18 ΜΑΡΤΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ
Γεννήθηκε το 315 κατά πάσα πιθανότητα στην Ιερουσαλήμ. Το 348 διαδέχτηκε τον Μάξιμο και διετέλεσε αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων μέχρι τις 18 Μαρτίου 386. Η θητεία του χαρακτηρίστηκε από τη βαθιά θεολογική κρίση που αντιμετώπιζε η Εκκλησία τον 4ο αιώνα. Τρεις φορές δοκίμασε την πικρή γεύση της εξορίας. Ήταν βαθύς γνώστης της Αγίας Γραφής και συνέγραψε έργα πολύ σημαντικά της ιεράς παραδόσεως.
Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 345, φρόντιζε με ιδιαίτερο τρόπο την προετοιμασία κατηχουμένων που θα λάβαιναν το Μυστήριο του Βαπτίσματος κατά την Πασχαλινή Αγρυπνία. Ήταν τότε που ξεκίνησε το συγγραφικό έργο του, τις περίφημες 24 κατηχήσεις γύρω από τη χριστιανική διδασκαλία.
Το 348 χειροτονήθηκε επίσκοπος και ασχολήθηκε κυρίως με τη διένεξη που ξέσπασε μετά το Σύμβολο της Νικαίας, το οποίο απ’ ότι φαίνεται αδυνατούσε να κατοχυρώσει την ήττα του αρειανισμού. Πράγματι, όταν ολοκληρώθηκε η Οικουμενική Σύνοδος άρχισε για την Εκκλησία μια μακρά και επίπονη περίοδος διαμάχης με τη διδασκαλία του Αρείου. Ο Κύριλλος τυπικά άνηκε στους υποστηρικτές του όρου Ομοιούσιος, ήταν δηλαδή αρειανός, εντούτοις διατήρησε μια ουδέτερη και μετριοπαθή στάση, πράγμα που δεν άρεσε στον επίσης αρειανό επίσκοπο Καισαρείας Ακάκιο, ο οποίος καταφέρνοντας να κερδίσει την εύνοια του αρειανού αυτοκράτορα τον υποκίνησε να εξορίσει τον Κύριλλο. Δεκαέξι χρόνια αναγκάστηκε να απουσιάσει από την επισκοπική του έδρα και τελικά επανήλθε χάρη στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο.
Ο Κύριλλος με την αποφασιστικότητα του μπόρεσε να συμμετάσχει στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο του 381 υπογράφοντας μαζί με τους άλλους πατέρες το σύμβολο της πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινούπολης, αναγνωρίζοντας εντέλει τον όρο Ομοούσιος.
Το 1882 ανακηρύχθηκε Διδάσκαλος της Εκκλησίας από τον Πάπα Λέοντα ΙΓ.
(π.Γ.Π)