6η Κυριακή του Πάσχα Β’ – 5/6/21
Όταν ονομάστηκα Αρχιεπίσκοπος, έπρεπε να φτιάξω ένα οικόσημο κατά την παράδοση και να βρω ένα ρητό που να με χαρακτηρίζει, να δηλώνει την πνευματικότητά μου και να καθορίζει την ποιμαντορική πορεία που προτίθεμαι να ακολουθήσω. Η πρώτη φράση που σκέφτηκα ήταν αυτή που ακούσαμε σήμερα στο δεύτερο ανάγνωσμα: Ο Θεός είναι αγάπη.
Νομίζω ότι αυτή η φράση τα λέει όλα. Είναι η πιο δυνατή φράση που έχω ακούσει ποτέ. Περιγράφει ακριβώς ποιος είναι ο Θεός. Εξηγεί το λόγο της ύπαρξής μας. Καθορίζει τον σκοπό της ζωής μας. Δικαιολογεί την πίστη μας στο Ιησού Χριστό.
Δεν χρησιμοποίησα τελικά αυτή τη φράση γιατί χρησιμοποιείται ήδη πολύ σε επισκοπικά ρητά. Όμως χρησιμοποίησα μία παρόμοια με την επόμενη φράση: Η αγάπη του Θεού σε μας, φανερώθηκε με το να στείλει τον Υιό του στον κόσμο για να ζήσει ο κόσμος μέσω αυτού. Ο Θεός φανέρωσε τον εαυτό του σε μας, στο πρόσωπο του Υιού του και αυτό είναι η αγάπη. Και ο μόνος λόγος της αγάπης είναι η ζωή. Ο Ιησούς έγινε άνθρωπος για να ζήσουμε εμείς. Αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αγάπη, τότε δεν μπορεί να ζήσει ούτε χωρίς το Χριστό. Για μένα, λοιπόν, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος για τον εαυτό του, η ζωή είναι ο Χριστός.
Είπα στην αρχή ότι η αγάπη καθορίζει τον σκοπό της ζωής κάθε ανθρώπου και δίνει νόημα στην ζωή μας. Έχουν ειπωθεί τόσα πολλά για την αγάπη. Φαίνεται πλεονασμός να μιλάμε για την αγάπη ακόμη μια φορά. Όμως, μήπως δεν το έχουμε ανάγκη; Έχουμε μήπως καταφέρει να αγαπάμε; Ούτε καν ξέρουμε να αγαπάμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας. Πως θα αγαπήσουμε τον άλλο περισσότερο από τον εαυτό μας όπως μας δίνει εντολή ο Ιησούς;
Να σκεφτούμε ότι αυτή την εντολή ο Ιησούς μας την έδωσε επειδή μας θεωρεί φίλους του, επειδή θέλει να φέρουμε μόνιμους καρπούς στη ζωή μας. Επειδή θέλει η χαρά μέσα μας να είναι πλήρης. Η εντολή αυτή είναι μέσα στην φιλία και για να δίνει χαρά.
Η αγάπη για την οποία μιλάμε υπερβαίνει την δύναμη της ανθρώπινης καρδιάς. Είναι η αγάπη με την οποία ο Θεός Πατέρας αγάπησε τον Υιό του. Είναι η αγάπη με την οποία ο Υιός αγάπησε τους μαθητές του και κάθε άνθρωπο σε όλη την ανθρώπινη ιστορία και έδωσε τη ζωή του για μας ώστε εμείς να ζήσουμε. Αυτή την αγάπη δεν μπορεί να την νοιώσει ούτε να την βιώσει ο άνθρωπος. Εκτός αν… Εκτός αν έχει γεννηθεί από τον Θεό και γνωρίζει το Θεό. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης χρησιμοποιεί την ίδια λέξη που αναφέρεται στον Μονογενή Υιό του Θεού. «Γεννηθέντα». Αυτή την αγάπη τη νοιώθουν και τη βιώνουν όσοι αναγεννηθούν από το Θεό, από το Πνεύμα, όπως είπε ο Ιησούς στον Νικόδημο. Αυτή η αγάπη είναι μία πνευματική πραγματικότητα που την βιώνει όποιος έχει αναγεννηθεί από τον Θεό και όποιος μένει ενωμένος με τον Θεό. Όποιος ζει με τον Θεό και ο Θεός είναι μέσα του.
Γι’ αυτό ο Ιησούς διευκρινίζει στους μαθητές του ότι, το να είναι υπάκουοι στο Θεό δεν είναι μία πράξη δούλων αλλά φίλων. Προέρχεται από την αγάπη που δέχονται από τον Πατέρα και την αγάπη που έχουν μέσα τους για τον Θεό.
Ο Ιησούς υπάκουσε στον Πατέρα του επειδή γνώριζε στο είναι του ότι ο Πατέρας τον αγαπά και ότι ο ίδιος αγαπά τον Πατέρα. Αυτό ήταν το κίνητρό του να αγαπήσει και εμάς τους ανθρώπους.
Και αυτό είναι το κίνητρο για εμάς να αγαπάμε ο ένας τον άλλο. Η αγάπη που μας καλεί ο Ιησούς να ζήσουμε είναι η θεϊκή αγάπη που πηγάζει μέσα μας από την πίστη στον Ιησού Χριστό. Αν δεν έχουμε την αγάπη του Θεού μέσα μας δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τους άλλους. Θα τους αγαπάμε ανθρώπινα, αλλά όχι χριστιανικά.
Η αγάπη αυτή όμως μας έχει δοθεί γιατί ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε. Δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε την αγάπη του Θεού. Και εφόσον μας έχει δοθεί κι εμείς μπορούμε να την προσφέρουμε στους άλλους. Δεν είναι κάτι που ξεπερνά τις δυνάμεις μας γιατί ο Χριστός μας ενδυναμώνει. Όμως δεν μπορούμε να αγαπάμε έτσι από μόνοι μας. Μπορούμε μόνο ενωμένοι με τον Ιησού, όταν παραμένουμε μέσα στην αγάπη του.
+ Ιωσήφ