«Ο Ιησούς δεν ήλθε να μας διδάξει ηθική αλλά να μας σώσει!»
Κατά τη διάρκεια των πνευματικών ασκήσεων της Ρωμαϊκής Κουρίας, ο πατέρας Ermes Ronchi προειδοποιεί για την «σκληρότητα της καρδιάς». Στη συνέχεια νουθετεί: «Η πείνα στον κόσμο δεν γεννιέται όταν τα τρόφιμα είναι λίγα αλλά όταν αυτά δεν μοιράζονται».
Ο Ιησούς δεν είναι ένας «ηθικολόγος», αν μη τι άλλο είμαστε εμείς, που έχουμε «ηθικοποιήσει το Ευαγγέλιο». Αυτό υπογράμμισε ο πατέρας ErmesRonchi, κατά τη διάρκεια της πέμπτης περισυλλογής με αφορμή τις πνευματικές ασκήσεις της Ρωμαϊκής Κουρίας στην CasadelDivinMaestro, στην Ariccia.
Το ευαγγελικό επεισόδιο της συγχώρεσης της Μαρίας της Μαγδαληνής (Λκ 8, 2-3), έδωσε την ευκαιρία στον πατέρα Ronchiνα μιλήσει για τους φαρισαίους όλων των εποχών, για τη γραφειοκρατικοποίηση της πίστης και για την «σκληροκαρδία», ή αλλιώς τη σκληρότητα της καρδιάς.
Όλες οι αντιλήψεις περισσότερο από ποτέ είναι ξένες στον Ιησού Χριστό, ο οποίος καλεσμένος στο σπίτι του Σίμωνα του φαρισαίου, γκρεμίζει όλες τις συμβάσεις και πλένει τα πόδια μιας ιερόδουλης. Ταυτόχρονα η αμαρτωλή «συγχωρείται επειδή αγάπησε πολύ».
“Στο δείπνο στο σπίτι του Σίμωνα του φαρισαίου – ανέφερε ο ιεροκήρυκας – παίζεται μια σκηνή εκπληκτικής σύγκρουσης: ο ευσεβής και η ιερόδουλη, ο ισχυρός και η ανώνυμη, ο νόμος και το άρωμα, ο κανόνας και η αγάπη αντιμέτωποι».
Ενώ το βλέμμα του Ιησού είναι «μη επικριτικό» και «ευσπλαχνικό», ο Σίμωνας έκανε την αμαρτία «τον ακρογωνιαίο λίθο της θρησκείας», εκπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο, «το λάθος των ηθικολόγων της κάθε εποχής, των παντοτινών φαρισαίων».
Ο Ιησούς, αντιθέτως, δεν κάνει επίκεντρο την ηθική αλλά «το πρόσωπο της χαρμολύπης, την πληγωμένη ή εξαγνισμένη σάρκα του, και όχι το νόμο», σε σημείο που, παρατηρεί ο Ronchi, στο Ευαγγέλιο είναι πιο συχνή η λέξη «φτωχός» και όχι «αμαρτωλός».
Ο Αδάμ είναι πρώτα φτωχός από ότι αμαρτωλός – ανέφερε ο Ronchi- . Είμαστε εύθραυστοι και θεματοφύλακες δακρύων, φυλακισμένοι χιλίων περιορισμών, πριν από ένοχοι».
Κατά τη διάρκεια των αιώνων, οι χριστιανοί «ηθικοποίησαν το Ευαγγέλιο», αλλά «στην αρχή δεν ήταν έτσι», πρόσθεσε ο δούλος της Μαρίας, επικαλούμενος τον συνάδελφό του τον πατέρα Vannucci, που υπενθύμιζε: «το Ευαγγέλιο δεν είναι μια ηθική, αλλά μια ανατρεπτική απελευθέρωση», που μας φέρνει έξω από το πρότυπο της αμαρτίας για να μας οδηγήσει στο πρότυπο της πληρότητας, της ζωής στην πληρότητα».
Εάν ο φαρισαίος βλέπει στη Μαρία τη Μαγδαληνή μόνο το παρελθόν της «ανομίας», ο Ιησούς αν και δεν προσποιείται ότι δεν γνωρίζει ποια είναι, προτιμά να δει σε αυτήν «τη μεγάλη αγάπη για το σήμερα και το αύριο», ως εκ τούτου την καλωσορίζει «με τις πληγές της και κυρίως με την σπίθα φωτός της, από την οποία Εκείνος ξεχειλίζει».
Με την συγχώρεση, ο Ιησούς ανέτρεψε την προοπτική αυτής της εύθυμης στιγμής: δεν είναι πλέον ο κύριος του σπιτιού το επίκεντρο της προσοχής, ο φαρισαίος, ο πλούσιος, ο ισχυρός και ο σεβαστός αλλά μια γυναίκα εύθραυστη, πληγωμένη, που έχει διαπράξει πολλά λάθη.
Ο Ιησούς έτσι, δίνει «χώρο στους τελευταίους», θέτει «το οπτικό σημείο από την αμαρτία της γυναίκας στις ελλείψεις του Σίμωνα, τον αποδομεί, τον βάζει σε μπελάδες, όπως θα κάνει και με του κατηγόρους της μοιχαλίδας στο ναό». Ο ίδιος δεν κρίνει ποτέ «από τις κατηγορίες ή τα στερεότυπα» και είναι «εξαιρετικά αδιάφορος για το παρελθόν ενός ατόμου, για το φύλο ενός ατόμου». Ακόμη και το Άγιο Πνεύμα, πρόσθεσε ο πατέρας Ronchi, διανέμει τα δώρα του «χωρίς να κοιτάει το φύλο των ατόμων».
Είναι σημαντικό, ότι ο Ιησούς, συγκινημένος από την κίνηση της «άγνωστης αμαρτωλής και ερωμένης», με τη σειρά του, «θα πλύνει τα πόδια των μαθητών του και θα τα σκουπίσει». Πράγματι, «όταν αγαπά, ο άνθρωπος κάνει θείες χειρονομίες, ο Θεός όταν αγαπά κάνει ανθρώπινες χειρονομίες, και το κάνει με μια καρδιά σάρκινη», πρόσθεσε ο ιεροκήρυκας.
Η περισυλλογή κλείνει με μια έκκληση προς τους εξομολόγους, επειδή στους μετανοούντες δεν πρέπει να βλέπουν τον «εφαρμοσμένο ή παραβιασμένο κανόνα» αλλά «τους ανθρώπους, με τις ανάγκες τους και τα δάκρυά τους». Εάν, αντιθέτως, κατατάσσουν τους ανθρώπους σε «κατηγορίες», θα καταλήξουν να τροφοδοτούν την «σκληρότητα της καρδιάς, την σκληροκαρδία, την αρρώστια που ο Ιησούς φοβόταν περισσότερο από όλα» και θα γίνουν «γραφειοκράτες των κανόνων και αναλφάβητοι στην καρδιά», μη γνωρίζοντας τη ζωή, αλλά μόνο τις προκαταλήψεις μας».
Η έκτη περισυλλογή, που πραγματοποιήθηκε σήμερα το πρωί, είχε αντιθέτως ως αντικείμενο δύο θέματα μεγάλης σημασίας για την Εκκλησία και όχι μόνο: τη διαφάνεια των αγαθών και τη δίκαιη κατανομή της τροφής.
«Υπάρχουν άνθρωποι τόσο πεινασμένοι που γι’ αυτούς ο Θεός δεν μπορεί παρά να έχει τη μορφή ενός άρτου, άρχισε να λέει ο π. Ronchi. Έτσι υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν ζητούν ένα «θρησκευτικό ορισμό» αλλά μόνο να φάνε. Η απάντηση της Εκκλησίας σε αυτό το κοινωνικό δράμα βρίσκεται ουσιαστικά μέσα στο Ευαγγέλιο του πολλαπλασιασμού των άρτων και των ιχθύων» (Μτ. 14,13-21).
Στην καταγγελία των μαθητών σχετικά με την έλλειψη τροφής, ο Ιησούς, με τρόπο «πολύ πρακτικό» τους ζητά να «μετρήσουν» τα καρβέλια και τα ψάρια που υπάρχουν. Ως εκ τούτου, τους προτείνει μια εργασία «επαλήθευσης» και «διαφάνειας», στην οποία καλεί και την σημερινή Εκκλησία. «Με την διαφάνεια είναι αληθινοί. Και όταν είναι κάποιος αληθινός είναι και ελεύθερος», ανέφερε ο Ronchi. Ο Ιησούς, παρατήρησε ο Δούλος της Μαρίας, «δεν εξαγοράστηκε από κανένα» και δεν μπήκε στα παλάτια των ισχυρών παρά μόνο ως κρατούμενος».
Κανένας χριστιανός δεν πρέπει να παρασύρεται από την μανία να «διατηρήσει» ή να «διαχειριστεί» τα αγαθά του, αλλά αντίθετα, πρέπει να ασπαστεί τη «λογική του Ιησού», η οποία είναι «αυτή της δωρεάς». Ο Ιησούς «δεν δίνει προσοχή στην ποσότητα του άρτου», αλλά επιθυμεί, αυτό να μοιραστεί. «Σύμφωνα με ένα μυστηριώδη θείο κανόνα: όταν το ψωμί μου γίνεται ψωμί μας, τότε και το λίγο γίνεται επαρκές». Εξήγησε ο Ronchi. Αντιθέτως, «η πείνα αρχίζει όταν κρατώ αποκλειστικά το ψωμί μου για μένα, όταν η χορτασμένη Δύση κρατά αποκλειστικά το ψωμί της, τα ψάρια της, τα αγαθά της για τον εαυτό της».
Το να τραφεί όλη η γη είναι τότε δυνατόν, συνέχισε ο ιεροκήρυκας, γιατί το ψωμί «δεν είναι απαραίτητο να το πολλαπλασιάσουμε, αρκεί να το μοιράσουμε, ξεκινώντας από εμάς», σύμφωνα με τη λογική του «Δώστε και θα σας δοθεί»: μόνο έτσι μπορούμε «να νικήσουμε τον Γολιάθ του εγωισμού, της τροφής που πετάμε, και της συσσώρευσης της στους λίγους».
“ «Το θαύμα είναι οι πέντε άρτοι και τα δύο ψάρια που η εκκολαπτόμενη Εκκλησία βάζει στα χέρια του Ιησού, του τα εμπιστεύεται, χωρίς να τα μετρήσει και χωρίς να κρατήσει κάτι για τον εαυτό της για το δικό της δείπνο», και παρουσιάζεται ως «σταγόνα στον ωκεανό» που «μπορεί να δώσει νόημα και ελπίδα στη ζωή», κατέληξε ο πατέρας Ronchi.
ρφ (μετάφραση)