Γενική Ακρόαση: Τετάρτη 30 Μαρτίου 2022

ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ

                                                                         

Αίθουσα Παύλος Στ’

Τετάρτη, 30 Μαρτίου 2022 

 

Κατήχηση περί Γήρατος – 5. Η πιστότητα στην επίσκεψη του Θεού για τη γενιά που έρχεται

 

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα! 

Στην κατηχητική μας πορεία με θέμα τα γηρατειά, σήμερα κοιτάμε την τρυφερή εικόνα που ζωγράφισε ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος καλεί στη σκηνή δύο μορφές ηλικιωμένων, τον Συμεών και την Άννα. Ο λόγος της ζωής τους, πριν φύγουν από αυτόν τον κόσμο, είναι η προσμονή της επίσκεψης του Θεού. Ο Συμεών γνωρίζει, λόγω προαίσθησης του Αγίου Πνεύματος, ότι δεν θα πεθάνει πριν δει τον Μεσσία. Η Άννα επισκέπτεται τον ναό καθημερινά και αφοσιώνεται στην υπηρεσία του. Και οι δύο αναγνωρίζουν την παρουσία του Κυρίου στο βρέφος Ιησού, ο οποίος γεμίζει τη μακρόχρονη αναμονή τους με παρηγοριά και εφησυχάζει την αναχώρησή τους από τη ζωή. Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές τις δύο φιγούρες ηλικιωμένων που είναι γεμάτες από πνευματική ζωντάνια;

Εν πρώτοις, μαθαίνουμε ότι η πιστότητα της αναμονής εξευγενίζει τις αισθήσεις. Άλλωστε, ξέρουμε, το Άγιο Πνεύμα κάνει ακριβώς αυτό: φωτίζει τις αισθήσεις. Στον αρχαίο ύμνο Veni Creator Spiritus, με τον οποίο επικαλούμαστε ακόμα και σήμερα το Άγιο Πνεύμα, λέμε: «Accende lumen sensibus», άναψε ένα φως για τις αισθήσεις. Το Πνεύμα είναι ικανό να το κάνει αυτό: ακονίζει τις αισθήσεις της ψυχής, παρά τους περιορισμούς και τις πληγές των αισθήσεων του σώματος. Το γήρας αποδυναμώνει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την ευαισθησία του σώματος: ένας είναι πιο τυφλός, ένας πιο κουφός… Ωστόσο, ένα γήρας που έχει ασκηθεί στην προσμονή της επίσκεψης του Θεού δεν θα χάσει το πέρασμά Του: πράγματι, θα είναι ακόμη πιο έτοιμος να τον δεχτεί. Θα έχει μεγαλύτερη ευαισθησία να υποδεχθεί τον Κύριο όταν περνάει. Ας θυμόμαστε ότι η στάση του χριστιανού είναι να είναι προσεκτικός στις επισκέψεις του Κυρίου, διότι ο Κύριος περνά στη ζωή μας με εμπνεύσεις, με το κάλεσμα να γίνουμε καλύτεροι. Και ο Ιερός Αυγουστίνος έλεγε: «Φοβάμαι τον Θεό όταν περνάει» – «Μα γιατί φοβάσαι;» – «Ναι, φοβάμαι μήπως δεν τον αντιληφθώ και τον αφήσω να περάσει». Το Άγιο Πνεύμα είναι που προετοιμάζει τις αισθήσεις για να καταλάβουμε πότε μας επισκέπτεται ο Κύριος, όπως έκανε με τον Συμεών και την Άννα.

Σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ το εξής: ένα γήρας προικισμένο με ζωηρές πνευματικές αισθήσειςκαι ικανό να αναγνωρίσει τα σημεία του Θεού, και πρωτίστως, το Σημείο του Θεού, που είναι ο Ιησούς. Ένα σημείο που μας βάζει σε κρίση – είναι ένα «σημείον αντιλεγόμενον» (Λκ 2,34) – αλλά που μας γεμίζει χαρά. Η αναισθησία των πνευματικών αισθήσεων, ταυτόχρονα με το μούδιασμα των αισθήσεων του σώματος, είναι ένα ευρέως διαδεδομένο σύνδρομο σε μια κοινωνία που καλλιεργεί την ψευδαίσθηση της αιώνιας νιότης, και το πιο επικίνδυνο χαρακτηριστικό του συνίσταται στο ότι αυτό το σύνδρομο είναι ως επι το πλείστον ανεπαίσθητο. Δεν αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι αναισθητοποιημένος. Και αυτό συμβαίνει: πάντα συνέβαινε και συμβαίνει στην εποχή μας. Οι αισθήσεις αναισθητοποιούνται, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει. Οι εσωτερικές αισθήσεις, οι αισθήσεις του πνεύματος για να κατανοήσουμε την παρουσία του Θεού ή την παρουσία του Πονηρού, αναισθητοποιημένες, δεν διακρίνουν.

Όταν χάνεις την ευαισθησία της αφής ή της γεύσης, το αντιλαμβάνεσαι αμέσως. Αντιθέτως, την ευαισθησία της ψυχής μπορείς να την αγνοήσεις για πολύ καιρό. Αυτή δεν αφορά απλώς τη σκέψη του Θεού ή της θρησκείας. Η αναισθησία των πνευματικών αισθήσεων αφορά τη συμπόνια και το έλεος, τη ντροπή και τις τύψεις, την πιστότητα και την αφοσίωση, την τρυφερότητα και την τιμή, την προσωπική ευθύνη και τον πόνο για τον άλλον. Είναι περίεργο: η αναισθησία δεν σε κάνει να κατανοήσεις τη συμπόνια, δεν σε κάνει να καταλάβεις τον οίκτο, δεν σε κάνει να νιώθεις ντροπή ή τύψεις που έκανες κάτι άσχημο. Είναι έτσι: οι αναισθητοποιημένες πνευματικές αισθήσεις μπερδεύουν τα πάντα και κανείς δεν αισθάνεται, πνευματικά. Και τα γηρατειά γίνονται, κατά κάποιο τρόπο, το πρώτο θύμα αυτής της απώλειας ευαισθησίας. Σε μια κοινωνία που προωθεί κυρίως την ευαισθησία στην απόλαυση, η προσοχή προς τους εύθραυστους μπορεί να υποχωρήσει και να επικρατήσει ο ανταγωνισμός των νικητών. Φυσικά, η ρητορική της ένταξης είναι η τελετουργική φόρμουλα κάθε πολιτικά ορθού λόγου. Αλλά και πάλι δεν επιφέρει μια πραγματική διόρθωση στις πρακτικές της κανονικής συνύπαρξης: υπάρχει δυσκολία στο να αναπτυχθεί μια κουλτούρα κοινωνικής τρυφερότητας. Το πνεύμα της ανθρώπινης αδελφοσύνης -το οποίο θέλησα να υποστηρίξω με δύναμη- είναι σαν ένα πεταμένο ρούχο, που πρέπει να το θαυμάζουμε, ναι, αλλά… σε ένα μουσείο.

Είναι αλήθεια, στην πραγματική ζωή μπορούμε να παρατηρήσουμε, με συγκινητική ευγνωμοσύνη, πολλούς νέους ανθρώπους ικανούς να τιμήσουν πλήρως αυτήν την αδελφοσύνη. Αλλά αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα: υπάρχει ένα κενό, ένα ένοχο χάσμα, μεταξύ της μαρτυρίας αυτής της ζωτικής κοινωνικής τρυφερότητας και του κομφορμισμού που απαιτεί από τη νεολαία να μιλήσει για τον εαυτό της με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Τι μπορούμε να κάνουμε για να καλύψουμε αυτό το κενό;

Από την αφήγηση του Συμεών και της Άννας, αλλά και από άλλες βιβλικές ιστορίες ηλικιωμένων που είναι ευαίσθητοι στο Άγιο Πνεύμα, έρχεται μια κρυφή ένδειξη που αξίζει να τεθεί στο προσκήνιο. Σε τι συνίσταται η αποκάλυψη που πυροδοτεί την ευαισθησία του Συμεών και της Άννας; Συνίσταται στο να αναγνωρίσουν σε ένα παιδί, που δεν έχουν γεννήσει και που βλέπουν για πρώτη φορά, το βέβαιο σημείο της επίσκεψης του Θεού. Δέχονται ότι δεν είναι πρωταγωνιστές, αλλά μόνο μάρτυρες. Η επίσκεψη του Θεού δεν ενσαρκώνεται στη ζωή τους, δεν τους φέρνει στη σκηνή ως σωτήρες: ο Θεός δεν παίρνει σάρκα στη γενιά τους, αλλά στη γενιά που θα έρθει. Καμία δυσαρέσκεια και καμία κατηγορία, για αυτό. Αντιθέτως, υπάρχει μεγάλη συγκίνηση και μεγάλη παρηγοριά. Η συγκίνηση και η παρηγοριά να μπορούν να δουν και να αναγγείλουν ότι η ιστορία της γενιάς τους δεν χάθηκε ή δεν ξοδεύτηκε άδικα, ακριβώς χάρη σε ένα γεγονός που παίρνει σάρκα και οστά και φανερώνεται στην επόμενη γενιά. Και αυτό νιώθει ένας ηλικιωμένος όταν τα εγγόνια του πάνε να του μιλήσουν: νιώθει αναζωογονημένος. «Α, η ζωή μου είναι ακόμα εδώ». Είναι τόσο σημαντικό να πηγαίνεις στους ηλικιωμένους, είναι τόσο σημαντικό να τους ακούς. Είναι τόσο σημαντικό να μιλάμε μαζί τους, διότι έτσι πραγματοποιείται αυτή η ανταλλαγή πολιτισμών, αυτή η ανταλλαγή ωριμότητας μεταξύ μικρών και μεγάλων. Και έτσι, ο πολιτισμός μας προχωρά με ώριμο τρόπο.

Μόνο το πνευματικό γήρας μπορεί να δώσει αυτή την ταπεινή και εκθαμβωτική μαρτυρία, καθιστώντας την έγκυρη και υποδειγματική για όλους. Το γήρας που έχει καλλιεργήσει την ευαισθησία της ψυχής σβήνει κάθε φθόνο μεταξύ των γενεών, κάθε μνησικακία, κάθε δυσαρέσκεια για την έλευση του Θεού στη γενιά που έρχεται, που φθάνει με την αποχώρηση της άλλης. Και αυτό συμβαίνει σε έναν ανοιχτό ηλικιωμένο με έναν ανοιχτό νέο: αναχωρεί από τη ζωή αλλά «παραδίδοντας» τη ζωή του στη νέα γενιά. Και αυτός είναι ο αποχαιρετισμός του Συμεών και της Άννας: «Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις τον δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά». Η πνευματική ευαισθησία των γηρατειών είναι ικανή να διαλύσει τον ανταγωνισμό και τη σύγκρουση μεταξύ των γενεών με αξιόπιστο και οριστικό τρόπο. Οι ηλικιωμένοι, με αυτή την ευαισθησία, ξεπερνούν τις συγκρούσεις, υπερβαίνουν, πηγαίνουν στην ενότητα, όχι στη σύγκρουση. Αυτό είναι ασφαλώς αδύνατο για τους ανθρώπους, αλλά είναι δυνατό για τον Θεό. Και σήμερα χρειαζόμαστε τόσο πολύ την ευαισθησία του πνεύματος, την ωριμότητα του πνεύματος, χρειαζόμαστε σοφούς ηλικιωμένους, ώριμους στο πνεύμα που να μας δίνουν ελπίδα για ζωή!

———————

Μετάφραση: π.Λ

κοινοποίηση άρθρου:

Περισσότερα

Διαβάστε ακόμη