Δεν είναι μυστικό ότι η Εκκλησία περνάει μία κρίση. Εξάλλου, δεν είναι η πρώτη φορά στη διάρκεια της ιστορίας της. Παράλληλα, οι χριστιανοί είναι αποπροσανατολισμένοι, όταν δεν είναι εντελώς αποστασιοποιημένοι από την Εκκλησία.
Εκείνους που ακόμα δεν μας έχουν εγκαταλείψει, τους χαρακτηρίζει συχνά μια επιφανειακή θρησκευτικότητα που μπορεί και να μην αντικατοπτρίζει τις απαιτήσεις του Ευαγγελίου.
Αυτά που μόλις γράφτηκαν, αποτελούν ασφαλώς μία διαπίστωση. Δεν υπάρχει, όμως, κάποια γιατρειά γι’ αυτήν την αρρωστημένη κατάσταση;
Γνωρίζουμε την απάντηση. Είναι προφανής, αλλά ταυτόχρονα πλήρης επιπτώσεων: είναι ανάγκη οι διάφορες εκκλησιαστικές «παρεμβάσεις» να επανεξεταστούν σε κατεύθυνση και προοπτική ιεραποστολική, δηλαδή το πώς παρουσιάζουμε στους πιστούς το μήνυμα του Ευαγγελίου. Ο πάπας Παύλος ο 6ος, ήδη πριν από πολλά χρόνια, μας δίδαξε ότι, σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία όπως είναι η δική μας, «η εσώτατη ζωή της Εκκλησίας – η ζωή προσευχής, η ακρόαση του Λόγου και της διδασκαλίας των αποστόλων, η βιωμένη αδελφική αγάπη – δεν αποκτά όλο το νόημά της παρά μόνο όταν αυτή γίνεται μαρτυρία, τότε προκαλεί τον θαυμασμό και τη μεταστροφή, γίνεται κήρυξη και αναγγελία της καλής είδησης». Μόνο έτσι η εκκλησιαστική κοινότητα γίνεται «καλή είδηση» (ευ – αγγελία), βιωμένο ευαγγέλιο, εκδήλωση της αγάπης του Θεού, καθρέπτης της Αγίας Τριάδας, σημείο και όργανο της βασιλείας του Θεού.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ
Η χριστιανική κοινότητα μπορεί να αντιμετωπίσει σοβαρά το πρόβλημα του ευαγγελισμού, αν τεθεί σε κατάσταση ευαγγελισμού η ίδια, και πάνω απ’ όλα, αν αντιμετωπίσει σοβαρά το πρόβλημα ευαγγελισμού των ενηλίκων. Αντιθέτως, όπου η ενορία επιβιώνει μόνο ως «χώρος θρησκευτικών ακολουθιών», όπου λείπει μία αληθινή στράτευση ευαγγελισμού των ενηλίκων και περιορίζεται σε μια «ποιμαντική συντήρησης», αυτό που κάνει είναι να διαχειρίζεται το θάνατο της ίδιας της κοινότητας. Αυτή είναι η αληθινή κρίση της Εκκλησίας. Αρχίζει από την ενορία!
Θέτουμε την εκκλησιαστική κοινότητα σε κατάσταση ευαγγελισμού, σημαίνει αξιοποιούμε όλη τη ζωή της και την ποιμαντική της δραστηριότητα, (κήρυγμα, κατήχηση, λειτουργικές τελετές, μαρτυρία φιλανθρωπίας κ.τ.λ.) για να ευαγγελιστούμε τα μέλη της , ξεκινώντας από τους ενήλικες, δηλαδή:
- Να φροντίσουμε να ανακαλύψουν ξανά την παρουσία και τη δράση του Θεού στην προσωπική τους ζωή και στην ιστορία της ζωής του καθενός (να καλλιεργήσουμε σ’ αυτούς την αίσθηση του Θεού, του Θεού-μαζί-μας).
- Να φροντίσουμε να ανακαλύψουν ξανά την αγάπη του Θεού, η οποία εκδηλώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού «θανόντα και αναστάντα», (πρόκειται για την «καρδιά» του χριστιανικού μηνύματος) και, ως απάντηση, τη δέσμευση της αγάπης μας προς τους αδελφούς.
- Να προκαλέσουμε τη μεταστροφή και την απόφαση να διανύσουν την πορεία της χριστιανικής μαθητείας στα αχνάρια του Χριστού.
- Να φροντίσουμε οι πιστοί να ανακαλύψουν ξανά την ταυτότητά τους ως βαπτισμένοι, καθώς και την εκκλησιαστική τους ένταξη και να προωθήσουμε μια σαφή συνειδητοποίηση της χριστιανικής ταυτότητας.
ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΕΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΥΡΙΑΚΗ,
ΚΙΝΗΤΗΡΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
Θέτουμε την κοινότητα σε κατάσταση ευαγγελισμού σημαίνει την κάνουμε να διανύσει μία δική της πορεία πίστεως.
Η εκκλησιαστική κοινότητα διαθέτει μια πολύτιμη μορφωτική διαδρομή: το λειτουργικό έτος. Το λειτουργικό έτος είναι ένα μυστηριακό γεγονός που βοηθάει την κοινότητα να αναβιώσει τα «misteria carnis Christi» (τα μυστήρια της σάρκας του Χριστού, της ζωής του Χριστού). «Ενθυμούμενοι με αυτό τον τρόπο τα μυστήρια της απολύτρωσης, η Εκκλησία ανοίγει στους πιστούς τον πλούτο των έργων σωτηρίας του Κυρίου της, τα καθιστά ως παρόντα σε όλους τους χρόνους και επιτρέπει στους πιστούς να ζουν σε επαφή και να είναι γεμάτοι από τη χάρη της σωτηρίας» (Β’ Σύνοδος του Βατικανού). Ο πρεσβύτερος καλείται να αξιοποιήσει το λειτουργικό έτος και την Κυριακή, ως δομές σημαντικές και προνομιακές της πορείας ευαγγελισμού και της ανανέωσης όλης της κοινότητας.
Το ίδιο ισχύει και για την Κυριακή: «η ημέρα του Κυρίου» είναι σημείο της σύναξης της κοινότητας γύρω από τον λόγο του Θεού και το πρόσωπο του Λυτρωτή και, συνεπώς, είναι ο προνομιακός χώρος όπου όλοι οι βαπτισμένοι καλούνται να γίνουν μαθητές του Κυρίου Ιησού, τελώντας το μυστήριο και επωμιζόμενοι οι μεν τα βάρη των δε.
Το λειτουργικό έτος και η Κυριακή, πρέπει να αποτελούν τον πυλώνα της διαρκούς κατήχησης όλης της κοινότητας. Σ’αυτά πρέπει να συγκλίνουν όλες οι κατηχήσεις, που γίνονται στις διάφορες ηλικίες της ζωής του ανθρώπου.
Έτσι, λοιπόν, το σχέδιο της ενορίας, ως πορεία ευαγγελισμού και ανανέωσης, βρίσκει την ενότητα και το προωθητικό του κέντρο, στο λειτουργικό έτος. Είναι απαραίτητο, να βρούμε ξανά τη μεγάλη μυστηριακή ενότητα του λειτουργικού έτους και να πιστέψουμε στη μυστηριακή σωστική αξία κάθε λειτουργικής περιόδου της Εκκλησίας, που παρουσιάζεται ως μια αληθινή συνάντηση με τον Χριστό. Με αυτό τον τρόπο, κάθε χρόνο, η κοινότητα πορεύεται για να ανακαλύψει εκ νέου τον Ιησού Χριστό, τον ζώντα στην Εκκλησία, στη σύναξη των πιστών, στα τελούμενα μυστήρια και ιδιαίτερα στην Αγία Ευχαριστία.
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος
πρώην Κερκύρας