«ήμουν τα μάτια των τυφλών, τα πόδια των κουτσών».
Αυτά τα λόγια είναι παρμένα από το βιβλίο του Ιώβ (Ιώβ 29,15). Ένα βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης στο οποίο περιγράφεται η ζωή ενός ανθρώπου που πιστεύει στο Θεό και ο διάβολος τον δοκιμάζει πολύ δυνατά, με πολλές συμφορές, δυστυχίες και ασθένειες προκειμένου να τον κάνει να στραφεί ενάντια στο Θεό. Όμως αυτός παραμένει ακλόνητος στην πίστη του, διότι πιστεύει ότι και μέσα από αυτές τις συμφορές ο Κύριος δεν τον έχει εγκαταλείψει.
Στη φράση αυτή γίνεται φανερό ότι η κοινωνία των ανθρώπων δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στη χαρά και στις ευχάριστες στιγμές, αλλά και στις δυσάρεστες και στις στιγμές πόνου, δυστυχίας, ασθένειας.
Και συνεχίζει ο Ιώβ λέει: «Πατέρας ήμουν των φτωχών και φρόντιζα να βρουν το δίκιο τους οι ξένοι».
Είναι γνωστό ότι ο Ιώβ είναι άνθρωπος πλούσιος με πολλά κοπάδια προβάτων και πολλούς μισθωτούς βοσκούς. Όμως δεν απολαμβάνει τον πλούτο του μόνος του, αλλά τον μοιράζεται με τους φτωχούς, γίνεται πατέρας των φτωχών. Έτσι συμπληρώνει στους άλλους αυτό που τους λείπει. Μας διδάσκει πως οφείλουμε να συμμεριζόμαστε τα προβλήματα του πλησίον και ο πλησίον μας δεν είναι μόνο ο γείτονάς μας αλλά και ο πιο μακρινός ακόμη και ο ξένος.
Πόσοι σήμερα συμπεριφερόμαστε έτσι, και δίνουμε μια τέτοια μαρτυρία; Μπορούμε να πούμε μαζί με τον Ιώβ ότι είμαστε τα «μάτια των τυφλών» και «πόδια των κουτσών, πατέρας των φτωχών, συντροφιά των ασθενών, στήριγμα των ξένων, προστασία των ορφανών; Συμπαραστεκόμαστε στους αρρώστους που έχουν ανάγκης από συνεχή βοήθεια, για να πλυθούν, να ντυθούν, να τραφούν; Είναι δεδομένο πως μια τέτοια υπηρεσία όταν είναι μακρόχρονη μας κουράζει και τη θεωρούμε δύσκολη και ίσως αβάστακτη. Είναι σχετικά εύκολο να υπηρετούμε για μια μέρα, αλλά είναι δύσκολο να φροντίζουμε έναν άνθρωπο για μήνες, πόσο μάλλον για χρόνια, ακόμα κι όταν αυτός δεν είναι πλέον σε θέση να δείξει την ευγνωμοσύνη του. Αυτή όμως η προσφορά είναι ολότελα χριστιανική και σίγουρα μια μεγάλη οδός εξαγιασμού!
Πολλές φορές λησμονούμε την πολύτιμη αξία που έχει ο χρόνος που περνάμε κοντά στο κρεβάτι ενός αρρώστου, διότι αγχωνόμαστε εξαιτίας της καθημερινή μας βιασύνης, της πολυπραγμοσύνης, της πίεσης για δουλειά και όταν η εργασία γίνεται δουλειά, τότε χάνουμε και την ανθρωπιά. Κατά βάθος, πίσω από αυτή τη συμπεριφορά κρύβεται μια χλιαρή πίστη, διότι έχουμε ξεχάσει φαίνεται το λόγο του Κυρίου που μας είπε: «ότι κάνατε σε ένα από αυτούς τους μικρούς αδελφούς μου σε μένα το κάνατε» (Μτ 25,40).
Χρειάζεται λοιπόν να βγούμε από τον εαυτό μας για να συναντήσουμε τον αδελφό μας. Αυτή είναι η πιο κοντινή ιεραποστολή της Εκκλησίας με την οποία εκδηλώνουμε την έμπρακτη αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας, τη συμπόνια προς τον πλησίον μας που υποφέρει , συμπαραστεκόμαστε και τον όταν φαίνεται να χάνει το θάρρος την ελπίδα του στο Θεό.
Η φιλανθρωπία, η αγαθοεργίαχρειάζονται χρόνο. Χρόνο για να θεραπεύσουμε τον πόνο όσων υποφέρουν. Χρόνο για να είμαστε μαζί τους, όπως έκαναν οι φίλοι του Ιώβ: «Έπειτα κάθισαν μαζί του καταγής εφτά μερόνυχτα.
Ηεμπειρία του Ιώβ βρίσκει την αυθεντική της απάντηση μόνο στο σταυρό του Ιησού, την υπέρτατη πράξη αλληλεγγύης του Θεού προς εμάς, που προσφέρεται εντελώς δωρεάν, εντελώς φιλεύσπλαχνα και τόσο δυνατά.
Ότανη ασθένεια, η μοναξιά και η αδυναμία σκιάζουν την προσφορά μας προς τον άλλο, δεν πρέπει να λησμονούμε πως η εμπειρία του πόνου μπορεί να γίνει προνομιακό μέσο για τη μετάδοση της χάρης του Θεού. Έτσι μπορούμε να πούμε μαζί με τον Ιώβ:«Τότε σε γνώριζα μονάχα απ’ όσα είχα για σένα ακούσει, μα τώρα με τα μάτια μου σε είδα και στο πρόσωπο του αδελφού μου»! (Ιώβ, 42.5). Αμήν