ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΒΑΔΙΖΟΥΜΕ ΣΕ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ
Ο φόβος μου για τους σκύλους είναι παροιμιώδης. Ευχαριστώ όσους σέβεται την υποχρέωση να τους δένουν και να τους φορούν φίμωτρο.
Μια φορά βρέθηκα σε μια ορεινή περιοχή, καλεσμένος από τον Διευθυντή μιας ιερατικής σχολής να κάνω μία ομιλία στους ιεροσπουδαστές.
Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα συναντούσα εκεί τρεις σκύλους υπερβολικών διαστάσεων. Μόλις τους αντίκρισα, τα έχασα και αμέσως ρώτησα: «είναι δεμένοι;» Όπως συνήθως, μου δόθηκε η γνωστή απάντηση: « έννοια σου δεν σε πειράζουν».
Όταν κάποιος μιλά έτσι, ξεχνά ότι οι σκύλοι φοβίζουν, εκείνον «που τους φοβάται» και δεν ξέρει επίσης ότι αυτό ακριβώς είναι που ερεθίζει τους σκύλους όταν αισθανθεί το φόβο μας.
Βλέποντας μάταιες τις παρακλήσεις μου, εμπιστεύθηκα τον άνθρωπο που με κάλεσε, αλλά τον προειδοποίησα, ότι θα φύγω το ίδιο βράδυ, αν δεν δέσει και τους τρεις σκύλους.
Τότε ήταν που κατέρρευσε ο μύθος ότι ήμουν αναντικατάστατος, όταν όμορφα και απλά μου είπε: «Εντάξει πήγαινε στο καλό θα καλέσουμε κάποιον άλλoν». Είχα χάσει το παιχνίδι, είχα δώσει πολύ σημασία σε κάτι παράλογο. Δέχτηκα να μείνω!
Την άλλη μέρα το πρωί τόλμησα να κάνω δυο βήματα στον κήπο… κάνοντας το θαρραλέο σύμφωνα με τις συμβουλές που μου είχαν δώσει. Περνώ κοντά από ένα από τους τρεις σκύλους και αμέσως με αγριοκοίταξε και άρχισε να με «γαυγίζει». Με ήρεμα βήματα μα τρεμάμενα γόνατα, για να μην το καταλάβει ο σκύλος, επέστρεψα μέσα στο κτίριο και διηγήθηκα όσα διαπίστωσα.
Πάμε μαζί, μου λέει ένας ιεροσπουδαστής, παρόλο που ήταν πιο φοβητσιάρης από μένα. «Θα δεις πως, αν μας δουν δύο, ούτε καν θα μας κοιτάξουν, θα μας αγνοήσουν ολότελα».
Χωρίς να του το ζητήσω, μου ψιθύρισε: “Όταν είμαστε μόνοι, έχουμε πάνω μας όλους τους πειρασμούς και τον κίνδυνο της πτώσης. Όταν όμως βαδίζουμε σε κοινωνία δύο ή τριών, χαιρόμαστε τη δύναμη της παρουσίας του Θεού, εναντίον της οποίας ο δαίμονας δεν τολμά να δαγκώσει!