Η εορτή “dormitio Virginis” (=Κοιμήσεως της Θεοτόκου) ή Μεταστάσεως είναι μια από τις παλαιότερες Θεομητορικές πανηγύρεις. Ήταν ο Πάπας Πίος ο 12ος, την 1η Νοεμβρίου του Ιωβηλαίου έτους 1950, εκείνος ο οποίος με τη Δογματική Διάταξη Munificentissimus Deus καθιέρωσε ως δόγμα πίστεως την Κοίμηση και Μετάσταση της Θεοτόκου στον ουρανό: «Αφού λοιπόν υψώσαμε και πάλι ικεσίες προς τον Θεό και επικαλεστήκαμε το φως του Πνεύματος της Αλήθειας, προς δόξα του Παντοδύναμου Θεού, ο οποίος έδωσε στην παρθένο Μαρία την ιδιαίτερη αγαθότητά του προς τιμήν του Υιού του, του αθάνατου Βασιλιά των αιώνων και νικητή της αμαρτίας και του θανάτου, προς μεγαλύτερη δόξα της υπέρτατης Μητέρας του και προς χαρά και αγαλλίαση ολόκληρης της Εκκλησίας, με την εξουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και της δικής Μας, ανακηρύσσουμε, δηλώνουμε και ορίζουμε ως δόγμα που αποκαλύφθηκε από τον Θεό, ότι: η αμόλυντη Μητέρα του Θεού, η Αειπάρθενος Μαρία, αφού ολοκλήρωσε την πορεία της επίγειας ζωής της, μεταστάθηκε στην ουράνια δόξα με σώμα και ψυχή. Επομένως, αν κάποιος, Θεός φυλάξοι, τολμούσε να αρνηθεί οικειοθελώς ή να αμφισβητήσει αυτό που έχουμε ορίσει, ας γνωρίζει ότι έχει αποτύχει στη θεία και καθολική πίστη».
«Η Άσπιλη Παρθένος, προφυλαγμένη από κάθε σκιά προπατορικής αμαρτίας, όταν τελείωσε η πορεία της επίγειας ζωής της, αναλήφθηκε στην ουράνια δόξα με την ψυχή και το σώμα και από τον Κύριο εξυψώθηκε ως βασίλισσα του σύμπαντος για να είναι έτσι περισσότερο σύμμορφη του Υιού Της, Κυρίου των κυρίων και νικητή της αμαρτίας και του θανάτου». (Δεύτερη Σύνοδος του Βατικανού, Lumen gentium, 59).
Η Αειπάρθενος Θεοτόκος Μαρία, αναφέρει το Ρωμαϊκό Λειτουργικό, η οποία μεταστάθηκε στους ουρανούς, αποτελεί αρχή και τύπο της Εκκλησίας που πρόκειται να ολοκληρωθεί στο μέλλον, και βέβαιο τεκμήριο παρηγοριάς και ελπίδας για τον πορευόμενο χριστιανικό λαό. Αυτό γιατί η Μετάσταση της Θεοτόκου είναι μια προκαταβολή, μια προεικόνιση και μια προσδοκία της αναστάσεως της σάρκας, η οποία ανάσταση για όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους θα πραγματοποιηθεί στο τέλος των αιώνων.
Η κύρια διαφορά μεταξύ των όρων Κοίμηση και Μετάσταση είναι ότι ο δεύτερος δεν συνεπάγεται απαραίτητα θάνατο, αλλά ούτε και τον αποκλείει.
Για την καθιέρωση αυτής της εορτής υπάρχουν γραπτές πηγές. Το αρχαιότερο κείμενο από το οποίο επιβεβαιώνεται η παράδοση της μετάστασης της Παναγίας φέρει την υπογραφή του αγίου Γρηγορίου από την Τούρ ( 538- 594): «Τέλος, όταν η Υπεραγία Θεοτόκος, έχοντας ολοκληρώσει την πορεία της επίγειας ζωής της, επρόκειτο να κληθεί από αυτόν τον κόσμο, όλοι οι απόστολοι, προερχόμενοι από τις διαφορετικές περιοχές τους, συγκεντρώθηκαν στο σπίτι της. Όταν ένιωσαν ότι επρόκειτο να φύγει από τον κόσμο, αγρυπνούσαν μαζί της. Αλλά ιδού, ο Κύριος Ιησούς ήρθε με τους αγγέλους του και, παίρνοντας την ψυχή της, την παρέδωσε στον αρχάγγελο Μιχαήλ και έφυγε. Τα ξημερώματα οι απόστολοι σήκωσαν το σώμα της σε ένα κρεβάτι, το έβαλαν σε έναν τάφο και εκεί το φύλαξαν αναμένοντας τον ερχομό του Κυρίου. Και εδώ για δεύτερη φορά ο Κύριος παρουσιάστηκε σε αυτούς και διέταξε να μεταφερθεί το ιερό σώμα και να μεταφερθεί στον Παράδεισο».
Τέλος ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «Έπρεπε εκείνη η οποία φύλαξε την παρθενία μες στη γέννα απείραχτη, να φυλαχτεί το σώμα της αδιάφθορο και μετά από το θάνατο. Έπρεπε εκείνη η οποία το Λόγο και Θεό φιλοξένησε μες στην κοιλιά της, να κατοικήσει μες στου Υιού της τις θείες σκηνές. Έπρεπε η νύφη που ο Πατέρας διάλεξε, να εισέλθει στους νυφικούς ουράνιους θαλάμους. Έπρεπε εκείνη η οποία ατένισε στο σταυρό τον Υιό της, και δέχτηκε μες στην καρδιά τη μαχαιριά του πόνου, που απόφυγε στη γέννα της, να τον ατενίζει να κάθεται στα δεξιά του Πατέρα του. Έπρεπε και η Μητέρα του Θεού να κατέχει όλα τα πράγματα του Υιού της, κι απ’ όλη την κτίση να προσκυνηθεί ως Μητέρα και Δούλη του Θεού».
πγπ