ΠΑΠΑΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ
Αίθουσα Παύλος Στ’
Τετάρτη, 15 Φεβρουαρίου 2023
Κατήχηση. 4. Η πρώτη αποστολή
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, καλημέρα!
Συνεχίζουμε τα κατηχήσεις μας. Το θέμα που επιλέξαμε είναι: «Το πάθος για τον ευαγγελισμό, ο αποστολικός ζήλος». Γιατί το να ευαγγελίζεσαι δεν σημαίνει: «Κοίτα, μπλα μπλα μπλα» και τίποτα περισσότερο. Υπάρχει ένα πάθος που επηρρεάζει τα πάντα: το μυαλό, την καρδιά, τα χέρια, τα πόδια… τα πάντα, όλος ο άνθρωπος συμμετέχει στη κήρυξη του Ευαγγελίου, και γι’ αυτό μιλάμε για πάθος να ευαγγελίζεσαι. Αφού είδαμε στον Ιησού το πρότυπο και τον διδάσκαλο του αγγέλματος, ας περάσουμε σήμερα στους πρώτους μαθητές, σε αυτό που έκαναν οι μαθητές. Το Ευαγγέλιο λέει ότι ο Ιησούς «διάλεξε δώδεκα, για να είναι μαζί του και να τους στέλνει να κηρύττουν» (Μκ 3,14), δύο πράγματα: να είναι μαζί Του και να σταλούν για να κηρύξουν. Υπάρχει μια πτυχή που φαίνεται αντιφατική: τους καλεί να μείνουν μαζί Του και να πάνε να κηρύξουν. Θα έλεγε κανείς: είτε το ένα είτε το άλλο, ή να μείνουν ή να φύγουν. Αλλά όχι: για τον Ιησού δεν υπάρχει το να πας χωρίς να μείνεις και δεν υπάρχει το να μείνεις χωρίς να πας. Δεν είναι εύκολο να το καταλάβουμε αυτό, αλλά είναι έτσι. Ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε λίγο ποιο είναι το νόημα με το οποίο ο Ιησούς λέει αυτά τα πράγματα.
Πρώτα απ’ όλα, δεν γίνεται να πας χωρίς μείνεις: πριν στείλει τους μαθητές σε ιεραποστολή, ο Χριστός -λέει το Ευαγγέλιο -«τους καλεί κοντά του» (πρβλ. Μτ 10,1). Η διακήρυξη γεννιέται από τη συνάντηση με τον Κύριο. Κάθε χριστιανική δραστηριότητα, ιδιαίτερα η ιεραποστολή, ξεκινά από εκεί. Δεν τη μαθαίνεις σε μια ακαδημία: όχι! Ξεκινά από τη συνάντηση με τον Κύριο. Το να Τον μαρτυρείς, πράγματι, σημαίνει να μεταδίσεις της ακτινοβολία Του. Αλλά, αν δεν λαμβάνουμε το φως Του, θα σβήσουμε. Αν δεν Τον ακολουθούμε, θα μεταδώσουμε τον εαυτό μας αντί για Εκείνον -φέρνω τον εαυτό μου και όχι Εκείνον- και όλα θα είναι μάταια. Επομένως, μόνο ο άνθρωπος που είναι μαζί Του μπορεί να φέρει το Ευαγγέλιο του Ιησού, ενώ κάποιος που δεν είναι μαζί Του δεν μπορεί να φέρει το Ευαγγέλιο. Θα φέρει ιδέες, αλλά όχι το Ευαγγέλιο. Εξίσου, όμως, δεν μπορείς να μείνεις χωρίς να πας. Πράγματι, το να ακολουθείς τον Χριστό δεν είναι ένα γεγονός εσωτεριστικό: χωρίς διακήρυξη, χωρίς υπηρεσία, χωρίς αποστολή, η σχέση με τον Ιησού δεν ωριμάζει. Παρατηρούμε ότι στο Ευαγγέλιο ο Κύριος στέλνει τους μαθητές πριν ολοκληρώσουν την προετοιμασία τους: λίγο μετά αφού τους καλέσει, τους αποστέλλει ήδη! Αυτό σημαίνει ότι η εμπειρία της ιεραποστολής είναι μέρος της χριστιανικής κατάρτισης. Ας θυμηθούμε λοιπόν αυτές τις δύο δομικές στιγμές για κάθε μαθητή: το να μένει με τον Ιησού και να πηγαίνει, σταλμένος από τον Ιησού.
Καλώντας τους μαθητές κοντά Του και πριν τους αποστείλει, ο Χριστός τους απευθύνει μια ομιλία, γνωστή ως «οδηγίες για την ιεραποστολή» -έτσι ονομάζεται στο Ευαγγέλιο. Βρίσκεται στο κεφάλαιο 10 του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και είναι σαν το «σύνταγμα» της αναγγελίας. Από αυτή την ομιλία, που σας συμβουλεύω να διαβάσετε σήμερα –είναι μόνο μια μικρή σελίδα του Ευαγγελίου– αντλώ τρεις πτυχές: γιατί να αναγγέλλουμε, τι να αναγγέλλουμε και πώς να αναγγέλλουμε.
Γιατί να αναγγέλλουμε. Το κίνητρο βρίσκεται σε έξι λέξεις του Ιησού, που θα μας κάνει καλό να τις θυμηθούμε: «Δωρεάν λάβατε, δωρεάν και να δίνετε» (στ. 8). Είναι έξι λέξεις. Γιατί όμως να αναγγέλλουμε; Διότι δωρεάν έχω λάβει και πρέπει να δίνω δωρεάν. Η αναγγελία δεν ξεκινά από εμάς, αλλά από την ωραιότητα όσων λάβαμε δωρεάν, χωρίς να το αξίζουμε: ότι συναντήσαμε τον Ιησού, Τον γνωρίσαμε, ανακαλύψαμε ότι είμαστε αγαπημένοι Του και σωσμένοι. Είναι τόσο μεγάλο δώρο που δεν μπορούμε να το κρατήσουμε για τον εαυτό μας, νιώθουμε την ανάγκη να το μεταδώσουμε, αλλά με το ίδιο στυλ, δηλαδή δωρεάν. Με άλλα λόγια: έχουμε ένα δώρο, άρα καλούμαστε να γίνουμε δώρο. Λάβαμε ένα δώρο και η κλήση μας είναι εμείς να γίνουμε δώρο για τους άλλους. Υπάρχει σ’ εμάς η χαρά να είμαστε παιδιά του Θεού, πρέπει να τη μοιραστούμε με τους αδελφούς και τις αδελφές που δεν το ξέρουν ακόμα! Αυτό είναι το γιατί της αναγγελίας. Να πάμε και να φέρουμε τη χαρά εκείνου που εμείς έχουμε λάβει.
Δεύτερον: τι, λοιπόν, να αναγγείλουμε; Ο Ιησούς λέει: «Να κηρύττετε λέγοντας πως έφτασε η βασιλεία του Θεού» (στ. 7). Ιδού τι πρέπει να λέγεται, πριν απ’ όλα και σε όλα: ο Θεός είναι κοντά. Αλλά, μην ξεχνάτε ποτέ αυτό: ο Θεός ήταν πάντα κοντά στον λαό, Αυτός ο ίδιος το είπε στον λαό. Είπε το εξής: «Κοιτάξτε, ποιος Θεός είναι κοντά στα Έθνη όπως είμαι εγώ κοντά σας;». Η εγγύτητα είναι ένα από τα πιο σημαντικά για τον Θεό. Τρία είναι τα σημαντικά: εγγύτητα, έλεος και τρυφερότητα. Μην το ξεχνάτε αυτό. Ποιος είναι ο Θεός; Ο Κοντινός, ο Τρυφερός, ο Ελεήμων. Αυτή είναι η πραγματικότητα του Θεού. Εμείς, κηρύττοντας, συχνά προσκαλούμε τους ανθρώπους να κάνουν κάτι, και αυτό είναι καλό. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι το κύριο μήνυμα είναι ότι Αυτός είναι κοντά: εγγύτητα, έλεος και τρυφερότητα. Το να δεχτούμε την αγάπη του Θεού είναι πιο δύσκολο, διότι εμείς θέλουμε να είμαστε πάντα στο επίκεντρο, θέλουμε να είμαστε πρωταγωνιστές, είμαστε περισσότερο διατεθειμένοι να πράξουμε παρά να αφήσουμε τον εαυτό μας να διαπλαστεί, περισσότερο να μιλάμε παρά να ακούμε. Αλλά, αν στην πρώτη θέση είναι αυτό που κάνουμε, οι πρωταγωνιστές θα είμαστε ακόμα εμείς. Αντίθετα, η αναγγελία πρέπει να δίνει το πρωτείο στον Θεό: να δίνει το πρωτείο στον Θεό, να βάζει στην πρώτη θέση τον Θεό, και να δίνει στους άλλους την ευκαιρία να Τον δεχτούν, να συνειδητοποιήσουν ότι Αυτός είναι κοντά. Κι εγώ πίσω Του.
Τρίτο σημείο: πώς να αναγγέλλουμε. Είναι η πτυχή στην οποία ο Ιησούς εμμένει περισσότερο: πώς να αναγγέλλουμε, ποια είναι η μέθοδος, ποιο πρέπει να είναι το λεξιλόγιο για να αναγγέλλουμε. Είναι σημαντικό: μας λέει ότι ο τρόπος, το στυλ είναι ουσιαστικό στη μαρτυρία. Η μαρτυρία δεν περιλαμβάνει μόνο το μυαλό και να πει κάτι, κάποες έννοιες: όχι. Περιλαμβάνει τα πάντα, μυαλό, καρδιά, χέρια, τα πάντα, τα τρία λεξιλόγια του ανθρώπου: το λεξιλόγιο της σκέψης, το λεξολόγιο της στοργής και το λεξιλόγιο των έργων. Τα τρία λεξιλόγια. Δεν μπορεί κανείς να ευαγγελίζεσαι μόνο με το μυαλό ή μόνο με την καρδιά ή μόνο με τα χέρια. Όλα συμμετέχουν. Και στο στυλ, το σημαντικό είναι η μαρτυρία, όπως θέλει ο Ιησούς. Λέει το εξής: «Σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα στους λύκους» (στ. 16). Δεν μας ζητάει να ξέρουμε να αντιμετωπίσουμε τους λύκους, δηλαδή να ξέρουμε να επιχειρηματολογούμε, να αντεπιτεθούμε και να αμυνθούμε: όχι. Εμείς σκεφτόμαστε έτσι: ας γίνουμε αναντικατάστατοι, πολυάριθμοι, με κύρος και ο κόσμος θα μας ακούσει και θα μας σεβαστεί και θα νικήσουμε τους λύκους: όχι, δεν είναι έτσι. Όχι, σας στέλνω σαν πρόβατα, σαν αρνιά –αυτό είναι το σημαντικό. Αν εσεύ δεν θέλεις να είσαι πρόβατο, ο Κύριος δεν θα σε υπερασπιστεί από τους λύκους. Κανόνισε όπως μπορείς. Αλλά αν είσαι πρόβατο, να είσαι σίγουρος ότι ο Κύριος θα σε υπερασπιστεί από τους λύκους. Να είσαι ταπεινός. Μας ζητά να είμαστε έτσι, να είμαστε πράοι και με την επιθυμία να είμαστε αθώοι, να είμαστε πρόθυμοι στη θυσία.
Αυτό στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει το αρνί: πραότητα, αθωότητα, αφοσίωση, τρυφερότητα. Και Αυτός, ο Ποιμένας, θα αναγνωρίσει τα αρνιά Του και θα τα προστατεύσει από τους λύκους. Αντίθετα, τα αρνιά υπό προβιά λύκων αποκαλύπτονται και κατασπαράσσονται. Ένας Πατέρας της Εκκλησίας έγραφε: «Όσο είμαστε αρνιά, θα νικάμε και, ακόμη κι αν είμαστε περικυκλωμένοι από πολλούς λύκους, θα καταφέρουμε να τους νικήσουμε. Αλλά αν γίνουμε λύκοι θα ηττηθούμε, διότι θα στερηθούμε τη βοήθεια του ποιμένα. Αυτός δεν τρέφει λύκους, αλλά αρνιά» (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος, Ομιλία 33 στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο). Αν θέλω να ανήκω στον Κύριο, πρέπει να Τον αφήσω να είναι ο ποιμένας μου και Αυτός δεν είναι βοσκός λύκων, είναι βοσκός αρνιών, πράων, ταπεινών, πρόσχαρων με τον Κύριο.
Ακόμη και για το πώς γίνεται η αναγγελία, είναι εντυπωσιακό ότι ο Ιησούς, αντί να ορίσει τι να φέρουν σε μια αποστολή, λέει τι να μην φέρουν. Μερικές φορές, βλέπει κανείς κάποιον απόστολο, κάποιον που μετακινείται, κάποιον χριστιανό που λέει ότι είναι απόστολος και έδωσε τη ζωή του στον Κύριο, και κουβαλάει πολλές αποσκευές: αλλά αυτό δεν είναι από τον Κύριο, ο Κύριος σε κάνει ελαφρύ στο πλήρωμα και λέει τι δεν πρέπει να φέρεις: «Μην πάρετε χρυσό ή ασήμι ή χρήματα στις ζώνες σας, ή ταξιδιωτικό σάκο, ή δύο χιτώνες, ή σανδάλια, ή ράβδο» (στ. 9-10). Μην φέρεις τίποτα. Λέει να μην ακουμπάς σε υλικές βεβαιότητες, να πας στον κόσμο χωρίς κοσμικότητα. Να τι θέλω να πω: Πηγαίνω στον κόσμο όχι με το ύφος του κόσμου, όχι με τις αξίες του κόσμου, όχι με την κοσμικότητα –που για την Εκκλησία, η πτώση στην κοσμικότητα είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί. Πηγαίνω με απλότητα. Ιδού πώς γίνεται η αναγγελία: Δείχνοντας τον Ιησού παρά μιλώντας για τον Ιησού Και πώς δείχνουμε τον Ιησού; Με τη μαρτυρία μας. Και τέλος, πηγαίνοντας μαζί, εν κοινότητα: ο Κύριος στέλνει όλους τους μαθητές, αλλά κανείς δεν πηγαίνει μόνος. Η αποστολική Εκκλησία είναι εξ ολοκλήρου ιεραποστολική και στην ιεραποστολή βρίσκει την ενότητά της. Επομένως: να πάμε πράοι και καλοί σαν αρνιά, χωρίς κοσμικότητα, και να πάμε μαζί. Εδώ βρίσκεται το κλειδί της αναγγελίας, αυτό είναι το κλειδί για την επιτυχία του ευαγγελισμού. Ας δεχτούμε αυτές τις προσκλήσεις του Ιησού: ας είναι τα λόγια του το σημείο αναφοράς μας.
———————
Μετάφραση: π.Λ