ΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΡΧΙΑΣ
Ρώμης, Κωνσταντινούπολης, Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας και Ιερουσαλήμ.
Ο Χριστιανικός κόσμος και όταν λέω χριστιανικός κόσμος εννοώ αυτόν που συνεχίζει να ακολουθεί τον Ιησού Χριστό και μέσα από τις όποιες δυσκολίες και διαφορές και διαφοροποιήσεις, επιθυμεί να δει την Εκκλησία του Χριστού ενωμένη, όπως ο ίδιος την θέλησε και στον ουράνιο Πατέρα του δεήθηκε για να γίνει.
Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε με πολλή χαρά ότι, συνεχώς αυξάνουν οι Χριστιανοί, οι οποίοι χαίρονται για τις αδελφικές προσπάθειες που γίνονται από τους επί κεφαλής των πέντε πριν το μεγάλο σχίσμα Πατριαρχείων και επιθυμούν να δουν ακόμη περισσότερα και συγκεκριμένα βήματα που θα οδηγήσουν στην τέλεια κοινωνία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.
Παρατηρούμε με ιδιαίτερη προσοχή τους δύο διαλόγους αγάπης και θεολογίας που ευτυχώς συνεχίζονται μεταξύ των χριστιανικών Εκκλησιών ανατολής και δύσης, παρά τις όποιες δυσκολίες.
Παρατηρούμε όμως επίσης και ανησυχούμε όταν διαπιστώνουμε πως κάποιες φορές αντί να υπάρχει πρόοδος παρατηρούνται επιστροφές στο χθες. Ο νους και η καρδιά των εμπλεκομένων στους δυο διαλόγους δεν είναι στραμμένα προς το σήμερα και το αύριο αλλά στο χθες. Αναπολούν μόνο το δύσκολο χθες και δεν τολμούν να ξεπεράσουν τις όποιες διαφορές και μαζί να βαδίσουν προς τον Μοναδικό Ποιμένα Χριστό, ο οποίος είναι ο ακρογωνιαίος λίθος και η Κεφαλή της Εκκλησίας.
Η ενότητα της Εκκλησίας είναι επιθυμία του Χριστού. Η διατήρηση και η συντήρηση της σημερινής διαίρεσης μεταξύ των χριστιανών είναι άρνηση της επιθυμίας και προσευχής του Κυρίου. Είναι λοιπόν ανάγκη, μετά από χίλια περίπου αμοιβαίας μοναξιάς και εγωιστικής εσωστρέφειας και πνευματικής αυτάρκειας, να γίνει επί τέλους η αναμενόμενη υπέρβαση και να προχωρήσουμε όλοι μαζί και αδελφωμένοι προς τον Χριστό, ο οποίος είναι το Κέντρο της ενότητας και ο Ποιμένας των ψυχών μας.
Είναι ανάγκη όλοι να πειστούμε ότι δεν μπορούμε, όταν μεταξύ μας δεν αγαπιόμαστε, να κηρύττουμε το ευαγγέλιο της αγάπης. Οφείλουμε να ενωθούμε, όχι για να δείξουμε τη δύναμή μας αλλά για να αποδείξουμε το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μας που είναι η αγάπη. «Από αυτό θα γνωρίσουν ότι είστε μαθητές μου αν αγαπάτε ο ένας τον άλλο όπως».(Ιωάν.13,35)
Όσον περισσότερο ο Χριστιανός αισθάνεται αληθινός, τόσο περισσότερο οφείλει να αγαπά όλους τους άλλους.
Η πληρότητα της Εκκλησίας δεν αποδεικνύεται μόνο με τον θησαυρό της θεολογίας, της εκκλησιολογίας, της πνευματικότητας και της παράδοσης αλλά με την έμπρακτη αγάπη που εκδηλώνει για κάθε άνθρωπο. Ο άνθρωπος προτιμά να βλέπει από την Εκκλησία και όχι να ακούει. Δεν θέλει κηρύγματα αλλά παραδείγματα.
Γιατί άραγε οι άρχοντες των εθνών, που αρκετοί δεν διακρίνονται δυστυχώς για την πίστη τους, άλλοι θεωρούνται ολιγόπιστοι ακόμη και άλλοι δηλώνουν άπιστοι, προσπαθούν να ξεπεράσουν τις όποιες διαφορές μεταξύ των κρατών τους και να συμφιλιώνονται μεταξύ τους, ενώ εμείς κάποιες φορές που διαπιστώνουμε το ίδιο από τους σημερινούς Προκαθημένους των Εκκλησιών, όχι δεν χαιρόμαστε αλλά και σχολιάζουμε αρνητικά τέτοιες αδελφικές κινήσεις;
Πόσο πράγματι θα χαιρόντουσαν και οι σημερινοί μαθητές του Κυρίου και θα πλημμύριζαν από χαρά και αισιοδοξία, αν έβλεπαν στο ίδιο στρογγυλό τραπέζι τον Πάπα Ρώμης, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, τον Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, να αναζητούν κοινούς τρόπους αναγγελίας και βιώματος του Ευαγγελίας!
Μια τέτοια πρωτοβουλία, από όπου και αν προέλθει, χρειάζεται να προετοιμαστεί. Αν ακόμη δεν διαθέτουμε τη δύναμη να την προωθήσουμε, τουλάχιστο ας αρχίσουμε να την στηρίξουμε και να την προετοιμάζουμε με τη δύναμη της προσευχής.
+Ν