3 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΕΝΕΒΙΕΒΗΣ, ΠΑΡΘΕΝΟΥ
Η Γενεβιέβη ή Γενοβέφα γεννήθηκε περίπου το 422 στη Ναντέρ, ένα προάστιο του Παρισιού.
Μια ημέρα του 429 οι κάτοικοι της Ναντέρ είδαν να αποβιβάζονται στην όχθη του ποταμού Σηκουάνα οι επίσκοποι άγιος Γερμανός της Οσέρ (Auxerre) και άγιος Λούπος της Τρουά (Troyes). Προορισμός τους ήταν η Μεγάλη Βρετανία καθώς είχαν λάβει εντολή από τον Πάπα Κελεστίνο Α΄ να μεταβούν εκεί με σκοπό να αντιμετωπίσουν τον πελαγιανισμό. Τόσο εξέχοντες επισκέπτες δύσκολα πέρασαν απαρατήρητοι και σύντομα γύρω τους συνάχθηκε πλήθος πολύ ζητώντας την ευλογία τους.
Ο άγιος Γερμανός παρατήρησε ένα μικρό επτάχρονο κορίτσι, τη Γενεβιέβη, μαζί με τους γονείς της. Απευθυνόμενος προς εκείνους λέει: «Είστε πραγματικά πολύ τυχεροί που είστε γονείς αυτού του παιδιού. Να ξέρετε πως η γέννησή του ήταν στιγμή μεγάλης χαράς μεταξύ των αγγέλων του ουρανού. Το κορίτσι θα είναι μεγάλο στα μάτια του Κυρίου. Θαυμάζοντας τη ζωή και τη συμπεριφορά του, πολλοί θα απομακρυνθούν από το κακό και θα επιστρέψουν στον Κύριο. Αυτοί θα λάβουν την άφεση των αμαρτιών τους και τις ανταμοιβές που έχει υποσχεθεί ο Χριστός»
Σε ηλικία 15 χρονών γίνεται μέλος μιας ομάδας παρθένων αποφασίζοντας να αφιερώσει τη ζωή της στον Κύριο. Παρόλο που τα μέλη αυτής της ομάδας έφεραν διακριτική ενδυμασία που τις ξεχώριζε από τις άλλες γυναίκες της εποχής, δεν ζούσαν κοινοβιακά αλλά η καθεμιά διέμενε στο σπίτι της εφαρμόζοντας και πραγματοποιώντας πράξης μετάνοιας και αγαθοεργίας.
Όταν το 451 το Παρίσι απειλούσαν ο βασιλιάς Αττίλας με τους Ούννους, πολλοί κάτοικοι προτίμησαν να εγκαταλείψουν την πόλη και να φύγουν. Η Γενοβέφα όμως προσπάθησε να τους πείσει να δείξουν εμπιστοσύνη στην εξ ουρανού βοήθεια και να παραμείνουν στα σπίτια τους. Συγκέντρωσε τότε στο βαπτιστήριο μερικές γυναίκες για να προσευχηθούν: «Οι άνδρες αν δεν είναι πλέον σε θέση να πολεμήσουν και αν θέλουν, ας τραπούν σε φυγή. Εμείς οι γυναίκες θα προσευχηθούμε τόσο πολύ στο Θεό που θα εισακούσει τις παρακλήσεις μας».
Κάποιοι δεν συμφώνησαν μαζί της σε σημείο μάλιστα να τη λυντσάρουν. Το Παρίσι το υπερασπίστηκαν οι ίδιοι οι κάτοικοί του έχοντας ως στήριγμα και πηγή θάρρους τις προσευχές της Γενεβιέβης. Ο Αττίλας, απροετοίμαστος για την απρόβλεπτη αντίσταση εγκατέλειψε την προσπάθεια κατάληψης του Παρισιού και κινήθηκε προς την Ορλεάνη.
Όταν ξεπεράστηκε ο κίνδυνος των Ούννων το Παρίσι βρέθηκε αντιμέτωπο με τη πείνα. Τότε η Γενοβέφα με αποφασιστικότητα και εμπιστοσύνη στο Θεό συγκέντρωσε ένδεκα βάρκες και διασχίζοντας τον Σηκουάνα έφτασε μέχρι την Τρουά. Από όπου περνούσε προμηθευόταν από τους γεωργούς όσο περισσότερα σιτηρά μπορούσε και επιστρέφοντας στο Παρίσι τα μοίρασε γενναιόδωρα σε όσους λιμοκτονούσαν.
Διατηρούσε πολύ καλές φιλικές σχέσεις με το βασιλιά Χιλδερίχο και έπειτα με τον Κλόβι και αξιοποιώντας τες κατόρθωσε να εξασφαλίσει χάρες προς όφελος διαφόρων πολιτικών κρατουμένων.
Απεβίωσε το 502. Ο τάφος της αποτέλεσε το κύτταρο της δημιουργίας ενός περίφημου αβαείου στο οποίο αργότερα ο βασιλιάς Λουδοβίκος 16ος έχτισε περίφημη βασιλική. Κατά τη Γαλλική Επανάσταση η Λέσχη των Ιακωβίνων τη μετέτρεψε σε Πάνθεο, μαυσωλείο για τους επιφανείς Γάλλους, καταστρέφοντας μέρος από τον τάφο της. Έκτοτε το επίκεντρο της ευλάβειας και της λατρείας προς την Αγία Γενοβέφα, την πολιούχο της πόλεως των Παρισίων, μετακινήθηκε στον Ιερό Ναό Saint-Etienne-du-Mont.
Ο βίος της Αγίας διασώζεται στο έργο «Vita Genovefae» που γράφτηκε είκοσι χρόνια μετά το θάνατό της. Η μνήμη της εορτάζεται 3 Ιανουαρίου, ημέρα του θανάτου της.
πγπ