Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΕΝΩΝΕΙ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ
Η Καθολική Εκκλησία, του Ρωμαϊκού Λειτουργικού Ρυθμού, τελεί την Πανήγυρη της Αγίας Τριάδος την Κυριακή μετά την Πεντηκοστής (φέτος, στις 27 Ιουνίου). Με αυτή την εορτή επιθυμεί να συμπεριλάβει όλα τα γεγονότα της Σωτηρίας μας, τα οποία τελούμε κατά τη διάρκεια του Λειτουργικού Έτους, με το βασικότερο από όλα και από το οποίο όλα τα άλλα προέρχονται: την Αγία Τριάδα. Ο Θεός των χριστιανών, αυτός τον οποίο μας αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός είναι η Αγία Τριάδα, ο Θεός ίσον Αγία Τριάδα. Και όμως, δεν είναι πολλοί εκείνοι οι χριστιανοί που έχουν ως προτεραιότητα της ευλάβειάς τους την Αγία Τριάδα. Τη θεωρούν απλώς ένα ακατανόητο απόμακρο μυστήριο με το οποίο δεν έχουν και τόση οικειότητα. Και όμως η Αγία Τριάδα είναι το κατεξοχήν ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, διότι ὁ «Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ιωάννης 4, 7). Ο χριστιανός είναι καλεσμένος να εισέλθει σε βαθιά, ζωτική κοινωνία με την Αγία Τριάδα: Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα. Ακριβώς σε αυτή τη μέθεξη συνίσταται η σωτηρία μας και ο Παράδεισός μας.
Αυτή η διδασκαλία αποτελεί τη ουσία του χριστιανισμού και δεν μπορεί παρά να είναι κοινή στον ανατολικό και δυτικό χριστιανισμό. Αναλύσαμε αυτό το θέμα σε ένα προηγούμενο κείμενο μας.
Στην παρούσα παρέμβασή, εμπνεόμενη από τη γιορτή της Αγίας Τριάδας, θα αναφερθούμε σε μερικούς Πατέρες του Ανατολικού Χριστιανισμού, και ως παράδειγμα της Δυτικής Παράδοσης θα παρουσιάσουμε την τριαδολογική πνευματικότητα ενός χαρακτηριστικού Αγίου της Καθολικής Εκκλησίας, τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης (1181/1182-1226).
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Αν στον χώρο της πνευματικότητας ή της θεολογίας στεκόμασταν αποκλειστικά στο έργο του Χριστού, θα κινδυνεύαμε να πέσουμε σ’ εκείνον το «χριστομονισμό» (μόνο ο Χριστός), τον οποίο, εντελώς άδικα κατά τη γνώμη μου, μερικοί ορθόδοξοι θεολόγοι προσάπτουν στη λατινική θεολογική παράδοση.
Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία της Αγίας Τριάδος – βεβαιώνει ο S. Bulgakov (1871 – 1944), ένας από τους μεγαλύτερους ορθόδοξους θεολόγους, – σε τέτοιο σημείο, που μια μονόπλευρη επικέντρωση της ευσέβειας μόνο στον Χριστό, θα αποτελούσε μια απόκλιση με την έννοια του «ιησουισμού» (Από τη λέξη Ιησούς) (S. Bulgakov, L’Orthodoxie, Paris 1932, 143). Η πνευματικότητα, όπως και ολόκληρη η θεολογία, πρέπει να θεωρούνται στο σύνολο της χριστιανικής αποκάλυψης, με αφετηρία την ίδια την πραγματικότητα του Θεού αφού, όπως βεβαιώνει ο ίδιος ορθόδοξος θεολόγος, «δεν υφίσταται χριστιανική ζωή εκτός των ορίων της γνώσης της Αγίας Τριάδος» (Αυτόθι, 144). Το τριαδικό μυστήριο βρίσκεται στο κέντρο ολόκληρης της χριστιανικής πνευματικότητας και θεολογίας. Η θεολογία και χριστιανική ζωή πρέπει να είναι τριαδοκεντρική, δηλαδή να τρέφονται πνευματικά, να εμπνέονται και να οδηγούνε του Θεού που είναι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν μιλάνε για τον Θεό, αναφέρονται πάντα στο Τριαδικό μυστήριο του Θεού. Η Τριάδα δεν είναι μια ιδιότητα που προστίθεται στον Θεό, αλλά είναι ο ίδιος ο Θεός, ο Θεός οντολογικά είναι Αγία Τριάδα. Η περίφημη έκφραση του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού παραμένει κομβική για την πατερική θεολογία: (Λόγοι 45, 4: PG 36, 628C).
Απ’ αυτόν τον ουσιαστικά Τριαδικό Θεό εκπορεύεται η σωτηρία, αφού σύμφωνα με την κλασική πατερική τριαδολογική διατύπωση «κάθε καλό προέρχεται από τον Πατέρα, δια μέσου του Υιού, ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι» (ΑθανασίοΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, Πρώτη Ἐπιστολ πρός Σεραπίωνα 24: PG 26,588A). Από την άλλη πλευρά, η δική μας προσέγγιση του Θεού, η δική μας ανάληψη και ανύψωση, προχωρεί αντίθετα: ζούμε ἐν Πνεύματι και μέσω του Υιού φθάνουμε στον Πατέρα. Ο Χριστιανισμός στην ουσία του περιγράφεται από τους Πατέρες ως μια προοδευτική «θέωση», δηλαδή ως μια προοδευτική συμμετοχή του ανθρώπου στην τριαδική ζωή. Η δική μας ένωση με τον Θεό ακολουθεί την αντίθετη διαδικασία. Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα μας μάς καθιστά «πνευματοφόρους»· αυτή είναι η προϋπόθεση για την ένωσή μας με τον Χριστό, για τη «χριστοποίησή» μας. Αφού γίνουμε «παιδιά του Υιού», γινόμαστε «θεοποιημένοι» ή «θεωμένοι». Το σχέδιο του Θεού να επικοινωνήσει με τον άνθρωπο μέσω του Υιού Του, δυνάμει του Πνεύματος, ονομάζεται, ακριβώς, από τους Έλληνες Πατέρες «θέωσις», όρος που αντιστοιχεί στη λατινική έκφραση «αγιοποιός χάρις», ή «Αγιάζουσα Χάρη».
Για να δηλωθεί η έννοια της μετοχής μας στη θεία φύση υπήρχε μια κλασική λέξη: «θεοποίησις». Αυτή η λέξη τόνιζε την παθητική σημασία της αποδοχής της θείας φύσης, ως δώρου. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός καθιστά κοινό έναν άλλον όρο, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν σπάνιος: «θέωσις». Αυτός ο όρος υπογραμμίζει ακόμη περισσότερο την οντολογική έννοια της συμμετοχής του ανθρώπου στην τριαδική ζωή του Θεού. Μέσω του Αρεοπαγιτικού corpus και του Αγίου Μάξιμου του Ομολογητή, ο όρος θα ενταχθεί στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή θεολογία, αποτελώντας την πεμπτουσία της. Ολόκληρη η χριστιανική ζωή είναι επικεντρωμένη σ’ αυτήν: η χριστιανική ζωή είναι τέτοια, επειδή ο Λόγος συνεχίζει να ενσαρκώνεται σ’ αυτήν. Αυτός ο τρόπος ζωής αρχίζει με το βάπτισμα, τρέφεται με τη Θεία Ευχαριστία, ενισχύεται από το Άγιο Πνεύμα, που κατοικεί στον χριστιανό, και εντατικοποιείται με την άσκηση της χριστιανικής ζωής και με την αναζήτηση του Θεού μέσω της προσευχής. Πρόκειται για το ανείπωτο δώρο του Θεού, που πρέπει να γίνεται αποδεκτό με ταπεινή πραότητα.
Το δόγμα της θέωσης του ανθρώπου έχει τις ρίζες του στη Γραφή. Μια θεμελιώδη επιβεβαίωση εντοπίζουμε στη Β΄ Επιστολή του Πέτρου (1,3-4):
«Η θεία του δύναμη είναι εκείνη που μας δώρισε όλα τα απαραίτητα για τη ζωή και την ευσέβεια, μέσα απ’ τη βαθιά γνώση εκείνου που μας κάλεσε με τη δόξα του και την ισχύ του. Μέσα απ’ αυτές έχουμε λάβει το δώρο των πολύτιμων και εξαιρετικών υποσχέσεων, ώστε μέσ’ απ’ αυτές να γίνετε κοινωνοί της θείας φύσης, αποφεύγοντας τη διαφθορά που υπάρχει στον κόσμο εξαιτίας των παθών».
Βιβλικά η συμμετοχή στη θεία φύση δηλώνεται και από την επαναλαμβανόμενη διδασκαλία ότι ο βαπτισμένος γίνεται «υιός Θεού», ή με την βεβαιότητα ότι συμμετέχουμε στη θεία αθανασία (Βλ. 1Κορ 15, 53-54. Α’ Ιω 3, 1-2).
Αυτή η θεολογία βασίζεται ακριβώς στη ζωντανή εμπειρία του Θεού ως Αγίας Τριάδος.
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ
Ο Τριαδικός Θεός παίζει έναν ρόλο πρωταρχικό και στη θρησκευτική εμπειρία του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης (1181/1182 – 1226). Λέγεται συχνά ότι η φραγκισκανική πνευματικότητα είναι «χριστοκεντρική» (εμπνέεται κυρίως από τον Ιησού Χριστο) , αλλά είναι ακριβέστερο να πούμε πως κι αυτή όπως και η πατερική παράδοση, είναι «τριαδοκεντρική», δηλαδή βασίζεται στο μυστήριο της Υπεραγίας Τριάδος. Όχι χωρίς λόγο, ο Άγιος Bonaventura αποδίδει στον Άγιο Φραγκίσκο τον τίτλο του «cultortrinitatis», Λάτρης της Τριάδος.
Ο Άγιος Φραγκίσκος, στο κεφ. ΙΣΤ΄ του Μη εγκεκριμένου Κανόνα προσφέρει ένα σύντομο δείγμα κηρύγματος σε αυτούς «που πηγαίνουν στους Σαρακηνούς» για να αναγγείλουν το Ευαγγέλιο. Αυτό το κείμενο μας αποκαλύπτει πως ο Φραγκίσκος ζούσε το χριστιανικό μυστήριο του Θεού, και πως επιθυμούσε αυτό να γίνει γνωστό στους μη χριστιανούς. Γι’ αυτόν η ουσία της χριστιανικής αποκάλυψης που έπρεπε να κηρυχθεί από τους ιεραποστόλους ήταν ο Τριαδικός Θεός, Δημιουργός και Σωτήρας των ανθρώπων:
«Ο άλλος τρόπος είναι να αναγγέλλουν τον λόγο του Θεού, όταν βλέπουν ότι αυτό αρέσει στον Κύριο, ώστε εκείνοι να πιστέψουν στον παντοδύναμο Θεό Πατέρα και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, τον δημιουργό των πάντων, στον λυτρωτή και Σωτήρα Υιό, και να βαπτιστούν και να γίνουν χριστιανοί, επειδή ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
Εξάλλου, αν αυτός είχε σφοδρή επιθυμία να πεθάνει ως μάρτυρας, ήταν για να μαρτυρήσει την πίστη στην Αγία Τριάδα. Γράφει ένας από τους πρώτους βιογράφος του: «Η θέρμη της αγάπης για τον Θεό τον ωθούσε στο μαρτύριο· έτσι λοιπόν, για τρίτη φορά προσπάθησε να αναχωρήσει για τις άπιστες χώρες, για να διαδώσει, χύνοντας το αίμα του, την πίστη στην Αγία Τριάδα».
Επίσης, σύμφωνα με τους βιογράφους του, ο Άγιος κάνει θαύματα στο όνομα της Παναγίας Τριάδος. «Σε μια τυφλή κοπέλα από τη Bevagna αποκατέστησε την ποθητή όραση, καλύπτοντας τα μάτια της με σάλιο τρεις φορές, στο όνομα της Παναγίας Τριάδος».
Η Αγία Τριάδα εμπνέει επίσης και τον τρόπο με τον οποίο ο Φραγκίσκος βλέπει την παρέμβαση του Θεού στην ιστορία. Πράγματι, για τον Άγιο Φραγκίσκο, όπως για τους Πατέρες της Εκκλησίας, όλα, στη δημιουργία και τη σωτηρία, κινούνται και κατευθύνονται σύμφωνα με την τριαδική αρχή της σωτηρίας: «Όλα προέρχονται από τον Πατέρα, διαμέσου του Υιού, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Παραθέτουμε εδώ ένα μόνο κείμενο του Φραγκίσκου, παραπέμποντας σε ειδικές μελέτες για περαιτέρω εμβάθυνση. Στο γνωστό κεφάλαιο ΧΧΙΙΙ του Μη εγκεκριμένου Κανόνα εντοπίζεται το κλασικό κείμενο που αφορά το θέμα μας:
«Παντοδύναμε, αγιότατε, ύψιστε και υπέρτατε Θεέ, Πάτερ άγιε και δίκαιε, Κύριε, βασιλεύ του ουρανού και της γης σε ευχαριστούμε εσένα τον ίδιο, επειδή δια του αγίου θελήματός σου, και διά του μονογενούς Υιού σου με το Άγιο Πνεύμα δημιούργησες όλα τα όντα, πνευματικά και σωματικά, και εμάς, πλασμένους κατ’ εικόνα δική σου και ομοίωσιν, μας έθεσες ἐν τῷ παραδείσῳ. Και εμείς, από δικό μας λάθος πέσαμε. Και σε ευχαριστούμε, διότι, όπως δια του Υιού σου μας δημιούργησες, έτσι χάρη στην αγία σου αγάπη «ή ηγάπησας ημάς», έκανες να γεννηθεί εκείνος, αληθινός Θεός και αληθινός άνθρωπος, από την ένδοξη Αειπάρθενο μακαριότατη αγία Μαρία και θέλησες με τα λύτρα του σταυρού και του αίματος και του θανάτου του να απελευθερωθούμε από τη σκλαβιά».
Ο Θεός, λοιπόν, δημιουργεί τα πάντα μέσω του Υιού ἐνἉγίῳ Πνεύματι. Όσον αφορά τον άνθρωπο, αυτός δημιουργήθηκε «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ». Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται από τους Έλληνες Πατέρες ως συνώνυμο της «θέωσης» του ανθρώπου, και αυτό ήδη από τη στιγμή της δημιουργίας. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι ο Φραγκίσκος ξεπερνά τον δυϊσμό μεταξύ φύσης και χάρης, μεταξύ «του Θεού δημιουργού» και «τοῦ αἴροντος Θεοῦ». Για αυτόν η «καθ’ ὁμοίωσιν» δημιουργία του ανθρώπου σημαίνει ήδη και τη «θέωσή» του.
Όπως η δημιουργία αποτελεί έργο ολόκληρης της Αγίας Τριάδος με την τάξη: «Από τον Πατέρα, μέσω του Υιού ἐνἉγίῳ Πνεύματι», το ίδιο συμβαίνει και με τη δεύτερη δημιουργία, την αναγέννηση του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος, δημιουργημένος «κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ», «εκπίπτει» εξαιτίας του σφάλματός του από αυτήν την εικόνα. Για τον Άγιο της Ασίζης «απελευθέρωση και λύτρωση» δεν μπορεί να σημαίνουν άλλο από μια αποκατάσταση, δηλαδή μια επαναφορά στην αρχική μας κατάσταση της θέωσης. Είμαστε σε πλήρη ευθυγράμμιση με την πατερική σωτηριολογία. Αυτή την αποκατάσταση, ο Θεός Πατέρας την ενεργεί διαμέσου της Ενσάρκωσης. Αλλά η Ενσάρκωση και η αποκατάσταση του ανθρώπου γίνονται «ἐν τῇ ἁγίᾳ Ἀγάπῃ» του Θεού, δηλαδή ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, το οποίο είναι η προσωποποιημένη αγάπη του Θεού.
Το τριαδικό αυτό σχήμα, ο Άγιος Φραγκίσκος το εφαρμόζει σε όλες τις σχέσεις του πιστού με τον Θεό. Στην Πρώτη Νουθεσία διδάσκει ότι εμείς ἐν Πνεύματι, δια μέσου του Υιού, βλέπουμε τον Πατέρα, όπως επίσης «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» δεχόμαστε την Ευχαριστία, το δώρο του Πατέρα. Στη Δεύτερη Επιστολή προς τους πιστούς γράφει ότι ἐν Πνεύματι τα λόγια του Χριστού (η Γραφή), που είναι και λόγια του Πατέρα, μας χαρίζουν τη ζωή.
Είναι γνωστό ότι η πατερική θεολογία διδάσκει ότι η αγιοποιός χάρη συνίσταται στη συμμετοχή του χριστιανού στη ζωή του Θεού Πατέρα. Αυτή η θέωση ακολουθεί την τριαδική ανάβαση: διαμέσου του Υιού ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ο χριστιανός «πνευματοποιείται», το Πνεύμα ενσωματώνει τον βαπτισμένο στον Χριστό «χριστοποιώντας» τον, καθιστώντας τον «Υἱὸ ἐν τῷ Υἱῷ», κι έτσι ο Χριστός βυθίζει τον πιστό στη ζωή του Πατέρα ολοκληρώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τη θέωσή του.
Την ίδια θεολογία της θέωσης τη συναντάμε και στα Γραπτά του Αγίου Φραγκίσκου.
Στο κεφάλαιο Ι΄ της Δεύτερης Επιστολής στους πιστούς, ο Φραγκίσκος αντιλαμβάνεται τη χάρη της αναγέννησής μας ως συμμετοχή στην τριαδική ζωή με όρους της αρχαίας πατερικής θεολογίας. Βέβαια, ο «Φτωχούλης του Θεού» δεν γνώριζε τους Πατέρες της Εκκλησίας παρά μόνο αυτούς που διάβαζε στο λειτουργικό του προσευχητάρι, στο λεγόμενο breviarium, ή Ακολουθία των Ωρών». Και σ’ αυτό το σημείο, ωστόσο, εμπνέεται από τη βαθιά γνώση της Γραφής, την οποία διάβαζε και μελετούσε διαρκώς. Εκεί ανακαλύπτει τη βαθιά συμμετοχή του χριστιανού στη ζωή του Τριαδικού Θεού.
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος