ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ
Αίθουσα Παύλος Στ’
Τετάρτη, 22 Φεβρουαρίου 2023
Κατήχηση. Το πάθος για τον ευαγγελισμό: ο αποστολικός ζήλος του πιστού. 5. Ο πρωταγωνιστής του αγγέλματος: το Άγιο Πνεύμα.
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα!
Στην πορεία της κατήχησής μας για το πάθος του ευαγγελισμού, σήμερα ξεκινάμε πάλι από τα λόγια του Ιησού: «Πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Μτ 28,19). Πηγαίνετε -λέει ο Αναστημένος-, όχι για να κατηχήσετε ή να προσηλυτίσετε, αλλά για να κάνετε μαθητές, δηλαδή για να δώσετε σε όλους την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τον Ιησού, να τον γνωρίσουν και να τον αγαπήσουν. Πήγαινε βαπτίζοντας: το να βαπτίζεις σημαίνει να βυθίζεις και επομένως, πριν υποδείξει μια λατρευτική πράξη, εκφράζει μια ζωτική πράξη: να βυθίσεις τη ζωή σου στον Πατέρα, στον Υιό, στο Άγιο Πνεύμα. Να βιώνουμε κάθε μέρα τη χαρά της παρουσίας του Θεού ο οποίος είναι κοντά μας ως Πατέρας, ως Αδελφός, ως Πνεύμα που ενεργεί μέσα μας, στο ίδιο το δικό μας πνεύμα.
Όταν ο Ιησούς λέει στους μαθητές του -και σε εμάς επίσης-: «Πηγαίνετε!», δεν κοινοποιεί μόνο μια λέξη. Όχι. Κοινοποιεί μαζί το Άγιο Πνεύμα, διότι μόνο χάρη σε Αυτό, στο Πνεύμα, μπορεί κανείς να λάβει την αποστολή του Χριστού και να την προχωρήσει περαιτέρω (πρβλ. Ιω 20,21-22). Οι Απόστολοι, μάλιστα, παραμένουν κλεισμένοι στο υπερώο από φόβο, ωσότου να φτάσει η ημέρα της Πεντηκοστής και να κατέβει επάνω τους το Άγιο Πνεύμα (πρβλ. Πραξ 2,1-13). Με τη δύναμή του αυτοί οι ψαράδες, ως επί το πλείστον αναλφάβητοι, θα αλλάξουν τον κόσμο. Η διακήρυξη, λοιπόν, του Ευαγγελίου γίνεται μόνο με την ισχύ του Πνεύματος, που προηγείται των ιεραποστόλων και προετοιμάζει τις καρδιές: Αυτό είναι «η κινητήριος δύναμη του ευαγγελισμού».
Αυτό το ανακαλύπτουμε στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου σε κάθε σελίδα βλέπουμε ότι πρωταγωνιστής του αγγέλματος δεν είναι ο Πέτρος, ο Παύλος, ο Στέφανος ή ο Φίλιππος, αλλά το Άγιο Πνεύμα. Επίσης στις Πράξεις γίνεται αναφορά σε μια κρίσιμη στιγμή των απαρχών της Εκκλησίας, που μπορεί επίσης να μας πει πολλά. Τότε, όπως και σήμερα, μαζί με τις παρηγορίες δεν έλειπαν και οι θλίψεις, οι χαρές συμβάδιζαν με τις ανησυχίες. Μία συγκεκριμένα: πώς να συμπεριφέρονται με τους ειδωλολάτρες που εισέρχονταν στην πίστη, με όσους δεν ανήκαν στον εβραϊκό λαό. Ήταν ή δεν ήταν υποχρεωμένοι να τηρούν τις απαιτήσεις του Μωσαϊκού Νόμου; Δεν ήταν μικρό θέμα. Έτσι διαμορφώνονται δύο ομάδες, μεταξύ εκείνων που θεωρούσαν ότι η τήρηση του Νόμου ήταν απαραίτητη και εκείνων που θεωρούσαν το αντίθετο. Για να διακρίνουν τι πρέπει να γίνει, οι Απόστολοι συγκεντρώνονται σε αυτό που ονομάζεται η «Σύνοδος της Ιερουσαλήμ», η πρώτη της ιστορίας. Πώς να λυθεί το δίλημμα; Θα μπορούσε να είχε επιδιωχθεί ένας καλός συμβιβασμός μεταξύ της παράδοσης και της καινοτομίας: ορισμένοι κανόνες τηρούνται, άλλοι παραλείπονται. Ωστόσο, οι Απόστολοι δεν ακολουθούν αυτή την ανθρώπινη σοφία, αλλά προσαρμόζονται στο έργο του Πνεύματος, το οποίο είχε προβλέψει πριν από εκείνους, κατεβαίνοντας πάνω στους ειδωλολάτρες όπως και σε αυτούς.
Και επομένως, αφαιρώντας σχεδόν κάθε υποχρέωση που συνδεόταν με τον Νόμο, κοινοποιούν τις τελικές αποφάσεις, οι οποίες ελήφθησαν -γράφουν- «από το Άγιο Πνεύμα και από εμάς» (πρβλ. Πραξ 15,28). Μαζί, χωρίς να διαιρεθούν, παρότι είχαν διαφορετικές ευαισθησίες και απόψεις, ακούν το Πνεύμα. Και Αυτό διδάσκει ένα πράγμα, το οποίο ισχύει και σήμερα: κάθε θρησκευτική παράδοση είναι χρήσιμη αν διευκολύνει τη συνάντηση με τον Ιησού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιστορική απόφαση της πρώτης Συνόδου, από την οποία ωφελούμαστε κι εμείς, κινήθηκε από μια αρχή, την αρχή του αγγέλματος: στην Εκκλησία όλα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του αγγέλματος του Ευαγγελίου. Όχι με τις απόψεις των συντηρητικών ή των προοδευτικών, αλλά με το γεγονός ότι ο Ιησούς αγγίζει τις ζωές των ανθρώπων. Συνεπώς, κάθε επιλογή, χρήση, δομή και παράδοση πρέπει να αξιολογείται στο βαθμό που ευνοούν τη διακήρυξη του Χριστού.
Έτσι το Πνεύμα ρίχνει φως στον δρόμο της Εκκλησίας, πάντα! Μάλιστα, Αυτό δεν είναι μόνο το φως των καρδιών, είναι το φως που προσανατολίζει την Εκκλησία: την βοηθά να βλέπει καθαρά, να καταλαβαίνει, να διακρίνει. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να Το επικαλούμαστε συχνά. Ας το κάνουμε και σήμερα, στην αρχή της Τεσσαρακοστής. Διότι, ως Εκκλησία, μπορούμε να έχουμε καλά καθορισμένους χρόνους και χώρους, καλά οργανωμένες κοινότητες, ιδρύματα και κινήματα, αλλά χωρίς το Πνεύμα όλα μένουν άψυχα. Η Εκκλησία, αν δεν Το παρακαλεί και δεν Το επικαλείται, κλείνεται στον εαυτό της, σε στείρες και εξαντλητικές συζητήσεις, σε κουραστικές πολώσεις, ενώ η φλόγα της αποστολής σβήνει. Το Πνεύμα, από την άλλη, μας κάνει να εξέλθουμε, μας ωθεί να αναγγείλουμε την πίστη και να στηριχτούμε σε αυτήν, να πάμε σε αποστολή για να ξαναβρούμε ποιοι είμαστε. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος συνιστά: «Μη σβήνετε το Πνεύμα» (Α’Θεσ 5,19). Ας παρακαλούμε συχνά το Πνεύμα, ας το επικαλούμαστε, ας του ζητάμε κάθε μέρα να ανάβει το φως του μέσα μας. Ας το κάνουμε πριν από κάθε συνάντηση, για να γίνουμε απόστολοι του Ιησού με τους ανθρώπους που συναντάμε.
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές,
ας ξεκινάμε και ας ξαναξεκινάμε, ως Εκκλησία, από το Άγιο Πνεύμα. «Είναι αναμφίβολα σημαντικό ότι στον ποιμαντικό μας σχεδιασμό ξεκινάμε από τις κοινωνιολογικές έρευνες, από τις αναλύσεις, από τη λίστα των δυσκολιών, από τη λίστα των προσδοκιών και των παραπόνων. Ωστόσο, είναι πολύ πιο σημαντικό να ξεκινάμε από τις εμπειρίες του Πνεύματος: αυτό είναι το αληθινό σημείο εκκίνησης. Και επομένως είναι απαραίτητο να τις αναζητήσουμε, να τις απαριθμήσουμε, να τις μελετήσουμε, να τις ερμηνεύσουμε. Είναι μια θεμελιώδης αρχή η οποία στην πνευματική ζωή ονομάζεται πρωτείο της παρηγορίας έναντι της ερημώσεως. Πρώτα υπάρχει το Πνεύμα που παρηγορεί, αναζωογονεί, φωτίζει, κινεί. Έπειτα θα έρθει και η ερήμωση, τα βάσανα, το σκοτάδι, αλλά η αρχή για να προσανατολιστούμε στο σκοτάδι είναι το φως του Πνεύματος» (C.M. Martini, Evangelizzare nella consolazione dello Spirito, 25 Σεπτεμβρίου 1997).
Ας προσπαθήσουμε να αναρωτηθούμε αν ανοιγόμαστε σε αυτό το φως, αν του δίνουμε χώρο: εγώ επικαλούμαι το Πνεύμα; Ο καθένας ας απαντήσει μέσα του. Πόσοι από εμάς επικαλούμαστε το Πνεύμα; «Όχι, πάτερ, παρακαλώ την Παναγία, παρακαλώ τους Αγίους, προσεύχομαι στον Ιησού, άλλες φορές λέω το Πάτερ Ημών, προσεύχομαι στον Πατέρα» – «Και το Πνεύμα; Δεν επικαλείσαι το Πνεύμα, το οποίο είναι Εκείνο που κινεί την καρδιά σου, που σε κάνει να προχωράς, σου φέρνει την παρηγορία, την επιθυμία να μεταδώσεις το Ευαγγέλιο και να κάνεις ιεραποστολή;».
Σας αφήνω αυτό το ερώτημα: Εγώ επικαλούμαι το Άγιο Πνεύμα; Αφήνω τον εαυτό μου να καθοδηγηθεί από Αυτό, που με καλεί να μην κλειστώ στον εαυτό μου, αλλά να φέρω τον Ιησού, να δώσω μαρτυρία της παρηγορίας του Θεού έναντι της ερημώσεως του κόσμου; Η Παναγία που το κατάλαβε καλά αυτό, ας μας βοηθήσει να το καταλάβουμε κι εμείς.
———————
Μετάφραση: π.Λ