28 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΒΕΓΚΕΣΛΑΟΥ ΜΑΡΤΥΡΑ
Ο Βεγκεσλάος, που αγίασε μέσα σ' ένα διεφθαρμένο περιβάλλον και κάτω από φοβερές δυσκολίες κι ένα σωρό δολιότητες και ραδιουργίες, είναι ένα ακόμη φωτεινό παράδειγμα τόλμης και ηρωισμού, που δείχνει ότι ο χριστιανός μπορεί να φτάσει στα ύψη της αγιότητας, όταν το θέλει, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Γεννήθηκε στη Βοημία (Τσεχοσλοβακία) γύρω στο 907. Την εποχή του Αγίου Βεγκεσλάου η Βοημία ήταν ακόμη μια βαρβαρική χώρα, αναστατωμένη, περισσότερο ειδωλολατρική παρά χριστιανική. Αλλά και η οικογένεια των δουκών, με εξαίρεση τη Λουδμίλα, γιαγιά του Βεγκεσλάου, που την τιμούσαν ως Αγία, ήταν χειρότεροι από τους υπηκόους τους. ΓΓ αυτό το λόγο, η Λουδμίλα, γνωρίζοντας τη σατανική και κάθε άλλο παρά χριστιανική μητέρα του Αγίου, τη Δραχομίρα, ανέλαβε η ίδια τη χριστιανική μόρφωση του εγγονού της, που προοριζόταν να κυβερνήσει τη χώρα, ως πρωτότοκος, αντί του αδελφού του Βολεσλάου.
Όταν, μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Βεγκεσλάος πήρε την εξουσία, σε νεότατη ηλικία (925), πολέμησε σθεναρά εναντίον της μητέρας του και των «ειδωλολατριζό-ντων» ευγενών, για να επαναφέρει την ελευθερία της χριστιανικής συνειδήσεως στην πολυβασανισμένη χώρα του. «Αν ο Θεός σας προκαλεί ανία, έλεγε, γιατί θέλετε να εμποδίσετε τους άλλους να τον αγαπούν;»
Εκείνος αγαπούσε το θεό, για αυτό αγαπούσε και το λαό του. Η διακυβέρνηση του έφερε την τάξη σε μια χώρα, όπου μέχρι τότε βασίλευε η βία, ο κατατρεγμός της θρησκείας, ο νόμος του πιο ισχυρού. Η γη καρποφόρησε, ο λαός απέκτησε ειρήνη και ψωμί. Η θρησκευτική ζωή αναζωογονήθηκε.
Η προσωπική ζωή του νεαρού ηγεμόνα ήταν ζωή ασκητού: περπατούσε ανυπόδητος στη διάρκεια της ψυχρής βοημικής τεσσαρακοστής. Κάτω από τα φανταχτερά βασιλικά ρούχα έφερε κιλικίο. Νήστευε, προσευχόταν, παρακολουθούσε κάθε μέρα τη Θεία Λειτουργία.
Όμως, ο αντίζηλος αδελφός του Βολεσλάος και η σατανική και μοχθηρή μητέρα του έβλεπαν με κακό μάτι το δίκαιο και σωστό πρίγκιπα, να τον αγαπά ο λαός κι ο Θεός να τον ευλογεί. για αυτό προσπαθούσαν να τον ανατρέψουν με κάθε τρόπο, χωρίς όμως και να το κατορθώνουν.
Ο Βεγκεσλάος, φίλος της ειρήνης και ανήσυχος για τη μελλοντική τύχη του λαού του, κατάλαβε ότι η χώρα του δεν θα μπορούσε να επιζήσει αν δεν είχε ισχυρούς φίλους, τους οποίους έβλεπε, για κείνη την ώρα και για το μέλλον,στην πανίσχυρη γειτονική γερμανική αυτοκρατορία, με την οποία συνήψε συνθήκη. ΓΓ αυτή του την ενέργεια κατηγορήθηκε ως προδότης, δειλός και ανάξιος ηγεμόνας. Συγχρόνως ετοιμάστηκε συνωμοσία με σκοπό το θάνατο του.
Ένα πρωί, ο μισαλλόδοξος αδελφός του του έστησε ενέδρα στο δρόμο, απ' όπου περνούσε κάθε μέρα για να πάει στην εκκλησία. Τη στιγμή που πρότεινε το σπαθί του για να τον πλήξει, ενστικτωδώς, ο Βεγκεσλάος έβαλε το χέρι στη λαβή του δικού του σπαθιού, αλλά την ίδια στιγμή το πέταξε λέγοντας: «Το χέρι ενός δούλου του Θεού δεν μπορεί να γίνει αδελφοκτόνο», και προχώρησε για την εκκλησία. Εν τω μεταξύ, η συνωμοτική σπείρα του αδελφού του είχε φτάσει. Επιτέθηκαν εναντίον του και τον κατακρεούργησαν. Ήταν το έτος 935.
Τον έθαψαν στην εκκλησία των Αγίων Κοσμά και Δαμιανού με πολλές τιμές. Δεν ήταν μονάχα τα θαύματα που επακολούθησαν, τα οποία έθρεψαν την ευλάβεια των συμπολιτών του. Ήταν και η ανάμνηση της δίκαιης και ειρηνικής βασιλείας του, η αγάπη προς τους υπηκόους του, η γενναιοψυχία του, η πολιτική του διαίσθηση, το ηρωικό του μαρτύριο, τα οποία συνέβαλαν ώστε να γίνει σύμβολο της χώρας του, «θεμέλιο» για την ενότητα των Βοημών, αλλά και σημείο πιστότητας του λαού του στη Μητέρα Εκκλησία μέσα από τις δοκιμασίες, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα, ύστερα από χίλια χρόνια ιστορίας…
Πηγή: Τ’ αδέλφια μας οι άγιοι