Η κάθε χύτρα χρειάζεται τη δική της φωτιά
Η μητέρα μου κάθε μέρα, νωρίς το πρωί, πριν βγει από το σπίτι για να πάει στη δουλειά, προετοίμαζε μια μεγάλη χύτρα, την πιο μεγάλη που διέθετε για να ετοιμάσει την μεσημεριανή σούπα για το μεσημέρι, είμαστε αρκετά άτομα στην οικογένεια. Η κουζίνα διάθετε μια μεγάλη εστία για τη χύτρα και μια μικρή για την καφετιέρα.
Αργότερα σηκωνόταν η γιαγιά, που είχε το καθήκον να ανάβει τους ενδεδειγμένους φούρνους, τον πιο μεγάλο και τον πιο μικρό.
Αλλά εκείνο το πρωινό ο πιο μεγάλος φούρνος δεν άναβε. Τότε η γιαγιά μετέφερε τη χύτρα από την μεγάλη στη μικρή εστία. Το μεσημέρι όμως τίποτε δεν ήταν ψημένο: η φλόγα ήταν πολύ χαμηλή και δεν επαρκούσε για τη μεγάλη χύτρα. Το μεσημέρι κανένας δεν έφαγε σούπα.
“Είναι πράγματι αλήθεια, είπε τότε η γιαγιά σε κάθε χύτρα χρειάζεται η δική της φωτιά.”
Ο άνθρωπος για να μαγειρέψει, να αναπτυχθεί , να ωριμάσει χρειάζεται επειγόντως την πιο μεγάλη φλόγα, μια άπειρη φλόγα: το Θεό.