26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑ
Η τέλεση της λειτουργικής μνήμης του Αγίου Στεφάνου εορταζόταν από πάντοτε στις 26 Δεκεμβρίου, αμέσως μετά τα Χριστούγεννα, διότι οι ημέρες που ακολουθούσαν της εμφάνισης του Υιού του Θεού, αφιερώθηκαν στους «comites Christi», δηλαδή στους πιο στενούς ανθρώπους του Χριστού και σε εκείνους που πρώτοι έδωσαν μαρτυρία με το αίμα τους. Έτσι, της εορτής του Στεφάνου του πρώτου μάρτυρα της χριστιανοσύνης, ακολουθεί εκείνη του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή, του αγαπημένου μαθητή του Ιησού, έπειτα στις 28 του μηνός των Αθώων Νηπίων. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αιώνες πριν, ακόμα και η εορτή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου ετελείτο την εβδομάδα μετά τα Χριστούγεννα για να μεταφερθεί αργότερα στις 29 Ιουνίου.
Ο πολύ αγαπητός άγιος Στέφανος δεν γνωρίζουμε από που κατάγεται. Πιθανολογείται ότι ήταν Έλληνας αλλά εκείνη την εποχή η Ιερουσαλήμ ήταν ένα σταυροδρόμι πολλών λαών και εθνών το κάθε ένα από τα οποία είχε τη δική του γλώσσα, τα δικά του ήθη και παραδόσεις. Ίσως να ήταν εβραίος που γαλουχήθηκε στην ελληνιστική κουλτούρα. Στα κεφάλαια 6 και 7 των Πράξεων των Αποστόλων παρουσιάζονται οι τελευταίες ημέρες του Στεφάνου: την περίοδο μετά την Πεντηκοστή, ο αριθμός των μαθητών συνεχώς μεγάλωνε. Οι δώδεκα Απόστολοι συγκέντρωσαν τους μαθητές και διάλεξαν επτά διακόνους στους οποίους ανατέθηκαν υπηρεσίες, ώστε οι Απόστολοι να επικεντρωθούν στο εξής στο κήρυγμα του Λόγου και στην προσευχή. Ένας εκ των επτά ήταν ο Στέφανος ο οποίος με μεγάλη χάρη και δύναμη αφιερώθηκε στην αποστολή του. Δεν περιορίστηκε μόνο στην διαχείριση των αγαθών αλλά ασχολήθηκε με το κήρυγμα κυρίως προς τους εβραίους της διασποράς που ήταν περαστικοί από την Ιερουσαλήμ και τους μετέστρεφε στην πίστη του Ιησού Χριστού σταυρωμένου και αναστημένου. Μεταξύ των ετών 33- 34 οι ελληνιστές εβραίοι βλέποντας τον αριθμό εκείνων που ασπάζονταν την πίστη στο Χριστό να αυξάνεται κατηγόρησαν το Στέφανο για βλασφημία εναντίον του Μωυσή και του Θεού. Η συνέχεια είναι γνωστή ως το μαρτύριο του Αγίου Στεφάνου. Κάποια μέλη τις κοινότητας ενταφίασαν το σώμα του Στεφάνου και δεν το άφησαν στη μανία των όρνιων όπως συνηθιζόταν να γίνεται. Από εκεί ξεκίνησε μια ιστορία που αφορούσαν τα λείψανά του.
Στις 3 Δεκεμβρίου 415 ένας ιερέας ονόματι Λουκιανός Κεφάρ-Γκαμπά ονειρεύτηκε έναν ηλικιωμένο άνδρα που είχε μακριά λευκή γενειάδα και φορούσε ιερατικά άμφια, στο χέρι του κρατούσε μια χρυσή βέργα με την οποία τον άγγιξε καλώντας τον για τρεις φορές με το όνομά του. Του αποκάλυψε ότι αυτός και οι σύντροφοί του ήταν λυπημένοι διότι είχαν ενταφιαστεί δίχως τιμές και ήθελαν να τοποθετηθούν μέρος αξιοπρεπές όπου οι πιστοί θα μπορούσαν να ευλαβούνται τα λείψανά τους. Ο ηλικιωμένος υπέδειξε τον τόπο όπου είχαν ταφεί τα οστά των. Με τη σύμφωνη γνώμη του επισκόπου της Ιερουσαλήμ ξεκίνησαν οι εργασίες σκαψίματος για την εύρεση των Λειψάνων τα οποία και ευρέθησαν, μεταξύ αυτών ήταν κι εκείνα του Στεφάνου.
Έκτοτε αποτμήματα των Ιερών Οστών εξαπλώθηκαν σε όλο τον γνωστό τότε κόσμο ενώ ένα μικρό κομμάτι παρέμεινε στα χέρια του ιερέα Λουκιανού. Το υπόλοιπο μεταφέρθηκε στο Ναό της Σιών στην Ιερουσαλήμ. Οι Σταυροφόροι αργότερα πήραν ότι υπήρχε στην Ιερουσαλήμ στην Ευρώπη ενώ σήμερα Καθολικοί και Ορθόδοξοι σε πολλά μέρη κατέχουν μικρά ή μεγαλύτερα κομμάτια των οστών που ανήκουν στον Άγιο Στέφανο. Όλα αυτά τα τμήματα είναι περισσότερα από όσα θα μπορούσαν να προέλθουν από ένα ανθρώπινο σκελετό. Αυτό σημαίνει οτι όλα δεν είναι αυθεντικά. Ποια από αυτά είναι και ποια όχι δεν μπορεί κανείς να το πει με σιγουριά. Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η πίστη που καλείται να συμπληρώσει τα κενά της λογικής και των αισθήσεων.