13 ΙΟΥΛΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΡΡΙΚΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ
Σήμερα φαντάζει απίθανο ένας πολιτικός και άνθρωπος με εξουσία να μπορεί να γίνει άγιος. Και όμως στην ιστορία της Καθολικής Εκκλησίας πολυάριθμοι μονάρχες ανήλθαν στην δόξα των Ιερών Βημάτων. Ένας από αυτούς είναι και ο Ερρίκος Β’ (973-1024), που ηγήθηκε της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε μια πολύ δύσκολη εποχή, τον 9ο αιώνα.
Ο Ερρίκος παντρεύτηκε μια επίσης αγία γυναίκα, την Κουνεγόντα. Μαζί αποφάσισαν να ζήσουν τον έγγαμο βίο μέσα στην αγνότητα και την παρθενία και έτσι δεν έφεραν στον κόσμο απογόνους.
Στον τομέα της πολιτικής, ήταν σταθερός υπερασπιστής των συμφερόντων της αυτοκρατορίας αλλά και της Εκκλησίας. Για να εδραιώσει τη δύναμή του, έπρεπε να διεξάγει πολυάριθμες στρατιωτικές μάχες, τις οποίες κατόρθωσε να κερδίσει με τη βοήθεια του Υψίστου. Σε μια περίπτωση μάλιστα, όταν οι δύο αντίπαλοι στρατοί είχαν παραταχθεί πρόσωπο με πρόσωπο, οι εχθροί έφυγαν προφανώς χωρίς λόγο. Στην πραγματικότητα όμως εκείνο που τους τρομοκράτησε ήταν το όραμα ενός αγγέλου και ενός πλήθους μαρτύρων.
Ο άγιος αυτοκράτορας ήταν επίσης εξαιρετικός διπλωμάτης. Για να ελέγξει τους σλαβικούς λαούς, χρειαζόταν τη βοήθεια του παγανιστή βασιλιά Στεφάνου της Ουγγαρίας. Ο Ερρίκος πρότεινε, λοιπόν, στο Στέφανο μια συμμαχία προσφέροντάς του την αδελφή του για σύζυγο. Ο Στέφανος όχι μόνο ασπάστηκε το χριστιανισμό αλλά έγινε και άγιος, γνωστός ως Άγιος Στέφανος της Ουγγαρίας και μαζί με εκείνον όλος ο λαός των Μαγυάρων ασπάστηκε τη χριστιανική πίστη. Το 1014 στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου του Βατικανού στέφεται Αυτοκράτορας από τον Πάπα Βενέδικτο τον 7ο.
Πρόσφερε την αποτελεσματική υποστήριξη στην διακυβέρνηση της Εκκλησίας για τη μεγαλύτερη Δόξα του Θεού. Σε διάφορες Συνόδους, όπως εκείνη της Παβίας, αντιτάχθηκε στον γάμο των ιερέων. Ευλαβής και με πειθαρχημένα ήθη ήταν πάντοτε ανοικτός σε εκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν στο καλό των πιστών καθώς επίσης χρηματοδοτούσε όλες τις πρωτοβουλίες που απέβλεπαν στη διασφάλιση της τάξης και της δικαιοσύνης στα εδάφη της αυτοκρατορίας. Χάρη του Ερρίκου και της συζύγου του ιδρύθηκαν πολλά μοναστήρια σε όλη την αυτοκρατορία. Επίσης ήταν εκείνος που ζήτησε από τον Πάπα να εισαχθεί η απαγγελία του «Πιστεύω» στη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και των Πανηγύρεων.
Όταν κάποια στιγμή, ενώ βρισκόταν στην Ιταλία, αρρώστησε βαριά μεταφέρθηκε στο Μόντεκασσίνο. Προσευχήθηκε στον τάφο του Αγίου Βενεδίκτου και θεραπεύτηκε θαυματουργικά.
Πέθανε στις 13 Ιουλίου του 1024 και ενταφιάστηκε στον Καθεδρικό Ναό της Βαμβέργης, ναό τον οποίο ο ίδιος και η σύζυγός του είχαν κτίσει το 1007. Αγιοκατατάχθηκε από τον Πάπα Ευγένιο Γ΄ το 1146.
(π.Γ.Π.)