ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ
ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΥΡΙΟΥ
Πλατεία Αγίου Πέτρου
Κυριακή, 14 Φεβρουρίου 2021
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα!
Το σημερινό Ευαγγέλιο (βλ. Μκ 1,40-45) μας παρουσιάζει τη συνάντηση μεταξύ του Ιησού και ενός άνδρα που ήταν άρρωστος με λέπρα. Οι λεπροί θεωρούνταν ακάθαρτοι και, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου, έπρεπε να μένουν έξω από το κατοικημένο κέντρο. Αποκλείονταν από κάθε ανθρώπινη, κοινωνική και θρησκευτική σχέση: για παράδειγμα, δεν μπορούσαν να εισέλθουν στη συναγωγή, δεν μπορούσαν να εισέλθουν στον ναό, αυτοί ήταν οι θρησκευτικοί περιορισμοί. Ο Ιησούς, αντιθέτως, επιτρέπει σε αυτόν τον άνθρωπο να πλησιάσει κοντά Του, συγκινείται, απλώνει το χέρι Του και τον αγγίζει. Αυτό ήταν αδιανόητο εκείνη την εποχή. Έτσι, Αυτός κάνει πράξη το Ευαγγέλιο το οποίο ο ίδιος αναγγέλλει: Ο Θεός είναι κοντά μας στη ζωή, έχει συμπόνια για την τύχη της πληγωμένης ανθρωπότητας και έρχεται να καταρρίψει κάθε φράγμα που μας εμποδίζει να βιώσουμε τη σχέση μαζί Του, με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Έγινε εγγύς μας… Εγγύτητα. Θυμηθείτε καλά αυτή τη λέξη, εγγύτητα. Συμπόνια: το Ευαγγέλιο λέει ότι ο Ιησούς βλέποντας τον λεπρό, ένιωσε συμπόνια γι’ αυτόν. Και τρυφερότητα. Τρεις λέξεις που δείχνουν το ύφος του Θεού: εγγύτητα, συμπόνια, τρυφερότητα. Σε αυτό το επεισόδιο μπορούμε να δούμε ότι απαντώνται δύο “παραβάσεις”: η παράβαση του λεπρού που πλησιάζει τον Ιησού – και δεν έπρεπε να το κάνει – και του Ιησού ο οποίος, κινούμενος από συμπόνια, τον αγγίζει με τρυφερότητα για να τον θεραπεύσει – και δεν έπρεπε να το κάνει. Και οι δύο είναι παραβάτες. Υπάρχουν δύο παραβάσεις.
Η πρώτη παράβαση είναι αυτή του λεπρού: παρά τις διατάξεις του Νόμου, αυτός βγαίνει από την απομόνωση και έρχεται στον Ιησού. Η ασθένειά του θεωρείτο θεϊκή τιμωρία, αλλά, στον Ιησού, ο λεπρός μπορεί να δει ένα άλλο πρόσωπο του Θεού: όχι τον Θεό που τιμωρεί, αλλά τον Πατέρα της συμπόνιας και της αγάπης, που μας ελευθερώνει από την αμαρτία και δεν μας αποκλείει ποτέ από το έλεός του. Έτσι, αυτός ο άνθρωπος μπορεί να βγει από την απομόνωση, επειδή στον Ιησού βρίσκει τον Θεό που συμμερίζεται τον πόνο του. Η στάση του Ιησού τον προσελκύει, τον ωθεί να εξέλθει από τον εαυτό του και να αναθέσει σε Αυτόν την οδυνηρή ιστορία του.
Και επιτρέψτε μου εδώ μια σκέψη για εκείνους τους πολλούς και καλούς εξομολογητές που έχουν αυτή τη στάση: να προσελκύσουν τους ανθρώπους, εκείνους τους ανθρώπους που αισθάνονται ότι είναι ένα τίποτα, νιώθουν “ισοπεδωμένοι” από τις αμαρτίες τους… Αλλά εκείνοι οι εξομολογητές ενεργούν με τρυφερότητα, με συμπόνια… Είναι καλοί αυτοί οι εξομολογητές, οι οποίοι δεν είναι με το μαστίγιο στο χέρι, αλλά είναι εκεί μόνο για να αποδεχτούν, να ακούσουν, και να πουν ότι ο Θεός είναι καλός, ότι ο Θεός συγχωρεί πάντοτε, ότι ο Θεός ποτέ δεν κουράζεται να συγχωρεί. Αυτούς τους ευσπλαχνικούς εξομολογητές, ζητώ σήμερα από όλους εσάς, να χειροκροτήσουμε, εδώ, στην Πλατεία, όλοι. [χειροκροτήματα]
Η δεύτερη παράβαση είναι αυτή του Ιησού: ενώ ο Νόμος απαγόρευε να αγγίζουν τους λεπρούς, Αυτός συγκινείται, απλώνει το χέρι Του και τον αγγίζει για να τον θεραπεύσει. Κάποιοι θα έλεγαν: αμάρτησε, έκανε εκείνο που απαγορεύει ο νόμος, είναι παραβάτης. Είναι αλήθεια, είναι παραβάτης. Δεν περιορίζεται στα λόγια, αλλά τον αγγίζει. Και το να αγγίζεις με αγάπη σημαίνει να δημιουργείς μια σχέση, να εισέρχεσαι σε κοινωνία, να εμπλέκεσαι ενεργά στη ζωή του άλλου μέχρι να μοιραστείς και τις πληγές του. Με αυτή τη χειρονομία, ο Ιησούς δείχνει ότι ο Θεός δεν είναι αδιάφορος, δεν μένει σε “απόσταση ασφαλείας”. Αντιθέτως, πλησιάζει με συμπόνια και αγγίζει τη ζωή μας για να την θεραπεύσει με τρυφερότητα. Αυτό είναι το ύφος του Θεού: εγγύτητα, συμπόνια και τρυφερότητα. Η παράβαση του Θεού. Είναι ένας μεγάλος παραβάτης υπό αυτήν την έννοια.
Αδελφοί και αδελφές, ακόμη και σήμερα στον κόσμο, πολλοί από τους αδελφούς μας πάσχουν από αυτήν την ασθένεια, από τη νόσο του Χάνσεν ή από άλλες ασθένειες και καταστάσεις με τις οποίες δυστυχώς συνδέεται μια κοινωνική προκατάληψη. «Αυτός είναι αμαρτωλός!». Σκεφτείτε εκείνη τη στιγμή (βλ. Λκ 7,36-50), όταν εισήλθε στο δωμάτιο του γεύματος εκείνη η γυναίκα και έριξε μύρο στα πόδια του Ιησού. Οι άλλοι είπαν: «Αν ο άνθρωπος αυτός ήταν προφήτης, θα γνώριζε ποια και τι είδους γυναίκα είναι αυτή που τον αγγίζει· γιατί είναι αμαρτωλή». Η περιφρόνηση. Αντιθέτως, ο Ιησούς αποδέχεται, ή μάλλον, ευχαριστεί: «Οι αμαρτίες σου συγχωρήθηκαν». Η τρυφερότητα του Ιησού. Και η κοινωνική προκατάληψη που απομακρύνει τους ανθρώπους με τα λόγια: «Αυτός είναι ακάθαρτος, αυτός είναι αμαρτωλός, αυτός είναι απατεώνας, αυτός…». Ναι, αυτό είναι αλήθεια μερικές φορές, αλλά ας μην κρίνουμε με προκατάληψη. Καθένας από εμάς μπορεί να τύχει και να βιώσει πληγές, αποτυχίες, βάσανα, εγωισμούς που μας κλείνουν σε σχέση με τον Θεό και με τους άλλους, επειδή η αμαρτία μάς κλείνει στον εαυτό μας, από ντροπή, από τις ταπεινώσεις, αλλά ο Θεός θέλει να ανοίξει την καρδιά μας. Μπροστά σε όλα αυτά, ο Ιησούς μας αναγγέλλει ότι ο Θεός δεν είναι μια ιδέα ή μια αφηρημένη διδασκαλία, αλλά ότι ο Θεός είναι Αυτός που «μολύνεται» με την πληγωμένη ανθρώπινη φύση μας και δεν φοβάται να έλθει σε επαφή με τις πληγές μας. «Μα, πάτερ, τι λέτε; Ότι ο Θεός μολύνεται;». Δεν το λέω εγώ, το είπε ο Απόστολος Παύλος: «Αυτόν που δεν είχε γνωρίσει αμαρτία, τον φόρτωσε ο Θεός με όλη την αμαρτία για χάρη μας, για να μπορέσουμε εμείς μέσω εκείνου να βρούμε τη σωτηρία κοντά στον Θεό» (Β’Κορ 5,21). Αυτός που δεν είναι αμαρτωλός, που δεν μπορεί να αμαρτήσει, φορτώθηκε την αμαρτία μας. Δείτε πώς ο Θεός μόλυνε τον εαυτό Του για να πλησιάσει κοντά μας, να έχει συμπόνια και να καταλάβουμε την τρυφερότητά Του. Εγγύτητα, συμπόνια και τρυφερότητα.
Θέλοντας να σεβαστούμε την καλή μας φήμη και τα κοινωνικά ήθη, συχνά αποσιωπούμε τον πόνο μας ή φοράμε μάσκες που τον κρύβουν. Ο εγωισμός μας και οι εσωτερικοί νόμοι των φόβων μας, μας κάνουν να μην συμμεριζόμαστε αρκετά τα βάσανα των άλλων. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο τη χάρη να βιώσουμε αυτές τις δύο «παραβάσεις» του σημερινού Ευαγγελίου. Αυτήν του λεπρού, ώστε να έχουμε το θάρρος να βγούμε από την απομόνωσή μας, αντί να καθόμαστε σαν αξιολύπητοι και να κλαίμε για τις αποτυχίες μας και να παραπονιόμαστε. Αντ’ αυτού ας πάμε στον Ιησού όπως είμαστε: «Κύριε, εγώ είμαι έτσι». Θα νιώσουμε αυτή την αγκαλιά, την όμορφη αγκαλιά του Ιησού. Και μετά ας βιώσουμε την παράβαση του Ιησού: μιας αγάπης που μας κάνει να υπερβούμε τις συμβάσεις, να ξεπεράσουμε τις προκαταλήψεις, και τον φόβο να αναμιχθούμε με τη ζωή του άλλου. Ας μάθουμε να είμαστε «παραβάτες» όπως αυτοί οι δύο: όπως ο λεπρός και όπως ο Ιησούς.
Ας μας συνοδεύει σε αυτή την πορεία η Αειπάρθενος Μαρία, την οποία τώρα ας επικαλεστούμε με την προσευχή «Άγγελος Κυρίου».
Μετάφραση: π.Λ