15 ΙΟΥΝΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΕΡΜΑΝΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ
Η Αγία την οποία η Εκκλησία τιμά σήμερα γνώρισε κυριολεκτικά μια από τις σκληρότερες πλευρές της ζωής, αφού η μια ατυχία διαδέχοταν την άλλη. Ο βίος της χαρακτηρίζοταν από ένα ανεξήγητα υπερβολικό πόνο ικανό να οδηγήσει τον οποιονδήποτε στην κατάθλιψη. Μια γενετική δυσπλασία της προξένησε παράλυση τους ενός χεριού της ενώ άλλοι παράγοντες της είχαν προκαλέσει παραμόρφωση του προσώπου, πληγές σε όλο της το σώμα και πρήξιμο. Λίγες ημέρες αφότου γεννήθηκε η μητέρας της πέθανε, έτσι η μικρή Γερμανή μεγάλωσε με έναν πατέρα που δεν την ήθελε καθόλου και μια μητριά που την μισούσε και της συμπεριφερόταν σαν να είχε πανούκλα.
Οι προοπτικές για τη ζωή αυτής της κοπέλας, λοιπόν, ήταν μηδαμινές. Σχολείο δεν θα μπορούσε να παρακολουθήσει, ο γάμος αποκλειόταν και το μόνο που απέμενε για εκείνη ήταν να ασχοληθεί με τα οικιακά, κάτι βέβαια που δεν της δόθηκε η δυνατότητα να κάνει.
Με το μόνο που της επετράπη να ασχοληθεί ήταν τα βοσκοτόπια. Εκεί λίγοι θα έβλεπαν την κατάστασή της και έτσι η ντροπή των συγγενών της θα ήταν κάπως περιορισμένη.
Τα κοπάδια και τα βοσκοτόπια έγιναν για εκείνη ολόκληρος ο κόσμος και ο λόγος της ύπαρξής της.
Παρά όμως από την εμφάνιση και τα σωματικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η Γερμανή ήταν έξυπνη και είχε την ικανότητα να εμπεδώνει με μεγάλη ευκολία.
Αγαπούσε υπερβολικά το Θεό και την Παναγία και συχνά πυκνά έκλεβε λίγο χρόνο από τη βοσκή για να πάει στην Εκκλησία να λειτουργηθεί και να ακούσει την κατήχηση. Το παράξενο είναι ότι κατά την επιστροφή της στο βοσκοτόπι, όχι μόνο τα πρόβατα δεν είχαν διασκορπιστεί, αλλά σταδιακά δημιουργήθηκε άλλο ένα μικρό «κοπάδι» αποτελούμενο από αναλφάβητα παιδιά που συγκεντρώνονταν γύρω της και στα οποία είχε καταφέρει να μεταδώσει αυτό που έχει ριζώσει στην καρδιά της.
Με τον τρόπο της είχε γίνει κατηχήτρια μιας κατήχησης που επειδή δεν βασιζόταν στους ορισμούς αλλά στη μαρτυρία ήταν πολύ αποτελεσματική. Η μικρή αυτή ομάδα αποτελούταν από φτωχά, ακαλλιέργητα, λερωμένα παιδιά των χωριών, της εξοχής και του βουνού που συχνά δεν είχαν ούτε φαγητό να φάνε. Η Γερμανή τότε μοιράζοταν το λιγοστό ψωμί που έπαιρνε από το σπίτι μαζί τους. Και όταν ο υποψιασμένος πατέρας της ήθελε να διαπιστώσει εάν μέσα στην ποδιά της έκρυβε το ψωμί που θα έδινε στα παιδιά, έβρισκε με έκπληξη λουλούδια ανθισμένα στην καρδιά του χειμώνα.
Η Γερμανή, η νεαρή από την Tolosa της Ισπανίας, ήταν φτωχή σε όλα, έχοντας νοιώσει μόνο εγκατάλειψη, μοναξιά και απόρριψη. Ήταν πλούσια μονάχα σε υπομονή, αντοχή, ταπεινότητα και πίστη βιωμένη στην απομόνωση και την σιωπή.
Δεν νοιάστηκε κανείς ούτε για το θάνατό της, που επήλθε στις 15 Ιουνίου 1601 και εκείνη να είναι τριάντα χρονών. Την βρήκαν νεκρή μετά από μέρες στο στάβλο, σε εκείνο το σημείο που συνήθιζε να κοιμάται καταγής αφού ούτε για κρεβάτι δεν της είχαν προβλέψει. Ελέω φωνής του λαού ενταφιάστηκε στην Εκκλησία. Σαράντα χρόνια μετά το θάνατό της το σώμα της παρέμενε ακέραιο ενώ τα θαύματα που παρουσιάζονται στον τάφο της είναι αναρίθμητα. Ο Πάπας Πίος 11ος θα προβεί στην αγιωνυμία της το 1867. Σήμερα η Αγία Γερμανή είναι προστάτιδα των βοσκών και των γουναράδων καθώς και των νέων που βρίσκονται σε κίνδυνο.