«Αυτός που αγαπά τα χρήματα “μισεί” το Θεό»

«Αυτός που αγαπά τα χρήματα  “ μισεί ” το Θεό»


Το Ευαγγέλιο αυτής της Κυριακής δεν είναι μια ρομαντική και συγκινητική σελίδα κειμένου, δεν διηγείται για τα παιδιά των λουλουδιών που βρίσκονται σε αναζήτηση του εαυτού τους. Ούτε είναι μια πραγματεία για την οικονομία, τίποτα το απλό και το καλοσυνάτο. Διακυβεύεται  η σχέση που έχει καθένας μας με το Θεό. Άρα η ευτυχία και η σωτηρία.

Για να καταλάβουμε τη θέση που κρατάμε για τον Θεό, ο Ιησούς μας οδηγεί να ανακαλύψουμε αυτή του Μαμμωνά. Είναι ο πιο εύκολος δρόμος.

Να τον στον θρόνο, στις πλατείες, στα κοινοβούλια, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και στον κινηματογράφο, στις εφημερίδες και στο διαδίκτυο, καθώς και στις καρδιές, στη δική σου και τη δική μου. Ο μαμμωνάς είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής, μας ζητά τα πάντα. Γι αυτό τον λόγο «δεν μπορούμε να υπηρετούμε δύο αφεντικά, το Θεό και το χρήμα». Ή επαναστάσεις ή Σταυρός, κανένας συμβιβασμός.

«Δεν μπορούμε» επειδή το ένα από τα δύο αφεντικά είναι ένας σκληρός τύραννος, ενώ ο Άλλος μας αποκαλεί φίλους, και έδωσε τη ζωή του για μας με άπειρη αγάπη. «Δεν μπορούμε να υπηρετούμε» αυτόν που μας κάνει να δακρύζουμε από την πραγματικότητα, στο όνομα μιας υποθετικής  και ταυτοχρόνως, να θέτουμε τη ζωή μας στα χέρια Εκείνου, που με τη δική του, εισήλθε στη συγκεκριμένη ιστορία κάθε αμαρτωλού.

«Δεν μπορούμε» να αγαπάμε το χρήμα που μας ωθεί στην «αν-ησυχία» και, ταυτόχρονα, «να μην φροντίζουμε γι αυτό που θα φάμε ή θα πιούμε, για το πώς θα ντυθούμε». Για τα αγαθά, πράγματι, είμαστε πάντα προκαταβολικά απασχολημένοι. Αυτό που αποκαλούμε διορατικότητα και σύνεση, είναι απλά δυσπιστία.

Το έχουμε ποτέ σκεφτεί; Καταβάλουμε χρόνο, ενέργεια, καρδιά και μυαλό για ένα μέλλον που δεν μας ανήκει. Ωστόσο ζούμε σαν να συνέβαινε το αντίθετο, ως διαιτητές της μοίρας μας. Ως ηλικιωμένοι, ανησυχούμε πρωτίστως για την ενδεχόμενη ανάγκη μιας νοσηλείας και στη συνέχεια σίγουρα για την κηδεία.

Ως νέοι, έχουμε βάλει σε μια γωνία τη σκέψη να παντρευτούμε γιατί τότε πώς θα προχωρήσουμε; Αν είμαστε παντρεμένοι, το άγχος για το χρήμα μας περιορίζει τη ζωή, ένα παιδί είναι περισσότερο από αρκετό, δύο, ούτε να μιλήσουμε γι αυτό το θέμα. Και η λευκή εβδομάδα, και τα παπούτσια, οι σπουδές, πώς θα τα καταφέρουμε με ένα μισθό πείνας και με μια ορισμένου χρόνου εργασία;

Αλλά, πιστεύουμε πραγματικά ότι η ζωή μάς ανήκει; Είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να χειριστούμε το μέλλον σαν να ήταν ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι; «Ποιος από εσάς, για όλα αυτά που πρέπει να κάνει, μπορεί να προσθέσει μια μόνο ώρα στη ζωή του;».

Θα έπρεπε να απαντήσουμε, σύμφωνα με τον πολιτισμό μέσα στον οποίο έχουμε βυθιστεί, ότι όλοι εμείς θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ή να αφαιρέσουμε μια ώρα από τη ζωή μας…

Το ψέμα που αποπλάνησε τον Αδάμ και την Εύα είναι αυτό. Σήμερα συνεχίζει να υφίσταται στα Κοινοβούλια όπου πιστεύουν ότι μπορούν να αποφασίζουν σχετικά με τη ζωή και το θάνατο των μικρών παιδιών. Αλλά έχει αποπλανήσει και εμάς: «διόλου δε θα πεθάνετε».  Το καταλάβατε; Μόνο ο Θεός και τη ζήλια του.

Και πιστέψαμε ότι αν απλώσουμε το χέρι μας και φάμε από αυτό το δέντρο θα μας δινόταν σοφία και ισχύ και ότι θα γινόμασταν όπως ο Θεός… Για το πως να συσσωρεύσουμε χρήματα, το φετίχ κάθε υπεροχής, φυλαχτό για να αποκτήσουμε ισχύ και κύρος, να γεμίσουμε την κοιλιά και να ικανοποιήσουμε τις ορέξεις μας.

Χρήματα για να μη πεθάνουμε, εν ολίγοις, ακριβώς όπως σκεφτήκαμε σήμερα το πρωί: Ακόμη ένα ζευγάρι παπούτσια; Είμαστε τρελοί; Αν συνεχίσουμε έτσι θα πεθάνουμε από πείνα…

Αλλά, αντ’ αυτού, γινόμαστε όλο και πιο φτωχοί και γυμνοί, φοβισμένοι και λυπημένοι, όπως ο Αδάμ και η Εύα, τελικά αυτό-προσδιοριζόμενοι, όπως λέμε σήμερα, πιστεύουμε με υπερηφάνεια στους εαυτούς μας, αλλά παραμένουμε μόνοι. Αντίδικοι και κριτές χωρίς τέλος, η οικογένεια σημαδεμένη από την φιλαργυρία, μια κακοήθη νόσο που εξαπλώνεται και μολύνει όλους.

Η προσήλωση στο χρήμα, πράγματι, είναι η ρίζα όλων των κακών. Μέσα από αυτό ο δαίμονας μπορεί και μας ελίσσει κατά βούληση. Και όποιος αγαπά το χρήμα «μισεί» το Θεό: πολύ σκληρό Κύριε… Όχι ,αντιθέτως, είναι η αλήθεια. Ας αναρωτηθούμε σήμερα αν κατά τύχη δεν μισούμε το Θεό, ακόμη και αν πηγαίνουμε στη Θεία Λειτουργία και διατηρούμε σχέσεις με την ενορία, ακόμη και αν έχουμε αναλάβει δεσμεύσεις υπέρ των φτωχών και αν αγωνιζόμαστε ενάντια στην αδικία.

Ας δούμε εάν, από αγάπη προς το χρήμα, ακόμη και καμουφλαρισμένο ως φειδώ, δεν πρόκειται για την περίπτωση αύξησης από εμάς και από τους γύρω μας του ανταγωνισμού, της μνησικακίας και του κουτσομπολιού, της κρίσης, του φθόνου, της ζήλιας και τέλος του μίσους. Πόσο καιρό δεν μιλάμε με εκείνο τον ξάδελφο για τον οποίο υποψιαζόμαστε ότι μας έχει πάρει είκοσι ευρώ;

Όποιος αγαπά το χρήμα έχει παραδώσει την καρδιά του σε έναν θετό πατέρα, το διάβολο, και ζει ακολουθώντας τις επιθυμίες του. Γι’ αυτό εκείνος που υπηρετεί τον μαμμωνά είναι  ορφανός, δεν γνωρίζει τον Πατέρα του, είναι σαν να ζούσε πάντα στο δρόμο, αναγκασμένος να αναζητά για ψωμί, να αγωνίζεται για να κερδίζει ένα κατάλυμα.

Και ο κόσμος είναι γεμάτος από ορφανούς που μοχθούν και αγωνιούν επειδή έχουν διακόψει τη σχέση τους με τον Πατέρα και δεν ξέρουν ότι, ούτως ή άλλως, Εκείνος «ξέρει τι χρειαζόμαστε». Ακόμη και για τους ιερείς και τις μοναχές, τους κατηχητές και τους χριστιανούς «με μικρή πίστη» που μοχθούν και ανησυχούν όπως οι «ειδωλολάτρες»

Αλλά ο Θεός έγινε ο ίδιος σάρκα για τα χαμένα παιδιά του, για καθένα από εμάς που έχει μπλεχθεί στα δίχτυα της δουλείας του χρήματος. Και έρχεται με αυτό το απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλία να μας δείξει την καρδιά του Υιού. Ο Ιησούς μίσησε τον μαμμωνά επειδή αγαπούσε τον Πατέρα.

Ο Ιησούς δεν έζησε ούτε μια ώρα για τον ίδιο, αλλά σε κάθε στιγμή μας δόθηκε χωρίς να κουράζεται και να ανησυχεί. Δεν είχε που την κεφαλήν κλίνει επειδή την έθεσε πάνω στο ξύλο του Σταυρού.

Ελεύθερος σαν «πουλί του ουρανού» δεν εργάστηκε για «να γεμίζει σιταποθήκες» αλλά έχασε τη ζωή του για να διακηρύξει το Ευαγγέλιο. Γι αυτό ο Πατέρας του τον αντάμειψε με την αιώνια ζωή.

Όπως ένας «κρίνος του αγρού» δεν έχει ύφασμα και νήμα για να ντυθεί και να γίνει ωραίος, αλλά αφέθηκε γυμνός πάνω στο Σταυρό, ο Πατέρας θα τον ενδύσει με την αγιότητά του.

Πάντα «ζητούσε πρώτα τη Βασιλεία του Θεού και τη Δικαιοσύνη του», ακολουθώντας τα βήματα μέχρι το θάνατο. Γι αυτό ο Πατέρας του «έδωσε επί προσθέτως» την ανάσταση και τη νίκη κατά της αμαρτίας, και όλα τα άφθαρτα αγαθά για να τα δώσει σε όλους τους ανθρώπους.

Ας υποδεχτούμε λοιπόν και σήμερα αυτό το Ευαγγέλιο της αλήθειας και της ελευθερίας. Ας δεχθούμε φώτιση για την προσήλωσή μας στα αγαθά και ας μεταστραφούμε για να ζήσουμε εν Χριστώ. Ας παραδώσουμε τους εαυτούς μας και τις οικογένειές μας, την αποστολή, τις ενορίες, τις δραστηριότητες, τα γηρατειά και τη νεολαία: «η ζωή του σε εμάς αξίζει περισσότερο από την τροφή, και το σώμα μας ναός του αξίζει περισσότερο από τα ρούχα».

Η Βασιλεία του Θεού την οποία συχνά έχουμε ανταλλάξει με ένα καναπέ και μια τηλεόραση πλάσμα, αποτελεί πράγματι πληρότητα, χαρά και ειρήνη μέσα στο Άγιο Πνεύμα. Είναι το ορεκτικό του Ουρανού, είναι ήδη ένα κομμάτι του Παραδείσου εδώ στη γη. Δεν είναι μακρινό, είναι κρυμμένο στην ιστορία μας: «ας το αναζητήσουμε πριν» από τα ρούχα, από την τροφή και τα χρήματα, από την υγεία και την εργασία.

Τα αγαθά θα φθάνουν όπως και όταν ο Θεός επιθυμεί, επειδή είναι μέσα στην έρημο όπου μαθαίνουμε ότι ο άνθρωπος δεν ζει μόνο από ψωμί αλλά και από κάθε Λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού.

 «Ας το αναζητήσουμε» και ας το ακούσουμε σε κάθε περίπτωση, κυρίως σε εκείνες που μας φοβίζουν, στην ανασφάλεια και στiς «αξίες» του σήμερα. «Καθημερινά», πράγματι, «φτάνει» ο Σταυρός, με τον οποίο ο Ιησούς μας δίνεται ανεπιφύλακτα για να μας χαρίσει πληρότητα και ειρήνη στις ανησυχίες μας, και να μας δώσει τη δυνατότητα να μπορούμε και εμείς  να δοθούμε.

Μετάφραση: ρφ

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη

Mελέτη  του Ευαγγελίου της ημέρας

ΠΕΜΠΤΗ ΤΗΣ 25ης ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 28 Σεπτεμβρίου 2023                                     Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν Επικαλούμαι

Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου