22 ΜΑΪΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΡΙΤΑΣ
Η Αγία Ρίτα γεννήθηκε στην πόλη Cascia το 1380. Ήταν μοναχοπαίδι γονέων προχωρημένων σε ηλικία, οι οποίοι απέκτησαν την Ρίτα ύστερα από δώδεκα χρόνια γάμου. Δικαίως, λοιπόν, οι θεοσεβούμενοι αυτοί χριστιανοί θεώρησαν τη Ρίτα δώρο της Θείας Πρόνοιας. Λέγεται ότι η μητέρα της είδε σε όραμα έναν άγγελο ο οποίος της είπε πως θα αποκτούσε ένα παιδί στα γηρατειά της και ότι θα το ονόμαζε Ρίτα. Ιστορία όμοια με εκείνη του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (παιδί ηλικιωμένων γονέων, όνομα που προτείνεται άνωθεν). Η Ρίτα μεγάλωνε με υπακοή στους γονείς της ενώ ήδη από πολύ νωρίς έδειχνε να έχει μια ιδιαίτερη κλήση στην μοναχική ζωή.
Ήταν μόλις δεκατριών ετών όταν οι γονείς της υποσχέθηκαν να δώσουν το χέρι της κόρης τους σε έναν νέο, του οποίου ο χαρακτήρας δεν ήταν και τόσο καλός. Ίσως για κάποιο λόγο υποχρεώθηκαν να το κάνουν. Φυσικά η Ρίτα δεν ενθουσιάστηκε αφενός διότι η επιθυμία της ήταν να αφιερωθεί στον Κύριο αφετέρου λόγω της ιδιοτροπίας του νέου με τον οποίο επρόκειτο να παντρευτεί. Βέβαια, την εποχή εκείνη ο γάμος δεν εξαρτιόνταν από τα αισθήματα των δύο, αλλά από τις επιλογές των γονέων που ως κύριο σκοπό είχαν την εξασφάλιση των οικογενειακών συμφερόντων. Έτσι, λοιπόν, η Ρίτα παντρεύτηκε υποφέροντας πολλά μέχρι σε σημείο να χαρακτηριστεί σύζυγος θύμα. Υπέμεινε την κακομεταχείριση του συζύγου της με υπομονή, δίχως παράπονα. Έπρεπε, να ζητάει τη άδεια του άνδρα της ακόμα και για να πάει στην εκκλησία.
Με τη γέννηση των δίδυμων παιδιών τους και με την υπομονή που είχε να απαντάει με γλυκύτητα στη βία του συζύγου της κατάφερε να αλλάξει το χαρακτήρα του. Είχε να το λέει όλη η πόλη που γνώριζε πολύ καλά το σύζυγό της λόγω της ισχυρής θέσης που κατείχε στην τοπική κοινωνία. Τα παιδιά τους μεγάλωσαν και διδάχτηκαν από τη μητέρα τους όλες εκείνες τις αρχές που κι εκείνη με τη σειρά της είχε αποκομίσει από τους γονείς της. Αναπόφευκτα όμως ένιωσαν και την βιαιότητα της κοινωνίας όπου ζούσαν και την μακάβρια τακτική της βεντέτας. Σε μια περίοδο όπου και οι δύο γονείς της Ρίτας απεβίωσαν ακολούθησε η δολοφονία του συζύγου της, προφανώς από κάποιον που είχε ανοικτούς λογαριασμούς μαζί του ή που δεν συγχώρησε ποτέ τη βία που υπέστη. Σκοπός του δολοφόνου ήταν να θανατώσει και τα δύο δεκαπεντάχρονα τότε παιδιά. Η Ρίτα γνωρίζοντας ότι αυτή η αλυσίδα αίματος αναπόφευκτα θα επηρέαζε θανάσιμα και τα παιδιά της και προκειμένου να δώσει ένα τέλος σε αυτή ζήτησε από το Θεό να μην πέσουν θύματα της βεντέτας ούτε να συμμετάσχουν σε αυτήν, αλλά αν είναι να πεθάνουν να φύγουν με κάποιο λιγότερο οδυνηρό τρόπο. Τα δύο παιδιά της πέθαναν ένα χρόνο αργότερα από μια ασθένεια.
Η Ρίτα, μέσα από στις στάχτες του θανάτου ζήτησε καταφύγιο στις Αδελφές Αυγουστίνες της Μονής της Αγίας Μαγδαληνής στην Κάσια. Για τρεις φορές όμως απορρίφτηκε από τις μοναχές, ίσως διότι φοβόντουσαν το ενδεχόμενο της εμπλοκής της κοινότητάς τους στην χρόνια βεντέτα που υπήρχε στην οικογένεια του συζύγου της Ρίτας.
Οι μοναχές άλλαξαν στάση και δέχτηκαν τη Ρίτα στη Μονή τους κατόπιν ενός οράματος που είχαν όλες μαζί καθώς προσεύχονταν στο Ναό του μοναστηριού τους: είδαν τη Ρίτα να προσεύχεται στο μέρος όπου συνήθιζε να πηγαίνει.
Η νέα μοναχή αποτελούσε υπόδειγμα αγιοσύνης και πολύ σύντομα κέρδισε το θαυμασμό των υπολοίπων αδελφών. Έτρεφε τόση μεγάλη ευλάβεια για τα Άγια Πάθη του Ιησού που επιθυμούσε να μοιραστεί τους πόνους Του, προσευχόμενη συνεχώς γι’ αυτό. Ο Ιησούς την εισάκουσε μια μέρα του 1432 όταν καθώς προσευχόταν αισθάνθηκε στο κεφάλι της ένα από τα αγκάθια του στεφανιού του Ιησού. Η πληγή που είχε προκληθεί από το αγκάθι εξαφανίστηκε μόνον κατά το προσκύνημα της Ρίτας στη Ρώμη.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής της νήστευε πάρα πολύ που η Θεία Κοινωνία αποτελούσε ίσως τη μοναδική καθημερινή τροφή της. Λίγο πριν πεθάνει κάποια συγγενής της την επισκέφτηκε στο κρεβάτι όπου είχε πέσει, λόγω των στερήσεων. Την ρώτησε αν, την επόμενη φορά που θα ερχόταν για επίσκεψη, ήθελε κάτι από το σπίτι της. Η απάντηση της Ρίτας ήταν ένα τριαντάφυλλο από τον κήπο του σπιτιού της, πράγμα αδύνατο διότι ήταν χειμώνας. Όμως με μεγάλη έκπληξη η συγγενής που πήγε στο σπίτι της Ρίτας βρήκε το ανθισμένο τριαντάφυλλο που έφερε στη Ρίτα.
Η Ρίτα πέθανε στις 22 Μαΐου του 1457, υπό τον ήχο των καμπανών που μόνες τους σήμαιναν γιορτινά αναγγέλλοντας τη γέννησή της στο ουρανό. Την ημέρα της κηδείας της μαύρες μέλισσες εμφανίστηκαν και εγκαταστάθηκαν στους τοίχους του μοναστηριού της Ρίτας. Είναι μέλισσες δίχως κυψέλη, δεν κάνουν μέλι και εδώ και πέντε αιώνες βρίσκονται σε εκείνο το σημείο.
Στις 24 Μαΐου 1900 ο Πάπας Λέοντας 13ος προέβη στην αγιωνυμία της.