Γεννήθηκε το 380 και χειροτονήθηκε επίσκοπος Ραβέννας το 433 από τον Πάπα Σίξτο Γ’. Το όνομά του σημαίνει λόγια χρυσά.
Η ταυτότητά του ως άνδρα και ως επισκόπου εγείρεται από τα περίπου 180 γραπτά του. Από αυτά προκύπτει το αξιοσημείωτο υπόβαθρο του χαρακτήρα και των ικανοτήτων του. Ήταν άτομο με ανθρώπινη ζεστασιά και με ειλικρινές σθένος πίστεως.
Η Ραβέννα την εποχή εκείνη ήταν ένα σταυροδρόμι συναντήσεων αλλά και προβλημάτων. Από την Ανατολή ο αρχιμανδρίτης Ευτύχιος τον συμβουλεύεται σχετικά με τη δογματική σύγκρουση που βρισκόταν σε εξέλιξη μεταξύ του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και μεγάλου μέρους του κλήρου για τις δύο φύσεις του Ιησού Χριστό. Ο Πέτρος του απάντησε τότε παραπέμποντάς τον στην απόφαση του Πάπα (που ήταν ο Λέων Α) «μέσω της οποίας ο μακάριος απόστολος Πέτρος συνεχίζει να διδάσκει την αλήθεια της πίστης σε όσους την αναζητούν». Μια αυστηρή υπόδειξη, που εκφράστηκε σε φιλική γλώσσα, με εγκάρδια φωνή.
Κατά πάσα πιθανότητα αποδήμησε στις 31 Ιουλίου του έτους 450.
πγπ