28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Θεωρείται και είναι ο μεγαλύτερος Πατέρας της Δυτικής Εκκλησίας. Το συγγραφικό του έργο είναι πολύτιμο και πάντα διαφωτιστικό για τη θεολογική σκέψη, τόσο στη δύση όσο και στην ανατολή.
Ο Αυγουστίνος γεννήθηκε το 354 στην Ταγάστη της Νουμιδίας (Αφρική) από οικογένεια μεσαίας τάξεως. Γονείς του ήσαν ο Πατρίκιος, ειδωλολάτρης και η Μόνικα, χριστιανή και Αγία μητέρα. Η Μόνικα γαλούχησε τον Αυγουστίνο στα παιδικά του χρόνια με τα χριστιανικά νάματα και του ενέπνευσε τα πρώτα αισθήματα αγάπης για το Χριστό, αισθήματα που δεν θα εξαλείψει ούτε η αμαρτωλή ζωή του. Σύμφωνα με την τότε χριστιανική παράδοση, ο Αυγουστίνος έλαβε το βάπτισμα σε μεγάλη ηλικία.
Ήταν ευφυέστατος, φιλόσοφος, αλλά και πολύ ανήσυχο πνεύμα και έκανε τις σπουδές του στις περίφημες τότε σχολές της Καρχηδόνας.
O Αυγουστίνος, από φοιτητής γίνεται διδάκτορας και επί σειρά ετών διδάσκει φιλοσοφία και ρητορική, πρώτα στη γενέτειρα του και μετά στην Καρχηδόνα. Στη συνέχεια, Εγκαταλείπει την Αφρική και τα δεσμά του μανιχαϊσμού και πηγαίνει στη Ρώμη, όπου διδάσκει. Αργότερα, θα καταλάβει τη ρητορική έδρα του Μιλάνου. Εμβαθύνοντας πάντα τη φιλοσοφική ιδέα του Πλάτωνα, που του αποκάλυπτε ένα Θεό άϋλο και αφάνταστης ομορφιάς, ανοίγουν τα μάτια του. Η μελέτη της Αγίας Γραφής, οι προσευχές και τα δάκρυα που έχυσε η Άγια μητέρα του, συμπλήρωσαν το έργο της Θείας Χάρης και τον έφεραν στο Χριστό, δηλαδή στην αλήθεια που τόσο αναζητούσε και ποθούσε. Ανακάλυψε το Θεό και έκτοτε τον αγάπησε με την ακράτητη εκείνη δίψα της καρδιάς του, που τον έκανε να αναφωνεί: «Γιατί Θεέ μου, γιατί τόσο αργά σε γνώρισα!» Θα συμπληρώσουν τη μεταστροφή του οι θερμοί λόγοι του Επισκόπου του Μιλάνου Αγίου Αμβροσίου, αλλά και οι συμβουλές του καλού του φίλου Σιμπλικιανού.
Αποσύρεται στο Κασσιανό, περίχωρο του Μιλάνου, και με την προσευχή, τη μελέτη και τη μετάνοια, ετοιμάζεται να δεχτεί το χριστιανικό βάπτισμα. Επιστρέφει στο Μιλάνο και δέχεται το Άγιο βάπτισμα από τα χέρια του Αμβροσίου (387). Ο Αυγουστίνος, ανήκοντας τώρα όλος στο Θεό, επιστρέφει στην Αφρική και εγκαθίσταται στην Ταγά-στη, ασκούμενος στη μοναχική και ασκητική ζωή με τους καλούς φίλους του. Ιδρύει και γυναικεία μονή. Και οι δύο κοινότητες ακολουθούν τον κανόνα που συνέταξε ο ίδιος και τον οποίο θα υιοθετήσουν αργότερα πολλά μοναχικά τάγματα.
Αργότερα, εκλέγεται Επίσκοπος της Ιππώνας, την οποία θα ποιμάνει με ανυπέρβλητο ζήλο, επί 34 έτη. Ο Αυγουστίνος, και ως Επίσκοπος, μετατρέπει την επισκοπική του κατοικία σε μοναστήρι, εξακολουθώντας να ζει σαν μοναχός. Αφιερώνει τη ζωή του στη διδασκαλία και διαποί-μανση του λαού του, στη μόρφωση των μοναχών, την καταπολέμηση των αιρέσεων, ιδίως του μανιχαϊσμού και του πελαγιανισμού, αλλά και την υπεράσπιση της Εκκλησίας, με το κήρυγμα και τα περισπούδαστα συγγράμματα του. (Ο πελαγιανισμός ήταν μια αίρεση του 5ου αιώνα, η οποία αρνιόταν τη μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος και θεωρούσε τον άνθρωπο ικανό με μόνο τις φυσικές του δυνάμεις και την ελευθερία του —χωρίς τη βοήθεια της Θείας Χάρης— να αποφύγει την αμαρτία και να καταστεί άξιος της αιώνιας σωτηρίας του.) Έτσι, ο Πελάγιος καταργούσε την αξία του απολυτρωτικού έργου του Χριστού που, σύμφωνα μ' αυτόν, τίποτα δεν προσέφερε στον άνθρωπο.
Από τους μαθητές του Αυγουστίνου, άλλοι έγιναν Επίσκοποι, άλλοι ίδρυσαν μονές. ΓΓ αυτό ο Αυγουστίνος θεωρείται ο Πατριάρχης του μοναχισμού της Αφρικής.
Η εισβολή των βαρβάρων, ιδίως των Βανδάλων και μάλιστα των αιρετικών (αρειανοί κ.λπ.) στην Αφρική, εμπόδισε δυστυχώς το μεγαλοφυές έργο του. Ενώ συνεχιζόταν η πολιορκία της Ιππώνας, ο μεγάλος αυτός Ιεράρχης και Πατέρας της Εκκλησίας, παρέδιδε την ωραία του ψυχή στο Θεό, το 430, στο 76ο έτος της ηλικίας του.
Πηγή: Τα αδέλφια μας οι Άγιοι