ΚΑΠΝΙΖΕ ΜΑ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΑ!
Ο Χαρίλαος, θυρωρός της πολυκατοικίας που έμενα, ήταν ένας άνθρωπος ντόμπρος. Ότιέβλεπεςσ’ εκείνον, αυτός ήταν. Αυτόπουέλεγε, αυτόκαιέκανε. Αυτόπουέκανε ήταναδιαπραγμάτευτο. Έναςάνθρωπος ασυζήτητος, αμετακίνητος.
Στην αρχή κάθε Τεσσαρακοστής αλλά και στην περίοδο του Δεκαπενταύγουστου, προτείνεται νηστεία. Μια νηστεία που θα μπορούσε να είναι ακόμη και το ριζικό σταμάτημα του καπνίσματος για ένα δεινό καπνιστή
“Νηστεία – επαναλάμβανε – νηστεία – Κανένα πια τσιγάρο, όχι πια κάπνισμα”. Η γυναίκα του, που το γνώριζε καλά, τον άκουγε, αλλά μέσα της γελούσε.
Άρχιζε η αποφασιστική και αυστηρή Τεσσαρακοστή.
Μετά από μερικές ημέρες εντυπωσιακής τήρησης της υπόσχεσης, η όψη του φίλου μας που νήστευε άρχισε να φαίνεται μελαγχολική, το πρόσωπό του γινόταν όλο και πιο σκοτεινό, οι αντιδράσεις τους επίσης νευρικές και περίεργες. Όλα αυτά γινόταν μια αληθινή μετάνοια για τη σύζυγο και τα παιδιά του.
Κάποια στιγμή η φρόνιμη και υπομονετική σύζυγος δεν άντεξε και του λέει: «Χαρίλαε, αγάπη μου, κάπνιζε, αλλά τουλάχιστο χαμογέλα, κάνει καλό σε σένα και σε μας και σίγουρα αρέσει στο Θεό”.
Μια όμορφη και συνετή προτροπή. Η πιο αληθινή και αρεστή μετάνοια και νηστεία, στο Θεό, είναι ο κόπος που καταβάλουμε να δημιουργήσουμε μία ειρηνική και γαλήνια σχέση φιλίας με όποιο βρίσκεται δίπλα μας.