Δεν είναι ευρύτερα γνωστό ότι στο αξίωμα του Καρδιναλίου παλαιότερα μπορούσε να αναδειχθεί και λαϊκό μέλος της Εκκλησίας. Στα μέσα του 19ου αιώνα ο Πάπας Πίος Θ΄ ανέδειξε τον τελευταίο ιστορικά λαϊκό ως καρδινάλιο της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, τον ιταλό νομικό Teodolfo Mertel, τον οποίο θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια.
Τον 20ο αιώνα αποφασίσθηκε το αξίωμα να δίνεται σε χειροτονημένα μέλη της Εκκλησίας και ως και τον Πάπα Παύλο Στ΄, μπορούσε να είναι καρδινάλιος και απλός ιερέας. Πλέον, εκτός κάποιων εξαιρέσεων, απαιτείται η επισκοπική χειροτονία, ακόμα και για τον ιερέα που θα αναδειχθεί ως Καρδινάλιος, πριν αυτός λάβει το πορφυρό ένδυμα και το δαχτυλίδι και αποκτήσει το δικαίωμα, αν είναι ως 80 ετών, να ψηφίζει για την ανάδειξη νέου Ποντίφικα.
Ο Teodolfo Mertel γεννήθηκε το Φεβρουάριο 1806 στην Allumiere, στα περίχωρα της Ρώμης. Είχε πατέρα τον Ισίδωρο, βαυαρό αρτοποιό και μητέρα τη Μαρία – Φραγκίσκα, από σεβαστή οικογένεια της γενέτειράς του. Έλαβε πτυχίο νομικής από τη Sapienza της Ρώμης, εγγράφηκε ως δικηγόρος στη Ρωμαϊκή Κούρια και ξεκίνησε καριέρα σε διάφορες υπηρεσίες της Εκκλησίας.
Αναδείχθηκε στενός συνεργάτης του μακροβιότερου Πάπα, του Πίου Θ΄(1846 -1878), ιδιαίτερα μετά τον περιορισμό του παπικού κράτους στα σημερινά του όρια (1850) και αναδείχθηκε καρδινάλιος το 1858. Έγινε διάκονος και ανέλαβε τη διακονία του St Eustachio (κάθε Καρδινάλιος κατά παράδοση ορίζεται υπεύθυνος μιας ιστορικής ενορίας της Ρώμης).
Το 1850 ανέλαβε Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου, υπεύθυνος για υποθέσεις της Κούριας, το 1853 Υπουργός Εσωτερικών, με ευθύνη τη Δικαιοσύνη και την απονομή Χαρίτων, το 1860 Επικεφαλής της Propaganda Fide και μεταξύ των ετών 1863-71 Πρόεδρος του Συμβουλίου του Κράτους του Βατικανού.
Το 1878 ήταν ανάμεσα στους εκλέκτορες που ανέδειξαν το νέο Πάπα Λέοντα ΙΓ`, στον οποίο επίσης υπήρξε στενός συνεργάτης και από τους διαμορφωτές της ιστορικής πρώτης παπικής κοινωνικής εγκυκλίου της «Rerun Novarum» που εγκαινίασε τις παπικές παρεμβάσεις σε θέματα δικαιωμάτων εργασίας και δίκαιου μισθού.
Αναδειχθείς Αντικαγκελάριος της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και αφού η παρουσία του σημάδεψε, το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, την κεντρική διοίκηση της Καθολικής Εκκλησίας πέθανε το 1899 σε ηλικία 93 ετών στη γενέτειρά του.
Πληροφορίες και φωτογραφίες από Il Tempo και Wikipedia
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΒΑΝΤΗΣ
Μέλος Συνοδικής Επιτροπής ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ