«H Απόστολος των αποστόλων», αυτόν τον τίτλο απέδωσε στη Μαρία τη Μαγδαληνή ο Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης.
Το όνομά της προέρχεται από τα Μαγδαλά, ένα ψαροχώρι στη δυτική όχθη της λίμνης Τιβεριάδας, από το οποίο κατάγεται. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς διηγείται γι ‘αυτήν, στο κεφάλαιο 8: «Ο Ιησούς περιόδευε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό, κηρύττοντας και φέρνοντας το χαρμόσυνο μήνυμα της βασιλεία του Θεού. Μαζί του ήταν και οι Δώδεκα μαθητές του, καθώς και μερικές γυναίκες, που είχαν θεραπευτεί από αρρώστιες και βάσανα, από δαιμονικά πνεύματα και ασθένειες. Ανάμεσά τους ήταν η «Μαρία, που ονομάζεται Μαγδαληνή, από την οποία ο Ιησούς είχε βγάλει επτά δαιμόνια».
Κατά τη Βίβλο, η έκφραση «επτά δαιμόνια» θα μπορούσε να υποδηλώσει ένα πολύ σοβαρό σωματικό ή ηθικό κακό, που μάλλον είχε πλήξει τη γυναίκα και από το οποίο ο Ιησούς την είχε απελευθερώσει.
Όμως η επικρατέστερη μέχρι σήμερα εκδοχή ήθελε τη Μαρία Μαγδαληνή πόρνη και αυτό μόνο επειδή στο προηγούμενο κεφάλαιο 7 του Ευαγγελίου του Λουκά, υπάρχει η ιστορία μιας ανώνυμης «γνωστής αμαρτωλής σε αυτήν την πόλη», που είχε αλείψει με αρωματικό λάδι, τα πόδια του Ιησού … και τα σκούπισε με τα μαλλιά της». Έτσι, χωρίς πραγματικά να υπάρχει οποιαδήποτε σχέση στο κείμενο, η Μαρία Μαγδαληνή ταυτίστηκε με αυτήν την ανώνυμη πόρνη.
Όμως υπάρχει και άλλη μια παρεξήγηση, όπως εξηγεί ο Καρδινάλιος Ravasi: η χρίση με αρωματικό λάδι είναι μια χειρονομία που έκανε και η Μαρία, η αδερφή της Μάρθας και του Λαζάρου, σε μια διαφορετική περίσταση, την οποία αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Έτσι, η Μαρία από τα Μάγδαλα θα ταυτιστεί και με την Μαρία της Βηθανίας.
Η Μαρία η Μαγδαληνή εμφανίζεται επίσης στα Ευαγγέλια κατά την τρομερή και δραματική στιγμή του Πάθους του Ιησού, όταν τον συνοδεύει στο Γολγοθά και μαζί με άλλες γυναίκες παραμένει να τον παρακολουθεί από μακριά. Και εξακολουθεί να είναι παρούσα όταν ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ενταφιάζει το σώμα του Ιησού στο μνήμα. Εκείνη, μετά το Σάββατο, το πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, επιστρέφει στο μνήμα ανακαλύπτοντας ότι η βαριά πέτρα της εισόδου έχει αφαιρεθεί και τότε, τρέχει να αναγγείλει στον Πέτρο και στον Ιωάννη το γεγονός.
Η συνάντηση με τον Αναστημένο είναι μια από τις ισχυρότερες στιγμές της ζωής της. Εδώ ξεκινά η πορεία που σταδιακά την οδηγεί από την ολιγοπιστία στην πίστη. Κλίνοντας προς τον τάφο, βλέπει δύο αγγέλους και τους λέει ότι δεν ξέρει πού έχει τοποθετηθεί το σώμα του Κυρίου. Στη συνέχεια, γυρίζοντας πίσω, βλέπει τον Ιησού αλλά δεν τον αναγνωρίζει, νομίζει ότι είναι ο φύλακας του κήπου και όταν την ρωτά τον λόγο των δακρύων της εκείνη απαντά: «Κύριε, αν τον πήρες εσύ, πες μου πού τον έχεις θέσει και θα πάω να το πάρω». Στη συνέχεια, ο Ιησούς την καλεί με το όνομα: «Μαρία!» Και γυρίζει και απαντά: «Ραβί!», που στα εβραϊκά σημαίνει: «Διδάσκαλε!». Ο Ιησούς της έδωσε τότε μια εντολή: «Μην με αγγίζεις, γιατί δεν έχω ανέβει ακόμα στον Πατέρα. Αλλά πήγαινε στους αδελφούς μου και πες σε αυτούς: Πηγαίνω στον Πατέρα μου και Πατέρα σας, στον Θεό μου και Θεό σας. Πηγαίνει τότε η Μαρία η Μαγδαληνή και αναγγέλλει στους μαθητές: “Είδα τον Κύριο!” και ό,τι της είπε». (πρβλ. Ιω. 20).
Η Μαρία Μαγδαληνή είναι η πρώτη από τις γυναίκες ακολούθους του Ιησού που τον διακήρυξε ως Αυτόν που νίκησε το θάνατο και η πρώτη απόστολος που ανήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα του Πάσχα. Όταν ο Υιός του Θεού μπαίνει στην ιστορία, αυτή η γυναίκα είναι μεταξύ εκείνων που τον αγαπούσαν περισσότερο, αποδεικνύοντάς το. Όταν ήρθε η ώρα του Γολγοθά, ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με την Παναγία και τον Άγιο Ιωάννη κάτω από τον Σταυρό. Δεν έφυγε από φόβο όπως οι μαθητές, δεν τον απαρνήθηκε από φόβο, όπως ο Πέτρος, αλλά παρέμεινε παρούσα σε κάθε ώρα, από τη στιγμή της μεταστροφής της μέχρι τη στιγμή του ενταφιασμού του Σωτήρα.
πγπ