Η ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΣΤΟΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΟ
ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Νομίζω πως δεν υπήρξε κάποιος που να έχει παρακολουθήσει τις συναντήσεις των δυο επισκεπτών παπών στην Ελλάδα και που να μην αντιλήφθηκε το θέμα της «συγγνώμης» εκ μέρους των δυο υψηλών επισκεπτών, όταν απάντησαν στις προσφωνήσεις των δυο προκαθημένων της Ελλαδικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, του μακαριστού αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου (2001) προς τον αείμνηστο πάπα Άγ. Ιωάννη-Παύλο Β’, και του μακαριοτάτου Ιερωνύμου Β’ (Δεκέμβριος 2021) προς τον πάπα Φραγκίσκο στις 21 Νοεμβρίου τρ.έ.
Το γεγονός του 2001 δεν σχολιάστηκε τόσο, επειδή το φαινόμενο «συγγνώμη» εκδηλώθηκε για πρώτη φορά. Η δεύτερη φορά, όμως, υπήρξε καταλυτική. Τόσο μεταξύ των ιεραρχών, όσο και μεταξύ των ξένων δημοσιογράφων, αλλά κυρίως εκ μέρους των Ελλήνων καθολικών, σχολιάστηκε τελείως αρνητικά. Ο αρνητικός σχολιασμός δεν ήταν μόνο γιατί επαναλαμβανόταν το σκηνικό της απαίτησης συγγνώμης, αλλά και για άλλα στοιχεία που συνέθεταν το γενικότερο πλαίσιο του σκηνικού. Ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Ι
Δεν θα δίσταζα να παρατηρήσω πως σε μια επίσημη κοσμική επίσκεψη είναι τελείως άκομψο να επιτίθεσαι λεκτικά στον επισκέπτη σου και να του καταλογίζεις ευθύνες που χρονικά απέχουν 800 και 200 χρόνια αντίστοιχα! Ο απλός κόσμος φαίνεται πως ξεχνά πολύ ευκολότερα (πρβλ. Β’ παγκόσμιο πόλεμο), απ’ ότι οι κληρικοί! Θα έλεγα πως δεν πειράζει, αρκεί, βέβαια, να θυμούνται σωστά, αντικειμενικά και όχι επιλεκτικά. Στην προκειμένη περίπτωση, πάντως, η αίτηση συγγνώμης, α) δεν ήταν αντικειμενική ιστορικά, και β) είχε εντονότατο επιλεκτικό χαρακτήρα. Τα δυο αυτά στοιχεία καθιστούν την προσφώνηση του Μακαριωτάτου άδικη και άτοπη. Ας αρχίσουμε από το σημείο β).
Θα έθετα ευθέως και με πολύ σεβασμό προς τον μακαριώτατο κ. Ιερώνυμο το ζήτημα: Οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως καταδίκασαν την Ελληνική Επανάσταση με περισσότερα του ενός επίσημα έγγραφα και αφόρισαν κάποιους από τους πρωταγωνιστές της. Δεν θα μπούμε σε λεπτομέρειες. Αυτά είναι τα γεγονότα και είναι παγκοίνως γνωστά, καθώς και το πλαίσιο μέσα στο οποίο συνέβησαν και δεν θα αποτελέσουν αντικείμενο προς ανάπτυξη ή προς σχολιασμό.
Όμως, κατά την επίσημη επίσκεψη του πατριάρχη Βαρθολομαίου στην Αθήνα, μόλις 15 μέρες πριν τον ερχομό του πάπα Φραγκίσκου (21 Νοεμβρίου), ο κ. Ιερώνυμος, επικεφαλής της Ι. Συνόδου, μαζί με τις ευχές του για τα 30 έτη του Παναγιωτάτου στον Οικουμενικό Θρόνο, στην προσφώνησή του είπε και τα εξής: «Ενώπιον του σεπτού λειψάνου του ιερομάρτυρος προκατόχου σας, Αγίου Γρηγορίου του Ε’, οφείλουμε, ιδιαιτέρως φέτος που στην πατρίδα μας εορτάζουμε τα 200 έτη από την Εθνική Παλιγγενεσία μας, να υπογραμμίσουμε τη συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη διατήρηση της πίστης και της ταυτότητας των υπόδουλων Ρωμιών. Και οι Πανέλληνες είμεθα ευγνώμονες προς το Πατριαρχείο μας γι’ αυτό».
Γιατί ο Μακαριότατος δεν ζήτησε τη συγγνώμη του Οικουμενικού για το ίδιο θέμα, αλλά εξέφρασε μόνο την ευγνωμοσύνη των Πανελλήνων;
Είναι επιλεκτική και άδικη ή όχι η μνήμη του Μακαριοτάτου;
Στο «κάτω-κάτω της γραφής» κανένας πάπας δεν καταδίκασε ούτε αφόρισε την Επανάσταση των Ελλήνων. Απ’ εναντίας.
Η Αγία Έδρα κατά το 1821/22, όταν έλαβε τις εκκλήσεις των επαναστατημένων Ελλήνων, δεν έμεινε αδιάφορη. Η Ελληνική κυβέρνηση είχε αποστείλει στην Ιταλία αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, για να ζητήσει από την Αγία Έδρα θετική ανταπόκριση στα αιτήματα για διπλωματική στήριξη και για παραχώρηση ασύλου στον άμαχο πληθυσμό που από τα δυτικά παράλια της Ελλάδας θα αναζητούσε καταφύγιο στα εδάφη του Κράτους της Αγ. Έδρας. Παρά το γεγονός ότι η παπική κυβέρνηση αντιμετώπιζε οξύτατα προβλήματα και στο εσωτερικό, αλλά και στις διεθνείς της σχέσεις, ο πάπας Πίος Ζ’ έδωσε εντολή στον υπουργό του επί των εξωτερικών, τον καρδ. Ettore Consalvi, πρώτο να αντιμετωπίσει τα αιτήματα των Ελλήνων με ανθρωπισμό και κατανόηση και κατά δεύτερον να φέρει και να παρουσιάσει στο Συνέδριο της Βερόνα, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι εκπρόσωποι όλων των δυναστικών κυβερνήσεων της Ευρώπης (και μεταξύ αυτών και της ορθόδοξης Ρωσίας) τα αιτήματα των επαναστατημένων Ελλήνων. Αυτοί οι ίδιοι εκπρόσωποι των εστεμμένων της Ευρώπης απαίτησαν από την κυβέρνηση τα Αγίας Έδρας να μην επιτρέψει τη διέλευση των εκπροσώπων της Ελληνικής κυβέρνησης από τα εδάφη της, απαγόρευσαν την εμφάνισή τους στο Συνέδριο της Βερόνας και αρνήθηκαν να δεχτούν κάποιο γραπτό κείμενό τους.
Γράφει σχετικά ο Σπ. Τρικούπης στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» (τομ.3, Λονδίνο 1856, σ.21-22):
Έσπευσεν ο αξιοσέβαστος Πίος ο φιλελεήμων προς τους καταφυγόντας εις την επικράτειάν του δυστυχείς Έλληνας και ο συμπαθής προς τον χριστιανικόν αγώνα των Ελλήνων να δώση χείρα βοηθείας εις ευόδωσιν των σκοπών της ελληνικής πρεσβείας συστήσας τα γράμματα το παρά τη συνελεύσει αντιπροσώπων του καρδινάλη Σπίνα … Η μεσιτεία του ουδαμώς εισηκούσθη και ο Μεταξάς ειδοποιήθη εν Αγκώνι μετ’ ολίγας ημέρας παρά της αυλής της Ρώμης ότι απαγορεύετο ή εις τον τόπον της συνελεύσεως διάβασίς του….
Και συνεχίζει παρακάτω ο ίδιος ιστορικός:
Κατόπιν του Μεταξά έφθασαν εις τον Αγκώνα και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Γεωργάκης Μαυρομιχάλης κομισταί προς τον Πάπαν της ακολούθου επιστολής
Η ελληνική κυβέρνησις μαρτυρεί προς την υμετέραν Αγιότητα την ευγνωμοσύνης της δια την οποίαν εδείξατε αγάπην είς τα τέκνα της Ελλάδος Πολλοί συμπατριώται μας καταδιωγμένοι υπό των ασεβών και καταφυγόντες εις την επικράτειαν της υμετέρας Αγιότητος μας έβεβαίωσαν ότι ήξιώσατε να τους υποδεχθήτε με ευαγγελικήν ευσπλαχνίαν και προστασίαν όλως πατρικήν αι άρεται αύται της υμετέρας Αγιότητος είναι συνή θεις και αποστολικός χαρακτήρα τον οποίον εδείξατε εις τοιαύτην δεινών περίστασιν είναι γνωστός εις όλον τον χριστιανικόν κόσμον και μ όλον ότι τα έθνη της Ευρώπης διαιρούνται κατά διαφόρους λατρείας όλα ηνώθησαν δια να θαυμάσωσι και έκθειάσωσι τας αρετάς ταύτας αι οποίαι προξενούσι δόξαν εις την θρησκείαν και εις τον θείον αυτης θεμελιωτήν. Έκ τούτων δε θαρρυνόμεθα να διευθύνωμεν προς την υμετέραν Αγιότητα την ταπεινήν μας ταύτην παράκλησιν Έμάθαμεν ότι οι χριστιανοί μονάρχαι εξ ών οι πλειότεροι υπάγονται εις την εκκλησίας της οποίας η υμετέρα Αγιότης είναι ο αρχηγός θα συνέλθωσι δια να αποφασίσωσι περί των συμφερόντων της Ευρώπης Αξιώσατε Αγιώτατε πάτερ να μεσολαβήσητε υπέρ ημών διά ν απαλλαγώμεν τέλος πάντων από την αθλίαν κατάστασιν εις την οποίαν μας κατεβύθησαν οι εχθροί του χριστιανικού ονόματος βοηθούμενοι από τους βασιλείς της χριστιανοσύνης ότε αγωνιζόμεθα ν αποσείσωμεν τον βάρβαρον και αισχρόν ζυγόν του ασεβούς υπηνέγκαμεν ήδη πολύν καιρόν το μαρτύριον δια την πίστιν του Ιησού Χριστού. Τέσσαρας ήδη αιώνας εβαπτίσθημεν εις δάκρυα και εις αδικίας ας επιλάμψη τέλος και εις ημάς η ημέρα της ευτυχίας υπό την προστασίας της υμετέρας Αγιότητος η ημέρα αύτη θα χαροποιήσει όλους τους πιστούς και θα επισφραγίσει την δόξαν του Πίου. Η ευαίσθητος και γενναία ψυχή σας Αγιώτατε πάτερ θα σας εμπνεύσει φωνάς πολύ παραπονετικάς υπέρ ημών αι οποίαι θα κατανύξωσι τας καρδίας των χρι στιανών βασιλέων οίτινες άλλως τε είναι διατεθειμένοι ν ανακουφίσωσι τα δεινά μας θαρρούντες εις την αγαθότητα και εις τα φώτα της υμετέρας Αγιότητος
Σας παρακαλούμεν Αγιώτατε πάτερ να δεχθήτε το σέβας μας και την ευγνωμοσύνης μας και να μας χαρίσητε τας ευλογίας σας.
Εν Αργει τη 29 αυγούστου 1822 και 2ου της ανεξαρτησίας.
Αναγνούς δε ο Πάπας ταύτην την επιστολήν απεποιήθη να δεχθή εν τη καθέδρα του τους απεσταλμένους όχι εκ θελήσεως αλλ’ εξ αιτίας της Αυστριακης επιρροής εις ην υπέκειτο. Έσκόπευε δε ο Π. Πατρών επί της εις τον Πάπαν αποστολής του να παρενείρη, κατ’ εισήγησίν τινων των εν τοις πράγμασι προς ευόδωσιν του πολιτικού σκοπού, την ένωσιν των Εκκλησιών. Αλλ’ απαγορευθείσης της εις Ρώμης αναβάσεώς του ουδέν είπε τοιούτον ουδ’ ενήργησεν. (…)
Όταν πέθανε ο πάπας Πίος Ζ’ (20 Αυγούστου 1823) στην Τήνο τέλεσαν οι καθολικοί πάνδημο μνημόσυνο στον καθεδρικό ναό του Αγ. Ιωάννη στο Ξώμπουργο και σήμαιναν πένθιμα οι καμπάνες όλων των εκκλησιών. Ο ναύαρχος Μιαούλης, επικεφαλής του στόλου που έπλεε στην περιοχή, όταν το πληροφορήθηκε, έδωσε εντολή να κανονιοβολούν τιμητικά τα πλοία του κάθε ένα τέταρτο…
Για ποιο απ’ όλα αυτά έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη ο διάδοχος του Πίου του Ζ’, πάπας Φραγκίσκος;
π. Μάρκος Φώσκολος
(πηγή: Καθολική)