικό δίκτυο του Scutari, να σπάει πέτρες με μια σιδερένια βαριοπούλα που ζύγιζε περίπου 20 κιλά.
Ακόμη και σε αυτή την άβυσσο δεν έχασε ποτέ την πίστη του, με τη βεβαιότητα, όπως λέει κι ο Ψαλμός που θυμόταν απέξω και του άρεσε να απαγγέλει κάθε πρωί: «Ο Κύριος είναι ο ποιμένας μου, τίποτα δε θα στερηθώ». Ποτέ δεν διέκοψε τη διακονία του, αλλά απλά, τη ζούσε «σε ένα ειδικό πλαίσιο».
Πράγματι, κατάφερνε να τελέσει καθημερινά, κρυφά, τη Θεία Λειτουργία, απαγγέλλοντας από μνήμης το τελετουργικό στα λατινικά, στη συνέχεια εξομολογούσε τους άλλους κρατουμένους και έτσι γινόταν πνευματικός πατέρας μερικών, μοίραζε και τη θεία κοινωνία, με μια όστια κρυφά ψημένη πάνω στους μικρούς κλιβάνους πετρελαίου που χρησίμευαν για τη δουλειά.
Η απελευθέρωση ήρθε στις 5 Σεπτεμβρίου 1990. Έξω από τη φυλακή, ο δον Ernest επιβεβαίωσε ότι συγχωρεί τους βασανιστές του, για τους οποίους – δηλώνει – «επικαλείται συνεχώς την ευσπλαχνία του Πατέρα». Για πολλά χρόνια υπηρέτησε σε χωριά, κάνοντας γνωστή σε όλους τη μαρτυρία του, προκειμένου να βοηθήσει να «απομακρυνθεί η οργή και ο διάβολος από τις καρδιές των ανθρώπων» και «με τον σταυρό του Χριστού να συμφιλιώσει πολλούς ανθρώπους που βρίσκονται σε αντιπαράθεση».
Σήμερα, είναι πλέον ένας από τους μοναδικούς δύο ζωντανούς ιερείς μάρτυρες της φρίκης, που βασίλευε στις Βαλκανικές χώρες. Μια πολύτιμη φωνή που ο Bergoglio θέλησε να συμπεριλάβει μεταξύ των μελών του Κολλεγίου των καρδιναλίων (Collegio cardinalizio), ως ένδειξη αναγνώρισης και εγγύτητας προς όλες τις Εκκλησίες που σήμερα διώκονται ή λούζονται στο αίμα των ιερομαρτύρων.
ρφ