6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΥΡΩΝ
«Στύλος υπάρχεις και φωστήρ και μάχαιρα δικαία,
της πρώτης οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας.
Με σθένος εξολόθρευσες δια Πνεύματος Αγίου,
την τρομεράν και βλάσφημον αίρεσιν του Αρείου.
Συ των πτωχών προμηθευτής, των ναυτικών προστάτης,
έσο εις τους κινδύνους μας άγρυπνος παραστάτης».
Πρόκειται για έναν από τους πλέον δημοφιλείς και προσφιλείς αγίους στον κόσμο, ενώ αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της αγιογραφίας. Μεταξύ του 10ου και του 13ου αιώνα δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν άγιοι που θα μπορούσαν να συγκριθούν μαζί του σε καθολικότητα (εξάπλωση) αλλά και σε ζωηρή ευλάβεια. Ο κάθε λαός, διατηρώντας τα βασικά χαρακτηριστικά του αγίου Νικολάου, τον θεώρησε δικό του προστάτη των αδυνάμων και των θυμάτων της αδικίας, προστάτη των νεαρών κοριτσιών που προορίζονται για γάμο, των ναυτικών και των μικρών παιδιών. Όχι τυχαία, η παράδοση θέλει τον Άγιο Νικόλαο, γνωστό παγκοσμίως ως Santa Claus, να μοιράζει δώρα στα μικρά παιδιά. Από προέκυψε από την έμπρακτη ευαισθησία που έδειχνε ο Νικόλαος προς όλους τους αναγκεμένους, αλλά κυρίως στα μικρά, φτωχά παιδιά.
Η πατρίδα του Αγίου Νικολάου
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε γύρω στο 260 μ.Χ στα Πάταρα της Λυκίας της Μικράς Ασίας, σημερινή Τουρκία. Τα Πάταρα όπου γεννήθηκε καθώς και τα Μύρα όπου έγινε επίσκοπος ήταν σημαντικά λιμάνια κατά την αρχαιότητα. Στα Πάταρα είχε αποβιβαστεί κι ο Απόστολος Παύλος σε ένα από τα ταξίδια του. Μέχρι τον 8ο αιώνα κανένα κείμενο δεν αναφερόταν στον γενέθλιο τόπο του Νικολάου αλλά όλα μιλούσαν για τα Μύρα, την πόλη στην οποία ήταν επίσκοπος. Έτσι τα Μύρα πέρασαν στην παράδοση σαν πόλη του Αγίου Νικολάου. Ο πρώτος που μιλάει για τα Πάταρα σαν καταγωγή του Νικολάου ήταν ο Αρχιμανδρίτης Μιχαήλ το 710.
Η περιοχή στην οποία γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε ο άγιος Νικόλαος ήταν ελληνική, διότι τόσο η γλώσσα όσο και ο πολιτισμός ήταν τέτοιοι, και δεν είχαν σε τίποτα να κάνουν με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ασχέτως εάν πολιτικά ανήκαν σε αυτή. Αυτό φαίνεται και από το όνομα Νικόλαος που σημαίνει νίκη του λαού.
Η νεαρή ηλικία
Για τα παιδικά χρόνια του Αγίου Νικολάου λίγα είναι γνωστά. Τα αρχαιότερα ιστορικά στοιχεία ανάγονται στον 8ο αιώνα και είναι πληροφορίες που παρέχει ένας Έλληνας μοναχός ο Μιχαήλ ο Αρχιμανδρίτης. Σύμφωνα με τον μοναχό για το Νικόλαο, ήδη από τα μητρικά σπλάχνα, προορισμός ήταν η αγιότητα. Από πολύ μικρός προσπάθησε να ακολουθήσει εκείνους τους εκκλησιαστικούς νόμους ώστε να γίνει μοναχός. Από πολύ μικρός επίσης, αγαπούσε την νηστεία και την μετάνοια. Νήστευε δύο φορές την εβδομάδα. Η παράδοση λέει ότι όταν ήταν βρέφος, κάθε Τετάρτη και Παρασκευή θήλαζε μόνο μια φορά την ημέρα.
Όσο μεγάλωνε φαίνονταν και οι αρετές του, ιδιαιτέρως εκείνη της αγαθοεργίας. Δεν ήταν λίγες οι φορές που απομακρυνόταν από το παιχνίδι με τα άλλα παιδιά ώστε να βιώνει πιο πειθαρχημένα τις ευαγγελικές προτροπές. Κατείχε επίσης την αρετή της αγνότητας, για το λόγο αυτό απέφευγε άσκοπες συναναστροφές με κορίτσια.
Η αγαθοεργία και η αγνότητα είναι δύο αρετές που αποτέλεσαν το σκηνικό γύρω από το οποίο εξελίχθηκε ένα από τα πιο ξακουστά περιστατικά της ζωής του. Αυτό το περιστατικό ενέπνευσε τους εικονογράφους που απεικονίζουν τον άγιο Νικόλαο να κρατάει τρεις χρυσές μπάλες. Στην πραγματικότητα δεν είναι μπάλες αλλά τρία πουγκιά που περιείχαν χρυσά νομίσματα. Το περιστατικό έχει ως εξής: Ο Νικόλαος πληροφορήθηκε πως μια οικογένεια αντιμετώπιζε ένα μεγάλο πρόβλημα. Ένας κύριος, που έπεσε σε μεγάλη φτώχια, μη μπορώντας να εξασφαλίσει στις κόρες του έναν αξιοπρεπή γάμο τις προέτρεψε να γίνουν ιερόδουλες με σκοπό να μαζέψουν χρήματα για το γάμο τους. Ο Νικόλαος έπραξε ό,τι συμβουλεύει το Ευαγγέλιο: να μην γνωρίζει η αριστερά σου αυτό που κάνει η δεξιά σου. Με άλλα λόγια θέλησε να κάνει μια καλή πράξη, δεν ήθελε όμως να το γνωρίζει κανείς. Γι’ αυτό νύκτα άφησε ένα πουγκί με χρυσά νομίσματα να πέσει στο εσωτερικό του σπιτιού της φτωχής οικογένειας από ένα από τα παράθυρα. Ο πατέρας με αυτά τα χρήματα τέλεσε το γάμο της μεγαλύτερης κόρης του.
Βλέποντας ο Νικόλαος ότι ο άνδρας αυτός είχε χρησιμοποιήσει τα χρήματα με ορθό τρόπο θέλησε να επαναλάβει την πράξη του και να αφήσει και δεύτερο πουγκί με χρήματα, όπως και έκανε. Με αυτά τα χρήματα παντρεύτηκε η δεύτερη κόρη. Ο πατέρας των κοριτσιών, θεωρώντας ότι ο ανώνυμος ευεργέτης θα επανερχόταν κοιμόταν ελαφρά, αφού ήθελε οπωσδήποτε να δει τον αγαθό αυτόν άνθρωπο. Και τα κατάφερε. Μόλις ο Νικόλας έριξε το πουγκί, ο άνδρας βγήκε από το σπίτι, τον κυνήγησε και τον έπιασε. Ο Νικόλαος του ζήτησε να υποσχεθεί πως δεν θα μάθαινε για το περιστατικό. Φαίνεται όμως ότι ο πατέρας των κοριτσιών δεν κράτησε την υπόσχεσή του. Έτσι η καλή φήμη του Νικολάου διαδιδόταν σε όλη την πόλη των Μύρων.
Ο Νικόλαος επίσκοπος
Γύρω στο 300 μ.Χ., παρόλο που ο Χριστιανισμός δεν είχε ακόμη αναγνωριστεί από την αυτοκρατορία ως ελεύθερη θρησκεία και δεν υπήρχαν χριστιανικοί ναοί, οι κοινότητες ήταν άρτια οργανωμένες και φυσικά ιεραρχικά δομημένες. Οι χριστιανοί συνάζονταν στα σπίτια των αριστοκρατών που είχαν ασπαστεί το χριστιανισμό για τα λειτουργικά καθήκοντά τους. Τα σπίτια αυτά ονομάζονταν Domus Ecclesiae, δηλαδή οίκος της κοινότητας. Η κοινότητα είχε ενεργό ρόλο στην εκλογή του επισκόπου της, δηλαδή μπορούσε να διαλέξει έναν από τους πρεσβυτέρους ο οποίος θα αναλάμβανε την φροντίδα και την αύξησή της σε πίστη και σε πράξεις.
Συνήθως εκλέγονταν μόνο πρεσβύτεροι, λαϊκοί δηλαδή, που είχαν εγκαταλείψει την εγκόσμια ζωή για να αφιερωθούν στο καλό της κοινότητας. Η επίθεση των χεριών του επισκόπου τους παρείχε το δικαίωμα να τελούν την ευχαριστία και αυτό τους ξεχώριζε από τους λαϊκούς. Δεν έλειπαν όμως περιπτώσεις, μια εκ των οποίων κι του Νικολάου, όπου ο εκλεγμένος επίσκοπος δεν είναι πρεσβύτερος αλλά λαϊκός. Αυτό δεν σημαίνει ότι περνούσε απευθείας στον επισκοπικό βαθμό, αλλά ότι σε λίγες μόλις ημέρες λάμβανε όλες τις χειροθεσίες και χειροτονίες που προηγούνταν της επισκοπικής.
Κάπως έτσι επήλθε η εκλογή του Νικολάου την οποία ο αγιογράφος την παρουσιάζει ως ένα θαυμαστό γεγονός. Ο επίσκοπος των Μύρων είχε πεθάνει και οι επίσκοποι των γύρω πόλεων συγκεντρώθηκαν σε ένα domus ecclesiae για την εκλογή του διαδόχου του. Την ίδια εκείνη νύκτα ένας εκ των επισκόπων είδε σε όνειρο μια αποκάλυψη: θα έπρεπε να εκλέξουν έναν νέο, εκείνον που πρώτος το πρωί θα εισερχόταν στο ναό. Το όνομά του θα ήταν Νικόλαος. Το επόμενο πρωί η πόρτα άνοιξε και μπήκε μέσα ο Νικόλαος. Ο επίσκοπος που είχε το όραμα τον πλησίασε και τον ρώτησε το όνομά του, τον έφερε στο κέντρο και τον παρουσίασε στους εκλέκτορες που συμφώνησαν για την εκλογή του Νικολάου.
Ο διωγμός του Διοκλητιανού
Το 303 π.Χ. ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός έπαψε την πολιτική ανοχής απέναντι στους χριστιανούς και πυροδότησε βίαιους διωγμούς. Αυτοί οι διωγμοί κράτησαν μια δεκαετία, έστω κι αν η σκληρότητα εναλλάσσονταν με στιγμές κατάπαυσης. Το 313 οι αυτοκράτορες Κωνσταντίνος και Λικίνιος στο Μιλάνο συμφώνησαν για τις περιοχές της αρμοδιότητάς τους, λαμβάνοντας ο πρώτος δυτικό και ο δεύτερος το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Εκδίδουν επίσης το διάταγμα με το οποίο δίδεται ελευθερία λατρείας στους χριστιανούς. Έξι χρόνια αργότερα το 319, σε αντίθεση με την φιλοχριστιανική πολιτική του Κωνσταντίνου ο Λικίνιος εξαπόλυσε εκ νέου διωγμούς κατά των Χριστιανών.
Σε αρχαίες πηγές (πριν από τον 9ο αιώνα) δεν υπάρχει αναφορά σε διωγμούς που υπέστη ο Νικόλαος. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επίσκοπος Πατάρων Μεθόδιος αντιμετώπισε γενναία τον θάνατο, φαίνεται πολύ πιθανό ο Άγιος Νικόλαος να αντιμετώπισε τη φυλάκιση και άλλα ουκ ολίγα δεινά. Μάλιστα, ο βυζαντινός ιστορικός Νικηφόρος Κάλλιστος, λέει ότι ο Νικόλαος είχε στο σώμα του τα σημάδια των βασανιστηρίων. Ο ίδιος έγραφε: στη Σύνοδο της Νικαίας πολλοί έλαμψαν με τα αποστολικά τους δώρα. Όχι λίγοι, για να παραμείνουν σταθεροί στην ομολογία της πίστεως, έφεραν ακόμα στη σάρκα τους τα σημάδια, και ιδιαίτερα μεταξύ των επισκόπων, ο Νικόλαος επίσκοπος Μύρων ….
Η σύνοδος της Νικαίας
Ο Νικόλαος έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Νικαίας το 325 όπου καταδικάστηκε ο Άρειος και οι αιρετικές διδασκαλίες του. Αν και σε κάποιους καταλόγους δεν εμφανίζεται το όνομα του Νικολάου μεταξύ των συμμετεχόντων στην Ά Οικουμενική Σύνοδο εντούτοις στον κατάλογο του Θεοδώρου του Αναγνώστου του 515 ο συμπεριλαμβάνεται στους παρόντες επισκόπους.
Για να εξηγήσει την ουσία της Αγίας Τριάδας και ότι πρόκειται για έναν μόνο Θεό ο Νικόλαος χρησιμοποίησε ως παράδειγμα το τούβλο. Το τούβλο αποτελείται από χώμα, νερό και φωτιά, έτσι και η θεότητα του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος δεν επηρεάζει την βασική αλήθεια ότι ο Θεός είναι ένας. Κρατούσε στο χέρι το τούβλο, καθ’ όσο εξηγούσε και τότε μια φλόγα φάνηκε στο χέρι του, λίγες σταγόνες νερού έπεσαν στο πάτωμα και στο χέρι του παρέμεινε μονάχα το χώμα.
Λέγεται επίσης ότι επάνω στην ένταση της συζήτησης και στην οργή που προκαλούσαν οι αιρετικές θέσεις του Αρείου ο Νικόλαος χαστούκισε τον Άρειο με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στη φυλακή, ενώ οι Πατέρες του αφαίρεσαν τα αρχιερατικά άμφια. Στη φυλακή του κάψανε ακόμα τη γενειάδα. Είδε όμως σε όραμα την Παναγία και το Χριστό να του παραδίδουν το Ευαγγελιάριο και το ωμοφόριο.
Όταν ο Νικόλαος πήγε για να τελέσει τη Θεία Λειτουργία σε ένδειξη ταπεινότητας δεν φόρεσε τα αρχιερατικά άμφια. Τότε η Παρθένος κατέβηκε από τον ουρανό και του έβαλε το ωμοφόριο ενώ οι άγγελοι του φόρεσαν την επισκοπική μήτρα, ενώ μόλις ολοκληρώθηκε η Λειτουργία η γενειάδα του ξαναμεγάλωσε.
Θαύματα, θάνατος, λείψανα.
Πολυάριθμα είναι τα θαύματα που πραγματοποιήθηκαν χάρη στον Άγιο Νικόλαο άλλα γνωστά και άλλα άγνωστα αλλά είναι πολύ περισσότερα αυτά που σήμερα συνεχίζουν να γίνονται με την δική του μεσιτεία.
Σύμφωνα με την παράδοση ο Νικόλαος ήταν ήδη προχωρημένος σε ηλικία όταν πήγε στη Σύνοδο της Νικαίας. Έτσι, με κάθε επιφύλαξη, πρέπει να πέθανε περίπου το 335. Όπως και για γέννησή του, για το θάνατό του δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτα. Το 1089 τα Λείψανα του Αγίου Νικολάου τοποθετήθηκαν στην κρύπτη της ομώνυμης Βασιλικής που βρίσκεται στο Μπάρι της Ιταλίας εκεί όπου παραμένουν μέχρι σήμερα.